Ακούγεται απίθανο αλλά, σύμφωνα με νέα έρευνα, η σοκολάτα θα μπορούσε να αποτρέψει την ανάπτυξη διαβήτη.
Συγκεκριμένα, μία ένωση στο κακάο, γνωστή ως επικατεχίνη, ενισχύει την έκκριση ινσουλίνης από συγκεκριμένα κύτταρα.
Η επικατεχίνη είναι φλαβονοειδές που υπάρχει στο κακάο και το τσάι. Μπορεί να προστατεύσει τον εγκέφαλο μετά από αγγειοεγκεφαλικό επεισόδιο, αυξάνοντας τα κυτταρικά σήματα που προστατεύουν τα νευρικά κύτταρα από βλάβες.
Αυτό επιτυγχάνεται μέσω της ενεργοποίησης του Nrf2 και της αύξησης του νευροπροστατευτικού ενζύμου ΗΟ1.
Η ένωση αυτή συμβάλλει επίσης στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και αυξάνει την ικανότητα των ζώων να αντιμετωπίζουν υψηλά επίπεδα γλυκόζης στο αίμα.
Αν και η μελέτη διεξήχθη μόνο σε ζώα, οι ερευνητές επισημαίνουν ότι οι άνθρωποι μπορεί να ωφεληθούν από μεγάλες ποσότητες της συγκεκριμένης ένωσης.
Ο συγγραφέας της μελέτης, καθηγητής Jeffery Tessem από το Πανεπιστήμιο Brigham Young (BYU), δήλωσε: «Ίσως χρειαστεί να φάτε πολύ κακάο αλλά δεν πρέπει να το συνδυάσετε με ζάχαρη. Είναι η ένωση στο κακάο που χρειάζεστε».
Οι ερευνητές βασίστηκαν σε προηγούμενη έρευνα του Πολυτεχνικού Ινστιτούτου και Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Βιρτζίνια.
Οι επιστήμονες έδωσαν επικατεχίνη σε ζώα που ακολουθούσαν διατροφή με πολλά λιπαρά.
Διαπίστωσαν ότι η συγκεκριμένη ένωση μείωσε την παχυσαρκία και βελτίωσε την ικανότητα των ζώων να αντιμετωπίσουν τα υψηλά επίπεδα γλυκόζης στο αίμα.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η επικατεχίνη ενισχύει την ικανότητα των β-κυττάρων να εκκρίνουν ινσουλίνη.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Tessem, η επικατεχίνη προστατεύει τα κύτταρα και αυξάνει την ικανότητά τους να αντιμετωπίζουν το οξειδωτικό στρες.
Ο συν-συγγραφέας της μελέτης καθηγητής Andrew Neilson πρόσθεσε: «Αυτά τα αποτελέσματα θα μας βοηθήσουν να φτάσουμε πιο κοντά στην αποτελεσματική χρήση αυτών των ενώσεων σε τρόφιμα ή συμπληρώματα για να διατηρήσουμε τον φυσιολογικό έλεγχο της γλυκόζης στο αίμα και ενδεχομένως να καθυστερήσουμε ή να αποτρέψουμε την εμφάνιση του διαβήτη τύπου 2».
Τα ευρήματα δημοσιεύθηκαν στην επιθεώρηση Journal of Nutritional Biochemistry.
Πηγή: onmed.gr