
(Ανανέωση 13:26) Ένταση επικράτησε μέσα στη δικαστική αίθουσα, κατά την κατάθεση της Ιωάννας Παλιοσπύρου, καθώς συγγενείς της Ιωάννας Παλιοσπύρου που δέχθηκε την επίθεση με το βιτριόλι ξέσπασαν κατά της κατηγορούμενης.
Ειδικότερα, λίγο πριν από τις 12:00 έντονο φραστικό επεισόδιο σημειώθηκε στην αίθουσα και ενώ συνεχίζονταν η κατάθεση της Ιωάννας.
Ο διάλογος που έλαβε χώρα στο δικαστήριο έχει ως εξής:
Πολιτική αγωγή: Σήμερα η κατηγορούμενη σας είπε κάτι;
Ιωάννα: Όχι. Με κοίταξε στα μάτια όπως εκείνη την ημέρα…
Εκείνη τη στιγμή η κατηγορούμενη ακούστηκε να σχολιάζει κάτι χαμηλόφωνα.
Αδελφός: Σκάσε μωρή, που θα μιλήσεις κιόλας!. Φίδι Ε φίδι μιλάς. Γ@@@ το @@@!
Μητέρα Ιωάννας: Σκύλα, απόβρασμα της κοινωνίας! μας διέλυσες…
Με τη συνοδεία αστυνομικών ο αδελφός της Ιωάννας βγήκε για λίγο από τη δικαστική αίθουσα για να ηρεμήσει, ενώ η μητέρα της κάθισε στη θέση της.
Κατηγορούμενη: «Ιωάννα ξέρεις γιατί έγινε»
Μετά την κατάθεση της Ιωάννας ο συνήγορος της κατηγορούμενης ζήτησε να κάνει δήλωση με τον αδελφό της Ιωάννας να εκνευρίζεται και να ακολουθεί μια νέα πρόκληση από την κατηγορούμενη Έφη Κακαράντζουλα, η οποία εμφανίστηκε αμετανόητη.
Κατηγορούμενη: Θα ήθελα να απευθυνθώ προς το θύμα…
Αδελφός θύματος: Μη ξανά κοιτάξεις από εδώ!
Κατηγορούμενη: Ξέρω ότι αυτό που έχει γίνει δεν είναι αποδεκτό, αλλά εσύ Ιωάννα γνωρίζεις γιατί έχει γίνει όλο αυτό. Σε καμία περίπτωση δεν ήθελα να της αφαιρέσω τη ζωή.
Η Ιωάννα Παλιοσπύρου, εξιστόρησε στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο τα συγκλονιστικά γεγονότα της 20ής Μαΐου του 2020, όταν και δέχθηκε τη δολοφονική επίθεση με βιτριόλι από την Έφη Κακαράντζουλα.
Μεταξύ άλλων ανέφερε:
«Στις 20 Μαΐου λοιπόν, σηκώθηκα ντύθηκα ετοιμάστηκα για να πάω στη δουλειά μου. Φτάνοντας στην είσοδο της πολυκατοικίας του γραφείου που εργάζομαι πάτησα το κουμπί του ασανσέρ. Ήμουν αφηρημένη. Άκουσα κάποιους θορύβους στο υπόγειο και δεν έδωσα σημασία. Σκέφτηκα ότι ήταν η καθαρίστρια ή κάποιος άστεγος επειδή έχει συμβεί και στο παρελθόν.
Ξαφνικά εμφανίστηκε μπροστά μου μία γυναίκα. Στάθηκε μπροστά. Δεν πέρασα τρέχοντας. Σήκωσε το βλέμμα, με κοίταξε στα μάτια και μου έριξε το υγρό. Έφυγε τρέχοντας. Θέλω να σας πω ότι λούστηκα με αυτό το υγρό που μου έριξε. Το ένιωσα παντού πάνω μου, στα μάτια μου, στο πρόσωπό μου. Κατευθείαν μου ήρθε η μυρωδιά. Καταφέρω να τρέξω για βοήθεια επειδή θυμήθηκα το φαρμακείο.
Πήγα τρέχοντας. Πέρασα τον δρόμο χωρίς να κοιτάξω καθόλου. Δεν έβλεπα καταρχάς από το ένα μάτι καθόλου. Μπήκα ουρλιάζοντας μέσα στο φαρμακείο. Οι άνθρωποι δεν καταλάβαιναν. Επειδή άρχισα να ου παίζω «βοήθεια κάποιος μου έριξε κάτι καυστικό, δώστε μου λίγο νερό». Με πήγαν στο πίσω μέρος του φαρμακείο που υπήρχε ένας νιπτήρας. Τα μαλλιά μου έπεφταν μέσα στο νιπτήρα. Έπιανα το πρόσωπο μου και ένιωθα ότι καίγομαι, ότι λιώνω. Από το βλέμμα στα μάτια των ανθρώπων που με κοίταζαν, ένιωθα ότι κάτι χάνω.
Έλεγα «Θεέ μου βοήθησε με, μόνο εσύ μπορείς», είπε δακρυσμένη η Ιωάννα.
«Έβγαλα τα ρούχα μου. Με σκέπασαν. Θυμάμαι απλά να με βρέχουνε, να ουρλιάζω, να πονάω να ξανακοιμάμαι, να ξανά ξυπνάω, μου έκαναν τομές στο μάτι μου και στο αυτί. Αυτά, δεν θυμάμαι παραπάνω. Προσπαθούσα απλά να αντέχω για να μην πονάω. Την επόμενη μέρα με ενημέρωσαν ότι θα διακομιστώ στο Θριάσιο. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τη διακομιδή μου, επειδή δεν μπορούσα να δω, μπορούσα μόνο να ακούω, θυμάμαι την ώρα που περνούσαν τα φορεσιά στους διαδρόμους. Μια κυρία αναφώνησε θεέ μου και κατάλαβα ότι το είπε για μένα», είπε κλαμένη η Ιωάννα.
«Κατάλαβα ότι η κατάσταση δεν είναι καλή. Κατάλαβα ότι έχω σοβαρά εγκαύματα κ απλά παρακαλούσα να επιβιώσω».