
Ο άνθρωπος, είναι το εκλεκτότερο ποίημά του Θεού, δημιούργημα της άμετρης αγάπη Του, να μοιραστεί μ ε αυτόν τη δική Του μακαριότητα, να γίνει, με τη δική του θέληση και τον αγώνα του, κατά χάριν Θεός. Όμως με την συνεργεία του διαβόλου και την κατάχρηση της δικής του ελεύθερης βούλησης, ξέπεσε, έγινε δούλος της αμαρτίας και υποκείμενος στη φθορά και στο θάνατο. Οι πρωτόπλαστοι αψήφησαν την θεία εντολή να μην φάνε από τον καρπό «τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν», με την ρητή προειδοποίηση: «ᾗ δ᾿ ἂν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ᾿ αὐτοῦ, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε» (Γεν.2,17). Αυτή η τραγική ανυπακοή, η οποία νοείται ως ανταρσία κατά του Δημιουργού και ανάδειξη των εαυτών τους ως «θεών» (Γεν.3,5), κατά διαβολή του «ανθρωποκτόνου απ’ αρχής» (Ιωάν.8,43) διαβόλου.
Το ιερό βιβλίο της Γενέσεως περιγράφει με τρόπο τραγικό το φοβερό και μοιραίο για το ανθρώπινο γένος συμβάν. Η ανταρσία τους αυτή τους απέκοψε από την κοινωνία του Θεού και συνεπώς τους στέρησε το αίσθημα της αέναης χαράς, της ασφάλειας, της ελπίδας, γεμίζοντας τις ψυχές τους με αισθήματα φόβου, ανασφάλειας, λύπης, ενοχών και πάσης πονηρίας. Το πρώτο δυσάρεστο αίσθημα που ένοιωσαν ήταν ότι «διηνοίχθησαν οἱ ὀφθαλμοὶ τῶν δύο, καὶ ἔγνωσαν ὅτι γυμνοὶ ἦσαν, καὶ (για τούτο) ἔρραψαν φύλλα συκῆς καὶ ἐποίησαν ἑαυτοῖς περιζώματα» (Γεν.3,7). Άρχισαν να ντρέπονται για το σώμα τους, το οποίο ήταν πλασμένο να δοξάζεται, δι’ αυτού, ο Δημιουργός και τώρα, σε αυτό, να διαπράττεται η αμαρτία, δηλαδή το θέλημα του αντιδίκου διαβόλου.
Το δεύτερο συναίσθημα ήταν ο φόβος. Όταν άκουσαν το Θεό «περιπατοῦντος ἐν τῷ παραδείσῳ τὸ δειλινόν» (Γεν.3,8) κρύφτηκαν. Αυτό ήταν επακόλουθο και αναπόφευκτο. Εξαιτίας της απομάκρυνσής τους από το Θεό άδειασε ψυχικός τους κόσμος από την χάρη του Θεού και το τρομερό αυτό κενό γέμισε με ανασφάλεια. Στο εξής ο φόβος θα είναι το βασανιστικό συναίσθημα του μεταπτωτικού ανθρώπου. Πριν την παρακοή η παρουσία του Θεού και η αέναη και άμεση κοινωνία με Αυτόν, τους γέμιζε με χαρά και ιλαρότητα. Τώρα η θεία παρουσία έγινε βασανιστική, δεν μπορούν να την αντέξουν και κρύβονται. Στο ερώτημα του Θεού «᾿Αδάμ, ποῦ εἶ;», ααπάντησε: «τῆς φωνῆς σου ἤκουσα περιπατοῦντος ἐν τῷ παραδείσῳ καὶ ἐφοβήθην, ὅτι γυμνός εἰμι, καὶ ἐκρύβην» (Γέν.3,9-10). Δεν μπορούν να αντέξουν την θεία παρουσία και κρύβονται. Είναι, κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας, μια εσχατολογική εικόνα. Όπως οι πρωτόπλαστοι υπέφεραν από την παρουσία του Θεού, έτσι θα υποφέρουν και οι αμετανόητοι αμαρτωλοί μετά την Μεγάλη Κρίση. Ενώ οι δίκαιοι θα ευφραίνονται από την θέα και την κοινωνία του Θεού, οι άδικοι θα βασανίζονται από αυτή!
Η διακοπή της κοινωνίας τους με το Θεό διατάραξε και την κοινωνία μεταξύ τους. Η γυνή δεν είναι πλέον η αγαπημένη «βοηθός» του Αδάμ, «ὀστοῦν ἐκ τῶν ὀστέων του καὶ σὰρξ ἐκ τῆς σαρκός του» (Γέν.2,23), αλλά η αιτία του ολέθρου του. Φτάνει στην κατάντια να καταλογίσει στο Θεό την ευθύνη της καταστροφή του: «ἡ γυνή, ἣν ἔδωκας μετ᾿ ἐμοῦ, αὕτη μοι ἔδωκεν ἀπὸ τοῦ ξύλου, καὶ ἔφαγον» (Γέν.3,12), τον κατηγορεί ευθέως ότι Εκείνος είναι ο φταίχτης, διότι του έδωσε τη γυναίκα!
Ο Θεός όμως της άπειρης αγάπης και των αστείρευτων οικτιρμών, όχι μόνο δεν μίσησε τον αποστατημένο άνθρωπο, αλλά άρχισε την υλοποίηση του θείου σχεδίου για την μελλοντική σωτηρία του. Ευθύς αμέσως έδωσε τη μεγάλη και ελπιδοφόρα υπόσχεση ότι σε χρόνους μελλοντικούς το «σπέρμα της γυναικός» θα τον λυτρωσει από τα δεινά της πτώσεως. Πρόκειται για το λεγόμενο «Πρωτοευαγγέλιο», την πρώτη καλή αγγελία, ως «ξεχείλισμα» της αγάπης του Θεού. Ο Θεός απευθυνόμενος προς τον όφη – διάβολο είπε: «ἔχθραν θήσω ἀνὰ μέσον σοῦ καὶ ἀνὰ μέσον τῆς γυναικὸς καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ σπέρματός σου καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ σπέρματος αὐτῆς· αὐτός σου τηρήσει κεφαλήν, καὶ σὺ τηρήσεις αὐτοῦ πτέρναν» (Γέν.3,15). Μια επαγγελία η οποία γράφηκε ανεξίτηλα στην ψυχή των πρωτοπλάστων και μεταβιβάστηκε στους απογόνους τους, δίνοντάς τους κουράγιο στα βάσανά τους, ότι τελικά θα υπάρξει καιρός που αυτά θα εκλείψουν. Το «σπέρμα της γυναικός» δεν είναι άλλος από τον σαρκωμένο Λόγο του Θεού, ο Οποίος θα ενανθρωπιστεί «εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου», για να σώσει το ανθρώπινο γένος.
Υπάρχει μια σημαντική παράμετρος στην αγιογραφική διήγηση της πτώσεως. Η έννοια της μετάνοιας απουσιάζει εντελώς από τους πρωτοπλάστους. Ουδεμία σκέψη πέρασε από το νου τους να αναγνωρίσουν το τραγικό λάθος τους και να ζητήσουν συγνώμη από το Θεό, αρκούμενοι σε φθηνές δικαιολογίες και μεταθέσεις ευθυνών. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας λένε πως αν εκείνη την τραγική στιγμή οι προπάτορές μας μετανοούσαν ειλικρινά και ζητούσαν ταπεινά συγνώμη από τον απόλυτα φιλάνθρωπο Θεό, θα είχαν αποκατασταθεί στην πρότερη της πτώσεως κατάστασή τους.
Μετά τον φοβερό διάλογο με το Θεό, εκδιώχτηκαν από τον Κήπο Εδέμ και δύο αγγελικά όντα τάχθηκαν να φυλάγουν με πύρινες ρομφαίες την πύλη του, για να μην μπορούν να την παραβιάσουν. Το ατέλειωτο δράμα του ανθρωπίνου γένους άρχισε!
Ως δυο αυτές τραγικές ανθρώπινες φιγούρες κάθισαν απέναντι από τον κήπο της τρυφής και θρηνούσαν για το κακό που τους βρήκε. Αναλογίζονταν την πρότερη ευδαιμονία τους, την σύγκριναν με την τωρινή δυστυχία τους, προβλέποντας το μέλλον ζοφερό και γι’ αυτό έκλαιγαν γοερά. Τα καυτά τους δάκρυα πότιζαν την άνυδρη γη και οι σπαραχτικές κραυγές τους τάραζαν την ηρεμία της ερήμου, το αφιλόξενο και εχθρικό περιβάλλον, όπου ήταν αναγκασμένοι να ζήσουν.
Αλλά και πάλι ο θρήνος τους δεν ήταν αποτέλεσμα μεταμέλειας για την ανυπακοή και την ανταρσία τους κατά του Θεού. Δεν ήταν πράξη μετάνοιας και αίτημα συγνώμης προς το Θεό, αλλά ωφελιμιστικός σπαραγμός. Δε θρηνούσαν για το μοιραίο σφάλμα τους, για την ανταρσία τους κατά του Δημιουργού, για τη χαμένη αθωότητα και αγιότητα, αλλά για τη χαμένη υλική ευμάρεια του παραδείσου.
Το αποτέλεσμα είναι γνωστό και τραγικό. Από τότε ξεκινά η κακοδαιμονία στις διανθρώπινες σχέσεις, οι ατέλειωτες και βάρβαρες κοινωνικές συγκρούσεις, οι εξοντωτικοί πόλεμοι, η φρίκη και ο όλεθρος στη γη! Επίσης και αυτή η άψυχη κτίση ήταν εναντίον τους.
Ήρθε, όμως, ο Χριστός και έφερε μια νέα πραγματικότητα, επαναφέροντας την προπτωτική κατάσταση στο ανθρώπινο γένος και θεραπεύοντας τα ολέθρια αποτελέσματα της πτώσεως. Ήρθε να αναδημιουργήσει την βαριά τραυματισμένη και εξαθλιωμένη από την αμαρτία ανθρώπινη φύση και να μεταβάλλει τον πτωτικό κόσμο σε «καινή κτίση» (Β΄Κορ.5,17). Να γεφυρώσει το χάσμα με το Θεό. Γράφει ο απόστολος Παύλος: Θυμηθείτε «ότι ἦτε ἐν τῷ καιρῷ ἐκείνῳ χωρὶς Χριστοῦ, ἀπηλλοτριωμένοι τῆς πολιτείας τοῦ ᾿Ισραὴλ καὶ ξένοι τῶν διαθηκῶν τῆς ἐπαγγελίας, ἐλπίδα μὴ ἔχοντες καὶ ἄθεοι ἐν τῷ κόσμῳ». Τώρα με τον ερχομό του Χριστού, «ὑμεῖς οἱ ποτὲ ὄντες μακρὰν ἐγγὺς ἐγενήθητε ἐν τῷ αἵματι τοῦ Χριστοῦ. αὐτὸς γάρ ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν, ὁ ποιήσας τὰ ἀμφότερα ἓν καὶ τὸ μεσότοιχον τοῦ
φραγμοῦ λύσας, τὴν ἔχθραν, ἐν τῇ σαρκὶ αὐτοῦ τὸν νόμον τῶν ἐντολῶν ἐν δόγμασι καταργήσας, ἵνα τοὺς δύο κτίσῃ ἐν ἑαυτῷ εἰς ἕνα καινὸν ἄνθρωπον ποιῶν εἰρήνην, καὶ ἀποκαταλλάξῃ τοὺς ἀμφοτέρους ἐν ἑνὶ σώματι τῷ Θεῷ διὰ τοῦ σταυροῦ, ἀποκτείνας τὴν ἔχθραν ἐν αὐτῷ· καὶ ἐλθὼν εὐηγγελίσατο εἰρήνην ὑμῖν τοῖς μακρὰν καὶ τοῖς ἐγγύς, ὅτι δι' αὐτοῦ ἔχομεν τὴν προσαγωγὴν οἱ ἀμφότεροι ἐν ἑνὶ πνεύματι πρὸς τὸν πατέρα» (Εφ.2,12-18). Αυτό είναι το άμετρο μέγεθος της θείας ευεργεσίας, αυτό είναι το κοσμογονικό έργο του Χριστού στον κόσμο!
Η αγία μας Εκκλησία όρισε να θυμούμαστε την Κυριακή της Τυρινής αυτό το τραγικό γεγονός, διότι από την επαύριον αρχίζει η Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή, η οποία συμβολίζει την τραγικότητα της μεταπτωτικής μας πορεία. Μα καλεί να συνειδητοποιήσουμε την δεινή μας κατάσταση, την αιχμαλωσία μας στο Σατανά, τη δουλεία μας στην αμαρτία, την διαρκή φθορά μας, η οποία μας οδηγεί στο θάνατο, και να πάρουμε την μεγάλη απόφαση, όπως ο άσωτος της παραβολής, να επιστρέψουμε στο «πατρικό μας σπίτι», στον στοργικό Πατέρας μας, ο Οποίος μας περιμένει εναγωνίως να μας αποκαταστήσει στην δοξασμένη κατάσταση, που μας δημιούργησε.
Αυτήν την ιερή περίοδο η Αγία μας Εκκλησία μας δίνει και τα σωστικά μέσα να πετύχουμε την πνευματική μας αναγέννηση, τα οποία αναφέρονται στην ευαγγελική περικοπή της ημέρας. Το πρώτο είναι η συγχωρητικότητα προς τους συνανθρώπους μας, διότι αν δεν συγχωρήσουμε τα πταίσματα όσων μας έβλαψαν, «οὐδὲ ὁ πατὴρ ημῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ημῶν» (Ματθ.6,14), ως άρση των κοινωνικών συγκρούσεων. Το δεύτερο είναι η μη επιδεικτική νηστεία, «ὅπως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες», αλλά να γίνεται, «ἐν τῷ κρυπτῷ». Η νηστεία είναι το αντίδοτο της λαιμαργίας που επέδειξαν οι πρωτόπλαστοι, χάνοντας τον παράδεισο και γι’ αυτό ο Χριστός διαβεβαίωσε πως «τούτο το γένος εν ουδενί δύναται εξελθείν ει μη εν προσευχή και νηστεία» (Μαρκ.9,29) τονίζοντας την αποτελεσματικότητα της νηστείας και της προσευχής, ως τα δύο νοητά φτερά, με τα οποία μπορούμε να αποκολληθούμε από τα γήινα, αμαρτωλά και φθαρτά πράγματα.
Μας ζητά επίσης να απαγκιστρωθούμε από τα υλικά «αγαθά», τους «θησαυρούς» της γης, οι οποίοι μας αποσπούν από τον πνευματικό μας αγώνα και μας δεσμεύουν να εργαστούμε για την τελείωσή μας και οι οποίοι είναι φθαρτοί και τους κατατρώει η μούχλα και η σκουριά και τους αρπάζουν οι κλέφτες. «Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σὴς καὶ βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται διορύσσουσι καὶ κλέπτουσι· θησαυρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν» (Ματθ.6,19). Αντί να αποθηκεύουμε υλικά αγαθά στη γη, να αποθηκεύουμε πνευματικά αγαθά στον ουρανό, δηλαδή, αγαθά έργα, ως ξεχείλισμα της πίστεώς μας.
Η ενθύμηση της έξωσης των πρωτοπλάστων από τον παράδεισο της τρυφής, είναι επιβεβλημένη, διότι μπορεί να μας βοηθήσει να συναισθανθούμε την τραγικότητά μας μακριά από το Θεό. Την επομένη ημέρα (Καθαρά Δευτέρα) αρχίζει ο αγώνας μας κατά των ψυχοκτόνων παθών μας, με αυστηρή νηστεία σώματος και ψυχής. Ο ιερός υμνογράφος της ημέρας μας αναγγέλλει: «το στάδιον των αρετών ηνέωκται», «έφθασε καιρός, η των πνευματικών αγώνων αρχή, η κατά των δαιμόνων νίκη, πάνοπλος εγκράτεια», έφτασε «ο καλός της νηστείας αγών». Οι προπάτορές μας αποτελούν ιδανικό παράδειγμα συνετισμού μας. Η λαιμαργία τους, τους οδήγησε στην απώλεια.
Δεν θα πρέπει να τους μιμηθούμε και στον υποκριτικό και ωφελιμιστικό τους θρήνο, αλλά ο δικός μας θρήνος πρέπει να είναι μυστικός στεναγμός, σιωπηρό
ξέσπασμα «στεναγμών αλαλήτων» (Ρωμ.8,26) για την αμαρτωλότητά μας, συνοδευόμενος από οντολογική συντριβή και μετάνοια, η οποία είναι το ανεκτίμητο θείο δώρο σε μας, το μόνο αντίδοτο για την ασθένεια της ψυχής μας, το «εισητήριο» της επιστροφής μας στο Θεό Πατέρα μας, και ο μόνος τρόπος επίτευξης της σωτηρίας μας, «άχρις ου μορφωθή Χριστός εν ημίν» (Γαλ.4,19).
Η ιερή περίοδος της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής είναι η ευλογημένη ευκαιρία μας να ξυπνήσουμε από τον πνευματικό μας λήθαργο, όπως μας παροτρύνει ο απόστολος Παύλος στο αποστολικό ανάγνωσμα της ημέρας, τονίζοντας ότι είναι «ὥρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι· νῦν γὰρ ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν. ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν» (Ρωμ.13,11). Αυτή η έγερσή μας θα αποβεί σωτήρια, διότι έτσι θα δυνηθούμε να καθαριστούμε «από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος», θα λαμπρύνουμε την «στολή της ψυχής» μας και θα φτάσουμε στο Άγιο Πάσχα, καθαρμένοι και αγιασμένοι, για να εορτάσουμε θεοφιλώς και επωφελώς το μέγα κοσμοσωτήριο γεγονός της Αναστάσεως του Κυρίου μας Ιησού Χριστού!
Καλή Μεγάλη Τεσσαρακοστή – καλό στάδιο!