Εδώ και 35 χρόνια έχουν γίνει πολλές αποστολές στο ναυάγιο του «Τιτανικού».
Εδώ και 35 χρόνια έχουν γίνει πολλές αποστολές στο ναυάγιο του «Τιτανικού». Κανείς μέχρι σήμερα δεν βρήκε κάποιο ανθρώπινο ίχνος, σύμφωνα με την εταιρεία που κατέχει τα δικαιώματα έρευνας, όπως μεταδίδει το Bloomberg.
Ωστόσο με αφορμή την πρόθεση της εταιρείας να ανακτήσει τον εμβληματικό εξοπλισμό ασυρμάτου έχει ξεσπάσει μια συζήτηση: είναι δυνατόν να υπάρχουν στο πιο διάσημο ναυάγιο του κόσμου λείψανα επιβατών ή μελών του πληρώματος, έναν αιώνα μετά τον θάνατό τους;
Το ερώτημα αναγείρουν οι δικηγόροι της αμερικανικής κυβέρνησης σε μια συνεχιζόμενη δικαστική διαμάχη προκειμένου να παρεμποδίσουν την προγραμματισμένη αποστολή. Για το λόγο αυτό επικαλούνται αρχαιολόγους οι οποίοι υποστηρίζουν ότι κάτι τέτοιο είναι πιθανό. Και εκτιμούν ότι η εταιρεία δεν λαμβάνει υπόψη της αυτήν την πιθανότητα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Η πρόθεση της εταιρείας RMS Titanic Inc., είναι να εκθέσει τον ασύρματο τηλέγραφο Marconi που διέθετε το πλοίο.
Μέσω αυτού δόθηκε το αγωνιώδες σήμα για τη βύθιση του υπερωκεάνιου ενώ θεωρείται ότι συνετέλεσε στη διάσωση περίπου 700 ανθρώπων, οι οποίοι πρόλαβαν να επιβιβαστούν σε βάρκες.
Η ανάκτηση του εξοπλισμού σημαίνει ότι ένα μη επανδρωμένο υποβρύχιο να πρέπει να περάσει από έναν φεγγίτη ή να κόψει τη βαριά διαβρωμένη στέγη στο κατάστρωμα του πλοίου. Η βεντούζα αναρρόφησης θα αφαιρούσε τη λάσπη που έχει μαζευτεί, ενώ οι βραχίονες θα μπορούσαν να κόψουν ηλεκτρικά καλώδια.
Η 7χρονη Έβα Χαρτ και η μητέρα της επέζησαν στο ναυάγιο. Ο πατέρας της οικογένειας, όχι
Σύμφωνα με την RMS Titanic Inc., αν υπήρχε οποιοδήποτε ανθρώπινο ίχνος αυτό θα είχε εντοπιστεί σε κάποια από τις σχεδόν 200 καταδύσεις που έχουν γίνει στο ναυάγιο.
Μουσειακός χώρος ή τάφος;
Η διαμάχη δεν είναι καινούρια. Είναι παλαιότερη και πηγάζει από μια παλαιότερη διαφωνία σχετικά με το πώς πρέπει να τιμηθούν τα θύματα του Τιτανικού και για το αν πρέπει να επιτραπεί η είσοδος μιας καταδυτικής αποστολής μέσα στο κέλυφος.
Τον περασμένο Μάιο, ένας ομοσπονδιακός δικαστής στο Νόρφολκ της Βιρτζίνια ενέκρινε μια τέτοια αποστολή.
Η Αμερικανίδα επαρχιακή δικαστής Ρεμπέκα Μπιτς Σμιθ έγραψε ότι η ανάκτηση του ασυρμάτου «θα συνέβαλε στην κληρονομιά που άφησε πίσω της η ανεξίτηλη απώλεια του Τιτανικού, οι επιζώντες και τα θύματα».
Ωστόσο η αμερικανική κυβέρνηση τον Ιούνιο υποστήριξε ότι η αφαίρεση συνιστά παραβίαση του ομοσπονδιακού νόμου και της συμφωνίας με τη Βρετανία, η οποία αναγνωρίζει το ναυάγιο ως μνημείο.
Ο Τιτανικός ταξίδευε από την Αγγλία με προορισμό τη Νέα Υόρκη το 1912 όταν έπεσε πάνω με παγόβουνο στο Βόρειο Ατλαντικό με αποτέλεσμα να βυθιστεί. Η ανακάλυψη του ναυαγίου έγινε το 1985.
Από τότε πολλοί εξερευνητές έχουν πραγματοποιήσει μεμονωμένες έρευνες σε τμήματα του πλοίου. Κατά τη διάρκεια της δικής του έρευνας το 2001, ο σκηνοθέτης Τζέιμς Κάμερον ερεύνησε την περιοχή όπου βρίσκεται ο εξοπλισμός του τηλέγραφου.
Σύμφωνα με την εταιρεία, η θέση της αμερικανικής κυβέρνησης βασίζεται μόνο στο συναίσθημα και όχι στα επιστημονικά δεδομένα.
Το Βρετανικό επιβατηγό υπερωκεάνιο «Τιτανικός», τμήμα του στόλου της White Star Line, βυθίστηκε στον Βόρειο Ατλαντικό Ωκεανό στις 15 Απριλίου 1912 μετά από σύγκρουση με ένα παγόβουνο κατά το παρθενικό ταξίδι του από το Σαουθάμπτον προς τη Νέα Υόρκη.
Η ίδια υποστηρίζει ότι «η εταιρεία όλα αυτά τα χρόνια έχει αντιμετωπίσει το ναυάγιο τόσο ως αρχαιολογικό χώρο όσο και ως χώρο ταφής με ευλάβεια και σεβασμό. Και αυτό δεν αλλάζει, ακόμη κι αν στην πραγματικότητα εξακολουθούν να υπάρχουν ανθρώπινα υπολείμματα.
Ο Ντέιβιντ Κόνλιν, επικεφαλής της κρατικής υπηρεσίας που ασχολείται με υποθαλλάσιους πόρους υπέβαλε επίσης δήλωση κατά της αποστολής λέγοντας ότι θα ήταν επιστημονικά αδύνατον να μην υπάρχουν ανθρώπινα ίχνη ακόμη επάνω στο πλοίο, ενώ πρόσθεσε ότι ναυάγια παλιότερα από εκείνα του Τιτανικού, διατηρούν επάνω τους ανθρώπινα ίχνη.
Οκτώ ναυτικά λείψανα ανακαλύφθηκαν στο H.L. Hunley, ένα ομόσπονδο υποβρύχιο που βυθίστηκε το 1864. Και ανθρώπινα οστά βρέθηκαν στον πρώτο αιώνα π.Χ. ναυάγιο κοντά στο ελληνικό νησί των Αντικυθήρων.
«Το πολύ βαθύ, κρύο νερό χαμηλού οξυγόνου είναι ένα απίστευτο μέσο συντήρησης», λέει ο Κόνλιν. «Τα ανθρώπινα υπολείμματα που θα περιμέναμε να βρούμε θα είναι στους εσωτερικούς χώρους που είναι πιο δύσκολο να έχουν πρόσβαση, όπου η διατήρηση θα είναι τόσο τραγική όσο και θεαματική».