
Η κανέλα, ο κουρκουμάς και το τζίντζερ, που λέγεται ότι μειώνουν φυσικά τη φλεγμονή και ενισχύουν το ανοσοποιητικό σύστημα, μπορούν να επηρεάσουν τον τρόπο με τον οποίο ο οργανισμός μεταβολίζει μια σειρά από φάρμακα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων για την υπέρταση, τον διαβήτη και κοινές λοιμώξεις.
Πρόσφατη μελέτη διαπίστωσε ότι η κύρια δραστική ουσία της κανέλας, η κινναμαλδεΰδη, η οποία δίνει στο μπαχαρικό το χαρακτηριστικό του άρωμα και τη γεύση, ενεργοποιεί υποδοχείς που κάνουν τον οργανισμό να επεξεργάζεται τα φάρμακα πολύ πιο γρήγορα, μειώνοντας έτσι την αποτελεσματικότητά τους.
Ενώ όσοι προσθέτουν λίγη κανέλα στο πρωινό τους πιθανότατα δεν διατρέχουν κίνδυνο, όσοι λαμβάνουν συμπληρώματα κανέλας ενδέχεται να βρίσκονται σε κίνδυνο.
«Η υπερκατανάλωση μπορεί να οδηγήσει σε ταχύτερη απομάκρυνση του φαρμάκου από τον οργανισμό, γεγονός που ενδέχεται να μειώσει την αποτελεσματικότητά του», εξήγησε η επιστήμονας Σαμπάνα Καν.
Μελέτες έχουν δείξει ότι για ορισμένα φάρμακα, όπως τα αντιπηκτικά, ο ταχύς μεταβολισμός που προκαλεί η κανέλα μπορεί να εντείνει τη δράση του φαρμάκου.
Στην περίπτωση της ασπιρίνης και της βαρφαρίνης, αυτό σημαίνει αυξημένο κίνδυνο δυνητικά θανατηφόρας αιμορραγίας, σύμφωνα με την καθηγήτρια φαρμακευτικής Ντίπα Κάμνταρ του Πανεπιστημίου του Κίνγκστον.
Οι ειδικοί επισημαίνουν πλέον ότι έχει σημασία και το είδος της κανέλας.
Η «αληθινή» κανέλα, μια ακριβότερη εκδοχή του μπαχαρικού που προέρχεται από τη Σρι Λάνκα, έχει συνδεθεί με μια σειρά από οφέλη για την υγεία: είναι πλούσια σε αντιοξειδωτικά, έχει αντιφλεγμονώδη δράση, βοηθά στη ρύθμιση των επιπέδων σακχάρου στο αίμα και έχει βρεθεί ότι μειώνει τον κίνδυνο καρδιοπάθειας, σύμφωνα με την καθηγήτρια Κάμνταρ.
Η κανέλα Κίνας (cassia), ωστόσο, η οποία είναι αυτή που συνήθως βρίσκουμε στα σούπερ μάρκετ, περιέχει υψηλά επίπεδα κουμαρίνης, μιας ουσίας που μπορεί να προκαλέσει ηπατική βλάβη όταν καταναλώνεται σε μεγάλες ποσότητες.
Έρευνες δείχνουν επίσης ότι η κανέλα μπορεί να αλληλοεπιδράσει με άλλα φάρμακα, όπως οι στατίνες και τα αντικαταθλιπτικά, κάνοντάς τα είτε πιο ισχυρά είτε λιγότερο αποτελεσματικά.
Ένα άλλο κοινό μπαχαρικό που ενδέχεται να έχει ανεπιθύμητες παρενέργειες είναι ο κουρκουμάς, ο οποίος στο παρελθόν έχει συσχετιστεί με περιπτώσεις ηπατικής ανεπάρκειας.
Ο κουρκουμάς είναι από καιρό γνωστός για τις αντιφλεγμονώδεις ιδιότητές του και χρησιμοποιείται σε διάφορα προϊόντα, από τονωτικά του ανοσοποιητικού έως τις τροφές.
«Υπάρχουν ενδείξεις ότι η κουρκουμίνη, [το δραστικό συστατικό του κουρκουμά, μπορεί να επηρεάσει τον τρόπο με τον οποίο μεταβολίζονται κάποια φάρμακα, παρεμβαίνοντας στα ηπατικά ένζυμα που τα επεξεργάζονται», εξήγησε η καθηγήτρια Κάμνταρ.
Μητσοτάκης: Θα επισκεφθεί το Υπουργείο Υγείας την επόμενη Τετάρτη
Η κουρκουμίνη είναι η ένωση που δίνει στον κουρκουμά το χαρακτηριστικό του έντονο κίτρινο χρώμα.
Η καθηγήτρια Κάμνταρ συνέχισε: «Αυτό σημαίνει ότι ο κουρκουμάς θα μπορούσε ενδεχομένως να αλληλοεπιδράσει με αντικαταθλιπτικά, φάρμακα για την υπέρταση, αντικαρκινικά σχήματα και ορισμένα αντιβιοτικά».
Σε ακραίες περιπτώσεις, υψηλές δόσεις κουρκουμίνης σε συνδυασμό με μαύρο πιπέρι, το οποίο ενισχύει την απορρόφησή της από τον οργανισμό, έχουν συνδεθεί με σοβαρή ηπατική βλάβη.
Σε μελέτη που δημοσιεύθηκε στο The American Journal of Medicine, ερευνητές εξέτασαν περιστατικά ηπατικής βλάβης που σχετίζονταν με τον κουρκουμά στις ΗΠΑ, μεταξύ 2004 και 2022.
Ανακάλυψαν 10 περιπτώσεις ηπατικής βλάβης που αποδόθηκαν στο μπαχαρικό. Πέντε άτομα νοσηλεύτηκαν, ενώ ένα άτομο κατέληξε από οξεία ηπατική ανεπάρκεια.
Το βρετανικό Εθνικό Σύστημα Υγείας (NHS) προειδοποιεί ότι η λήψη φυτικών συμπληρωμάτων μπορεί να προκαλέσει απρόβλεπτες παρενέργειες όταν συνδυάζεται με άλλα φάρμακα.
Η καθηγήτρια Κάμνταρ υπέθεσε επίσης ότι, επειδή ο κουρκουμάς έχει αποδειχθεί πως μειώνει τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα σε πειραματόζωα, θα μπορούσε να έχει παρόμοιο αποτέλεσμα και στους ανθρώπους.
«Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να ενισχύσει τη δράση των αντιδιαβητικών φαρμάκων ή της ινσουλίνης.
Επιπλέον, ο κουρκουμάς έχει αποδειχθεί ότι μειώνει την αρτηριακή πίεση, κάτι που όταν συνδυαστεί με φάρμακα για την πίεση θα μπορούσε να προκαλέσει υπερβολική πτώση της», εξήγησε η φαρμακοποιός.
Ωστόσο, η ίδια υπογράμμισε ότι «όπως και με την κανέλα, αυτές οι επιδράσεις παρατηρούνται κυρίως σε υψηλές δόσεις συμπληρωμάτων και όχι στις μικρές ποσότητες που χρησιμοποιούνται στο φαγητό».
Το τζίντζερ είναι ένα ακόμη κοινό μπαχαρικό, γνωστό για τις αντιεμετικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητές του. Ωστόσο, όπως προειδοποιεί η καθηγήτρια Κάμνταρ, οι δραστικές του ενώσεις μπορεί να επηρεάσουν την ικανότητα του οργανισμού να μεταβολίζει φάρμακα.
Ορισμένες μελέτες υποδεικνύουν ότι υψηλές δόσεις τζίντζερ μπορούν να μειώσουν το σάκχαρο του αίματος, ενισχύοντας έτσι τη δράση των αντιδιαβητικών φαρμάκων, με κίνδυνο εμφάνισης υπογλυκαιμίας που μπορεί να αποβεί μοιραία.
Το τζίντζερ έχει επίσης ήπια αντιπηκτική δράση, πρόσθεσε η Δρ Κάμνταρ.
«Εάν λαμβάνετε φάρμακα, ιδιαίτερα αντιπηκτικά, φάρμακα για τον διαβήτη ή αντικαρκινικές θεραπείες, αξίζει να μιλήσετε με τον γιατρό ή τον φαρμακοποιό σας πριν ξεκινήσετε οποιοδήποτε φυτικό συμπλήρωμα», είπε.
«Για τους περισσότερους ανθρώπους, η χρήση μπαχαρικών σε μαγειρικές ποσότητες είναι ασφαλής. Μπορείτε λοιπόν να τα χρησιμοποιείτε ελεύθερα, με προσοχή όμως στο ντουλάπι με τα φάρμακα και ιδιαίτερη επιφύλαξη απέναντι σε οποιοδήποτε φυτικό συμπλήρωμα λαμβάνεται σε υψηλές δόσεις».
Σύμφωνα με το NHS, περίπου 350.000 άτομα λαμβάνουν αντιπηκτικά φάρμακα κάθε χρόνο, γεγονός που σημαίνει ότι εκατομμύρια άνθρωποι διατρέχουν τον κίνδυνο επικίνδυνης αιμορραγίας όταν τα συνδυάζουν με φυτικά συμπληρώματα.