Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ θέλει να αποκλείσει τις απειλές που δέχεται η ασφάλεια της Αμερικής από το εξωτερικό εκδίδοντας μια ταξιδιωτική απαγόρευση, ωστόσο μια τέτοια με συνοπτικές διαδικασίες προσέγγιση θα είχε μικρό όφελος και θα αποτελούσε κρυφό πλήγμα για την παγκόσμια μάχη κατά της τρομοκρατίας, αναφέρει σήμερα σε άρθρο γνώμης το πρακτορείο Νέα Κίνα (Xinhua).
Η ομάδα του Τραμπ χθες προσπάθησε να υπερασπιστεί ενώπιον αμερικανικού δικαστηρίου τη νομιμότητα και την αποτελεσματικότητα της απαγόρευσης εισόδου σε πολίτες από επτά, κυρίως μουσουλμανικές, χώρες και σε όλους τους πρόσφυγες.
Το διάταγμα βρίσκεται τώρα αντιμέτωπο με ισχυρές αντιδράσεις εντός της χώρας και εκτεταμένες αντιπαραθέσεις διεθνώς, και η εφαρμογή του ανεστάλη προσωρινά από Αμερικανό δικαστή την περασμένη εβδομάδα. Η νομική διαμάχη έχει ήδη πυροδοτήσει πολιτική κρίση στο εσωτερικό της χώρας και ίσως πλήξει τις ΗΠΑ σε πολλά μέτωπα, όπως αυτά των φυλετικών και θρησκευτικών ζητημάτων.
Η Ουάσινγκτον ίσως έχει τους λόγους της να εκδίδει τέτοιο διάταγμα, πάντως η απαγόρευση έχει σοβαρά ψεγάδια σε επίπεδο λογικής και ηθικής, επισημαίνει ο σχολιαστής του πρακτορείου Λιου Τσανγκ.
Μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001, οι περισσότερες φονικές τρομοκρατικές επιθέσεις σε αμερικανικό έδαφος πραγματοποιήθηκαν από μη μουσουλμάνους.
Από τις επτά χώρες που βρίσκονται στη λίστα της απαγόρευσης, οι πέντε εξ αυτών ποτέ δεν είδαν πολίτες τους να πραγματοποιούν τρομοκρατικές ενέργειες εντός των ΗΠΑ. Για να βελτιώσει την ασφάλειά της, η Ουάσινγκτον χρειάζεται να αντιμετωπίσει πρώτα το χρονίζων πρόβλημα της οπλοχρησίας.
Στο μεταξύ, ριζοσπαστικά στοιχεία σε όλο τον κόσμο θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν την απαγόρευση για να δικαιολογήσουν τους ανελέητους σκοπούς τους και να στρατολογήσουν περισσότερους οπαδούς. Αυτό αποτελεί σοβαρή απειλή για την ασφάλεια όχι μόνο των ΗΠΑ αλλά και άλλων χωρών σε όλο τον κόσμο.
Επιπλέον, το διάταγμα του Τραμπ δείχνει ότι η κυβέρνησή του δεν αναγνωρίζει ορθά την ευθύνη που χρειάζεται να επωμιστεί στον παγκόσμιο αγώνα κατά της τρομοκρατίας.
Χώρες, όπως το Ιράκ, η Λιβύη και η Συρία, που βρίσκονται στη λίστα έχουν αποτελέσει θύματα της τρομοκρατίας διότι προηγούμενες αμερικανικές κυβερνήσεις και άλλες δυνάμεις της Δύσης εσκεμμένα επενέβησαν για τα δικά τους συμφέροντα.
Αποτέλεσμα αυτού ήταν ότι εκατομμύρια Σύριοι καθώς και πολίτες άλλων χωρών στην περιοχή κατέληξαν άστεγοι και απελπισμένοι.
Με την απαγόρευση, οι ΗΠΑ έκλεισαν την πόρτα τους σε πρόσφυγες που όφειλαν να δεχθούν. Και το χειρότερο είναι ότι αυτό ίσως αποτελέσει ένα παραπλανητικό προηγούμενο για άλλες χώρες που έχουν επίσης μερίδιο στο να δεχθούν αυτούς τους τραγικούς μετανάστες.
Κανένα δίκτυ ασφαλείας δεν θα μπορούσε να είναι αρκετά εκτεταμένο και μη διαπερατό για να εγγυηθεί την απόλυτη ασφάλεια εάν οι βασικές αιτίες που καλλιεργούν την τρομοκρατία και άλλες ακραίες θέσεις δεν εξαλειφθούν.
Η κυβέρνηση του Τραμπ χρειάζεται να εργαστεί με άλλες χώρες σε όλο τον κόσμο σε αυτό τον σκληρό αγώνα, όχι απλά να επιδιορθώνει τους δικούς της φράκτες.