Όσοι περπατάνε αργά όχι για να απολαύσουν το τοπίο γύρω τους αλλά από ανάγκη ίσως πρέπει να επισκεφτούν άμεσα τον καρδιολόγο τους, προτρέπει μια νέα επιστημονική μελέτη ερευνητών από Βρετανία.
Η μελέτη, η οποία δημοσιεύεται αναλυτικά στην επιθεώρηση , βασίστηκε σε στοιχεία για σχεδόν μισό εκατομμύριο μεσήλικες. Κανένας από τους συμμετέχοντες δεν είχε εκδηλώσει καρδιοπάθεια κατά το ξεκίνημα της μελέτης.
Σε διάστημα 6,3 ετών από τη συλλογή των στοιχείων καταγράφηκαν 8.598 θάνατοι, εκ των οποίων 1.654 από καρδιαγγειακή νόσο.
Η παράμετρος στην οποία εστίασαν οι ερευνητές ήταν ο αυτοαναφερόμενος ρυθμός βαδίσματος. «Η μελέτη μας είχε ως θέμα την ταχύτητα βαδίσματος, δηλαδή αν κάποιος περπατά με αργό, σταθερό ή ζωηρό ρυθμό, και το αν η παράμετρος αυτή μπορεί να προβλέψει τον κίνδυνο θανάτου από καρδιοπάθεια στο μέλλον» ο Τομ Γέιτς, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Λέστερ και επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας.
Η ανάλυση των διαθέσιμων στοιχείων οδήγησε τους ερευνητές στο συμπέρασμα ότι οι άνθρωποι που περπατούν με αργό ρυθμό, όπως οι ίδιοι δηλώνουν, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο θανάτου λόγω καρδιοπάθειας σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό.
«Οι άνθρωποι που περπατούν αργά έχουν διπλάσιες πιθανότητες να χάσουν τη ζωή τους λόγω καρδιαγγειακού προβλήματος σε σύγκριση με όσους περπατούν με ζωηρό ρυθμό. Αυτό φάνηκε να ισχύει τόσο για τους άντρες όσο και για τις γυναίκες και δεν ήταν δυνατό να εξηγηθεί από παράγοντες κινδύνου όπως το κάπνισμα, ο δείκτης μάζας σώματος, η διατροφή ή οι ώρες που περνούσαν μπροστά στην τηλεόραση. Το εύρημα υποδεικνύει ότι ο ρυθμός βαδίσματος αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου για τον καρδιακό θάνατο» εξηγεί ο Γέιτς και συμπληρώνει:
«Διαπιστώσαμε επίσης ότι ο αυτοαναφερόμενος ρυθμός βαδίσματος συνδέεται με τηνυποκειμενική αντοχή ενός ατόμου στη γυμναστική, κατ’ επέκταση συνάγεται ότι ο ρυθμός βαδίσματος αποτελεί καλή ένδειξη για τη φυσική κατάσταση γενικότερα. Έτσι, ο αυτοαναφερόμενος ρυθμός βαδίσματος θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως δείκτης για τον εντοπισμό των ατόμων εκείνων που έχουν κακή φυσική κατάσταση και που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας και τα οποία θα μπορούσαν να επωφεληθούν από στοχευμένες παρεμβάσεις».
onmed.gr