Το πρόγραμμα στέγασης προσφύγων και αιτούντων άσυλο σε διαμερίσματα, σε Δήμους ανά την Ελλάδα, λήγει στο τέλος του 2018 και ήδη, κυβέρνηση, Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και δήμαρχοι, συζητούν το ζήτημα της συνέχισής του το 2019, απευθείας από την τοπική αυτοδιοίκηση, υπό την εποπτεία του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής.
Το ζήτημα απασχόλησε σήμερα εκπροσώπους υπουργείων και δημάρχους, σε ημερίδα που διοργάνωσε η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Αθήνα, με θέμα «Στεγάζοντας αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες: οι δήμοι ανταλλάσσουν εμπειρίες και ιδέες για το μέλλον».
Σημειώνεται ότι το πρόγραμμα στέγασης ESTIA υλοποιείται σήμερα από 13 Δήμους και εννιά μη κυβερνητικές οργανώσεις σε όλη τη χώρα και χρηματοδοτείται από το Τμήμα Ανθρωπιστικής Βοήθειας και Πολιτικής Προστασίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (DG ECHO).
Ωστόσο, ο επικεφαλής της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα, Φιλίπ Λεκλέρκ, εξήγησε ότι για το 2018 υπάρχει η δέσμευση για χρηματοδότηση 22.000 θέσεων του προγράμματος από την ECHO, αλλά μετά το τέλος αυτής της περιόδου «είναι σημαντικό να διασφαλίσουμε ότι όσα έχουμε χτίσει θα παραμείνουν βιώσιμα και πέρα από το 2018», με χρηματοδότηση από τον εθνικό προϋπολογισμό «και με στήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μέσω της DG HOME, της DG ECHO ή άλλων διαρθρωτικών ταμείων και την καθοδήγηση της ελληνικής κυβέρνησης».
Δ. Αβραμόπουλος: Να δοθούν εργαλεία στις τοπικές κοινωνίες
Χαιρετίζοντας την εκδήλωση, ο επίτροπος Μετανάστευσης, Εσωτερικών Υποθέσεων και Ιθαγένειας, Δημήτρης Αβραμόπουλος, επισήμανε ότι στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή «πολύ γρήγορα αναγνωρίσαμε ότι είναι πλέον σημαντικό να δοθούν στις τοπικές κοινωνίες και τους Δήμους τα μέσα, οι δυνατότητες και τα εργαλεία που θα τους επιτρέψουν να διαδραματίσουν με επιτυχία τον βασικό τους ρόλο για την ένταξη των προσφύγων και την διασφάλιση της απαραίτητης κοινωνικής συνοχής».
Στα εργαλεία αυτά, συνέχισε ανήκει «και μια σειρά έργων στήριξης έκτακτης ανάγκης για την Ελλάδα που ανακοίνωσε φέτος τον Ιούλιο η Επιτροπή».
Ο κ. Αβραμόπουλος τόνισε επιπλέον, ότι προτεραιότητα της Επιτροπής αποτελούν επίσης η στήριξη των ελληνικών αρχών για να βελτιώσουν την κατάσταση των μεταναστών, «με απόλυτη προτεραιότητα στις ευπαθείς ομάδες», η διάνοιξη ασφαλών και νόμιμων οδών «με τη χρηματοδότηση 50.000 επανεγκαταστάσεων ως το 2019» και η μεταρρύθμιση του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου.
Για το τελευταίο εξέφρασε την πεποίθηση ότι «θα κυριαρχήσει η καλή πίστη στη συνεννόηση ανάμεσα στα κράτη μέλη, ώστε να επιτευχθούν συγκεκριμένα αποτελέσματα ως τον Ιούνιο του 2018.
Εξάλλου, ο επίτροπος τόνισε, ότι «στην Ευρώπη εντείνουμε τις προσπάθειές μας για να υιοθετήσουμε μια σταθερή, σύγχρονη και βιώσιμη πολιτική για τη μετανάστευση και ιδιαίτερα για τη νόμιμη οικονομική μετανάστευση» και ότι «είμαστε σε διάλογο με τα κράτη μέλη για την έναρξη των πρώτων πιλοτικών προγραμμάτων για νόμιμους οικονομικούς μετανάστες με σημαντικές τρίτες χώρες εταίρους μας».
Στο πλαίσιο αυτό ο κ. Αβραμόπουλος ζήτησε να επιτευχθεί σύντομα πολιτική συμφωνία επάνω στην πρότασή του «για την οδηγία για τη "μπλε κάρτα", τη νόμιμη άδεια για οικονομικούς μετανάστες υψηλής εξειδίκευσης με ισχύ σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση».
Τέλος, ο επίτροπος έκανε μνεία για την κατάσταση στη Λιβύη, όπου «η χώρα δυστυχώς δεν έχει καταφέρει να βρει την ενότητα και τη συνοχή της. Δεν έχουμε αξιόπιστους και ισχυρούς συνομιλητές. Είναι διάδρομος ανοιχτός και παράδεισος για τους διακινητές, οι οποίοι εκμεταλλεύονται αδίστακτα τους απελπισμένους αυτούς ανθρώπους».
Γ. Μουζάλας: Πολιτικές ένταξης των προσφύγων
Μιλώντας στην ημερίδα, ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής, Γιάννης Μουζάλας, επισήμανε ότι «ο προγραμματισμός της κυβέρνησης είναι το μεταναστευτικό να περάσει στους Δήμους, όπως και οι οικονομικές επιχορηγήσεις γι΄ αυτό» και συμπλήρωσε ότι «δεν το πετύχαμε για το 2018, αλλά για το 2019 δημιουργήθηκαν οι συνθήκες ώστε το πρόγραμμα να αποδοθεί στους Δήμους με την εποπτεία της κεντρικής κυβέρνησης».
Ο ίδιος έδωσε έμφαση στην προσπάθεια του υπουργείου να υλοποιήσει πολιτικές ένταξης. Στο πλαίσιο αυτό, το υπουργείο υλοποιεί καταγραφή των επαγγελματικών δεξιοτήτων όλων των προσφύγων και μεταναστών στη χώρα, καθώς και χορήγηση ΑΜΚΑ και ΑΦΜ.
Επιπλέον, το υπουργείο θα προχωρήσει στην υλοποίηση προγράμματος εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας σε συνεργασία με το υπουργείο Παιδείας.
Ο υπουργός Υγείας, Ανδρέας Ξανθός, παρατήρησε από την πλευρά του ότι το υπουργείο ανέλαβε από την άνοιξη του 2017 την ευθύνη της ολιστικής υγειονομικής φροντίδας των προσφύγων και μεταναστών στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης, στα προαναχωρησιακά κέντρα, στις δομές ανοιχτής φιλοξενίας και στις όμορες δημόσιες δομές υγείας. Στο πλαίσιο αυτό προσλήφθηκαν 711 επαγγελματίες υγείας, από τους οποίους οι 476 στην ηπειρωτική χώρα και οι 235 στα νησιά, ενώ έγιναν περίπου 70.000 εμβολιασμοί, κυρίως παιδικού πληθυσμού.
Σήμερα, συνέχισε, προκύπτουν νέες ανάγκες, «καθώς έχουμε ανθρώπους με μακροχρόνια παραμονή στη χώρα και σε συνθήκες μαζικής διαβίωσης. Πρέπει να προχωρήσουμε με νέο σχέδιο το επόμενο διάστημα».
Η αναπληρώτρια υπουργός Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Θεανώ Φωτίου, εξήγησε ότι το υπουργείο Εργασίας συμβάλλει με δύο μηχανισμούς, το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης και τα Κέντρα Κοινότητας, όπου πληροφορούνται οι δικαιούχοι για τα επιδόματα που μπορούν να λάβουν και τις τοπικές υπηρεσίες στις οποίες μπορεί να απευθύνεται για τις ανάγκες του.
Τέλος, η εκπρόσωπος του υπουργείου Παιδείας, Βασιλική Κατριβάνου ανακοίνωσε ότι αυτή την εβδομάδα ξεκινούν οι απογευματινές τάξεις υποδοχής για τα προσφυγόπουλα στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ενώ φέτος για πρώτη φορά θα λειτουργήσουν και νηπιαγωγεία μέσα στα camp. Τέλος, σε φάση έγκρισης βρίσκεται το πρόγραμμα ελληνομάθειας για περίπου 5.000 παιδιά άνω των 15 ετών.
Προβλήματα και προκλήσεις του προγράμματος στέγασης
Στα προβλήματα αλλά και τις προκλήσεις για τη συνέχιση του προγράμματος μετά το 2018, αναφέρθηκαν οι δήμαρχοι που έχουν αναλάβει τη φιλοξενία προσφύγων στις περιοχές τους. Μεταξύ άλλων ανέδειξαν τα ζητήματα της ένταξης των προσφύγων στην κοινωνία, αλλά και τις ασφυκτικές γραφειοκρατικές διαδικασίες που, όπως είπαν, τους αναγκάζουν συχνά να κινούνται στα όρια της νομιμότητας. Στη συντριπτική πλειονότητά τους, οι δήμαρχοι ζήτησαν την κατανομή της ευθύνης σε όλους τους Δήμους της χώρας.
Ο δήμαρχος Αθηναίων, Γιώργος Καμίνης, ανακοίνωσε ότι με πρωτοβουλία των Δήμων Αθηναίων και Θεσσαλονίκης θα υπογραφεί ένα μνημόνιο συνεργασίας που θα αποτελεί έκφραση πολιτικής βούλησης να συνεργαστούν οι δύο Δήμοι στο θέμα της ένταξης. Οι δύο δήμαρχοι κάλεσαν και τους υπόλοιπους δήμους που συμμετέχουν στο πρόγραμμα στέγασης να συνυπογράψουν το μνημόνιο.
Ο δήμαρχος Αθηναίων, Γιώργος Καμίνης, παρατήρησε ότι θα έπρεπε «η κυβέρνηση μαζί με την Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδας να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι, ώστε να γίνει προγραμματισμός από κοινού και κατανομή της ευθύνης σε όλη τη χώρα». Ο ίδιος συμφώνησε ότι η διαχείριση θα πρέπει να περάσει στους Δήμους «που βρίσκονται κοντά στα προβλήματα και είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα καλύτερα».
Συμπλήρωσε ωστόσο, ότι «δεν πρέπει να θυμόμαστε τους Δήμους όταν έχουμε πρόβλημα το οποίο δεν μπορεί η κεντρική κυβέρνηση να αντιμετωπίσει». Επίσης, ο κ. Καμίνης πρότεινε ο φόρος ακίνητης περιουσίας να περάσει στους Δήμους, όπως και να αλλάξει ο χαρακτήρας του προγράμματος «που μέχρι σήμερα θέτει ένα πλαίσιο παροχής στέγασης και βασικών υπηρεσιών που δεν έχει ως στόχο την ένταξη».
Για την επαγγελματική ένταξη των προσφύγων, ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης, Γιάννης Μπουτάρης, πρότεινε οι πρόσφυγες να αξιοποιηθούν στις αγροτικές εργασίες «και να μην εισάγονται στη Μακεδονία 15.000- 20.000 εργάτες γης από τοα Βαλκάνια». Ο ίδιος ανέφερε ότι η διατήρηση των στρατοπέδων για τη φιλοξενία προσφύγων «μόνο πρόβλημα θα δημιουργήσει» και ζήτησε να υπάρξει νέο καθεστώς χρηματοδοτήσεων καθώς «κινδυνεύουμε να οδηγηθούμε σε κατάρρευση των δομών».
«Το πρόγραμμα υποδοχής και στέγασης λήγει σε λίγες μέρες και παραμένει εκκρεμής η τύχη του το 2018 και κυρίως το 2019. Δεν ξέρουμε τι θα γίνει», είπε χαρακτηριστικά.
«Αγωνία μας είναι η επόμενη μέρα» δήλωσε χαρακτηριστικά ο δήμαρχος Τρικκαίων, Δημήτρης Παπαστεργίου. «Το πρόγραμμα λήγει το 2018 και δεν ξέρω πώς θα πούμε στους πρόσφυγες να βγουν έξω από τα διαμερίσματα. Ακόμα και αν υπάρχουν διαμερίσματα δεν θα υπάρχει τρόπος χρηματοδότησής του» παρατήρησε. «Έχουμε ένα χρόνο για να οργανωθούμε και πρέπει να βρούμε λύση με την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ύπατη Αρμοστεία», συμπλήρωσε ο ίδιος.
Την αγωνία του εξέφρασε ο κ. Παπαστεργίου και για το θέμα της ένταξης, καθώς «με την ανεργία να φτάνει στο 27% δεν θα μπορέσουμε χωρίς τη βοήθεια της κυβέρνησης ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης να βοηθήσουμε τους πρόσφυγες στην ένταξή τους».
Η δήμαρχος Λεβαδέων, Γιώτα Πούλου, πρότεινε να εκπονηθούν μικτά προγράμματα εργασίας για Έλληνες πολίτες και πρόσφυγες. Η ίδια επισήμανε ότι μέχρι τώρα οι δομές υγείας της περιοχής της δεν ενισχύθηκαν με ιατρικό προσωπικό γιατί δεν είχε η Λιβαδειά δομή φιλοξενίας και ζήτησε από το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής αυτό να διορθωθεί.
Επίσης, η κ. Πούλου ζήτησε να αναλάβει η τοπική αυτοδιοίκηση την ευθύνη «χωρίς υποκρισία» και συμπλήρωσε ότι «αν οι πρόσφυγες κατανεμηθούν αναλογικά στους Δήμους, τα προβλήματα δεν θα υπάρξουν, θα εκλείψουν». Επίσης, η κ. Πούλου χαρακτήρισε την έκδοση ΑΜΚΑ και ΑΦΜ «γραφειοκρατική περιπέτεια» με μόλις το 29% των ωφελούμενων της Λιβαδειάς να τα έχουν αποκτήσει.
Ο δήμαρχος Καρδίτσας, Φώτης Αλεξάκος, πρότεινε να υπάρξει νομοθετικό πλαίσιο για έναρξη επιχειρήσεων από πρόσφυγες. Χαρακτήρισε επίσης το 2019 «δύσκολη χρονιά για όλους». «Πρέπει να μας απασχολήσει το πώς θα γίνει η ένταξη για όλους άρα πρέπει να σχεδιάσουμε ειδικά προγράμματα απασχόλησης και επιχειρηματικότητας», τόνισε.
Τη συμμετοχή στο πρόγραμμα όλης της τοπικής αυτοδιοίκησης ζήτησε και ο δήμαρχος Λάρισας, Απόστολος Καλογιάννης,. Ο ίδιος έκανε λόγο για γραφειοκρατικές διαδικασίες που καθυστερούν την εφαρμογή του προγράμματος. Τις ίδιες γραφειοκρατικές διαδικασίες ανέλυσε και ο δήμαρχος Νέας Φιλαδέλφειας- Νέας Χαλκηδόνας, Άρης Βασιλόπουλος, ο οποίος περιέγραψε ότι «η παραμικρή μας κίνηση είναι στα όρια της νομιμότητας και για να τρέξει το πρόγραμμα απαιτείται οι δήμαρχοι και οι υπάλληλοι να αναλαμβάνουμε τη νομική ευθύνη για τις ενέργειές μας».
«Αν η τοπική αυτοδιοίκηση πρόκειται να παίξει σημαντικό ρόλο πρέπει το κράτος να θεσμοθετήσει τις κατάλληλες διαδικασίες, ώστε η πρόσληψη προσωπικού, η ενοικίαση διαμερισμάτων και οι συμβάσεις προμηθειών να είναι ευκολότερες και πιο γρήγορες», συμπλήρωσε.
Στο ίδιο πνεύμα, ο δήμαρχος Συκεών, Σίμος Δανιηλίδης εξήγησε ότι στο τέλος του 2017 λήγει η μεταβατική διάταξη «που διευκολύνει πράξεις και αναθέσεις μικρού χαρακτήρα για διαμερίσματα» και ζήτησε να συνεχιστεί και το 2018 «αυτό το μικρό πλέγμα προστασίας για ζητήματα νομιμότητας».
Πάντως και η Ευαγγελία Κτιστάκη, από τη διεύθυνση Προστασίας Αιτούντων Άσυλο και Προσφύγων του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, παραδέχθηκε ότι «χρειάζονται νομικές ρυθμίσεις για να κάνουν πιο ευέλικτη τη διαχείριση του προγράμματος από τους δήμους». Ωστόσο, διευκρίνισε, ότι «η νομοθεσία δεν έχει μεγάλο περιθώριο να εξαιρεί ή να αλλάζει άρδην τις διαδικασίες γιατί ενσωματώνει ευρωπαϊκές οδηγίες. Θα πρέπει όμως να βρεθεί μια ισορροπία ώστε να διαχειριζόμαστε σύννομα και ευέλικτα τις ανθρωπιστικές ανάγκες».