
Σημαντικές αλλαγές φέρνει η επικείμενη αναμόρφωση του Κληρονομικού Δικαίου, με την αρμόδια Επιτροπή να έχει σχεδόν ολοκληρώσει τις εργασίες της και να προγραμματίζει την κατάθεση της τελικής πρότασης στο υπουργείο Δικαιοσύνης τον ερχόμενο Σεπτέμβριο. Στο επίκεντρο της μεταρρύθμισης βρίσκονται κρίσιμα ζητήματα που σχετίζονται με τις διαθήκες, τη νόμιμη μοίρα, τις περιπτώσεις κληρονομιάς χωρίς διαθήκη, αλλά και τη ρύθμιση των χρεών που μεταβιβάζονται στους κληρονόμους.
Τα περισσότερα ζητήματα σύμφωνα με τον «Ελεύθερο Τύπο», φαίνεται πως έχουν ήδη «κλειδώσει», με αρκετές καινοτόμες ρυθμίσεις να έχουν δρομολογηθεί, ενώ απομένει ένα καθοριστικό ζήτημα αυτό της ευθύνης για τα χρέη της κληρονομιάς το οποίο αναμένεται να κριθεί στην επόμενη και πιθανώς τελευταία συνεδρίαση της Επιτροπής, στις αρχές Σεπτεμβρίου.
1 Αλλαγές όταν δεν υπάρχει διαθήκη: Η Επιτροπή (όλοι νομικοί εγνωσμένης αξίας, με βαθιά γνώση του Κληρονομικού Δικαίου) έχει καταλήξει, σύμφωνα με πληροφορίες, στο να αυξηθεί το ποσοστό που λαμβάνει ο επιζών σύζυγος του τεθνεώτος, στην περίπτωση που δεν υπάρχει κληρονομιά. Μέχρι σήμερα, ο/η σύζυγος που κληρονομεί εξ αδιαθέτου (όπως ονομάζεται η διαδικασία όταν δεν υπάρχει διαθήκη) λαμβάνει το 25% της κληρονομιάς και τα παιδιά μοιράζονται το υπόλοιπο 75%. Εφεξής, το ποσοστό αυτό αλλάζει και γίνεται 33,3% για τον/τη σύζυγο, με τα παιδιά να λαμβάνουν τα 2/3 της κληρονομιάς.
Η αλλαγή αυτή αποφασίστηκε με το σκεπτικό ότι ο/η σύζυγος έχει μεγαλύτερη συμμετοχή στην κληρονομούμενη περιουσία, αλλά και γιατί συνήθως χρήζει μεγαλύτερης προστασίας, αφού είναι και πιο μεγάλης ηλικίας.
Στις περιπτώσεις που δεν υπάρχουν παιδιά και στην εξ αδιαθέτου διαδοχή κληρονομούν αδέλφια, γονείς, ξαδέλφια κ.ο.κ., ο επιζών σύζυγος θα λαμβάνει το 50%, όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα.
Σε ό,τι αφορά τα ζευγάρια που δεν έχουν συνάψει γάμο ή σύμφωνο συμβίωσης, παρόλο που το ζήτημα συζητήθηκε εκτενώς στην Επιτροπή, επικράτησε η άποψη να μη λαμβάνουν ποσοστό από την κληρονομιά, εάν δεν υπάρχει διαθήκη. Θα εισαχθούν, πάντως, κάποιες ρυθμίσεις προστασίας τους, όπως η δυνατότητα να παραμένουν για ένα χρονικό διάστημα στο σπίτι του κληρονομουμένου, εάν διέμεναν εκεί, για να μπορέσουν να βρουν νέα στέγη.
2 Αλλαγές στη νόμιμη μοίρα: Το πεδίο όπου θα υπάρξουν, όμως, σαρωτικές αλλαγές είναι αυτό της νόμιμης μοίρας. Η περίπτωση δηλαδή που υπάρχει μεν διαθήκη, αλλά σε αυτήν ο αποθανών δεν έχει συμπεριλάβει τα παιδιά του και τη σύζυγό του. Σύμφωνα με τον νόμο, όμως, αυτοί οι συγγενείς πρέπει να λάβουν υποχρεωτικά ένα ποσοστό της κληρονομιάς, ακόμη κι αν έχουν παραλειφθεί. Το ποσοστό αυτό ονομάζεται νόμιμη μοίρα και κατά κανόνα είναι το μισό που θα λάμβαναν εάν δεν υπήρχε διαθήκη.
Ο θεσμός αυτός αλλάζει ριζικά, αφού η Επιτροπή έχει αποφασίσει όποιος δεν περιλαμβάνεται στη διαθήκη να μην έχει δικαιώματα πάνω στην κινητή και την ακίνητη περιουσία του τεθνεώτος, παρά μόνο δικαίωμα αποζημίωσης (στη νομική γλώσσα, να έχει μόνο ενοχικό και όχι εμπράγματο δικαίωμα).
Για να δούμε την περίπτωση με ένα παράδειγμα, εάν ένας πατέρας δύο παιδιών αφήνει το σπίτι του στο ένα από τα δύο παιδιά και παραλείπει τελείως το άλλο από τη διαθήκη του, αυτό που παραλείφθηκε μέχρι σήμερα αποκτά αυτόματα το 25% του σπιτιού. Εφεξής, το σπίτι θα παραμένει κατά 100% σε αυτόν που το κληρονομεί, με αυτόν που παραλείφθηκε να έχειδικαίωμα να ζητήσει το 25% της αξίας του σπιτιού σε χρήματα.
Μια αλλαγή που έρχεται για να ευνοήσει τη μη κατάτμηση των περιουσιών, που σήμερα ουσιαστικά «σπάνε» σε πολλά μέρη όταν υπάρχουν πολλοί κληρονόμοι, υπέρ μιας κατάστασης ευνοϊκότερης για τις συναλλαγές.
Παράλληλα, η Επιτροπή θέλει να αποδυναμώσει τον θεσμό της νόμιμης μοίρας, αφού σε όλα τα Ευρωπαϊκά Δίκαια επικρατεί η άποψη πως πρέπει να ενισχυθεί η ελευθερία του ατόμου να διαθέτει ελεύθερα την περιουσία του.
3 Κληρονομικές συμβάσεις: Ενας ολωσδιόλου νέος θεσμός που σκοπό έχει να ενισχύσει ακόμη περισσότερο την ελεύθερη βούληση του διαθέτη είναι αυτός των κληρονομικών συμβάσεων. Ενα ολόκληρο νέο κεφάλαιο θα περιληφθεί στον Αστικό Κώδικα για να ρυθμίζει τη διαδικασία των κληρονομικών συμβάσεων, στις οποίες θα μπορεί ο κληρονομούμενος, όσο είναι ακόμη εν ζωή, να συμφωνεί ελεύθερα με τους κληρονόμους του για το πώς θα μοιραστεί η περιουσία. Ολοι οι συμβαλλόμενοι θα υπογράφουν στη συνέχεια το σχετικό έγγραφο, το οποίο θα συντάσσεται από συμβολαιογράφο.
Ο θεσμός αυτός θα δίνει τη δυνατότητα στον διαθέτη να συμφωνεί πως θα αφήσει μέρος της περιουσίας του σε κάποιον με ένα συγκεκριμένο αντάλλαγμα (π.χ. να τον γηροκομήσει). Θα μπορεί ακόμη να αποκλείσει κληρονόμους υπό συγκεκριμένες περιστάσεις ή να αφήσει κάποιον που δικαιούται εκ του νόμου ποσοστό εκτός κληρονομιάς, εάν του δώσει κάποιο αντάλλαγμα (ό,τι συνέβαινε παλαιότερα, άτυπα, με τον θεσμό της προίκας). Θα προβλέπεται, μάλιστα, συγκεκριμένη διαδικασία ελεύθερης συμφωνίας των μερών για τη διάθεση της κληρονομιάς, ακόμη και διαπραγμάτευσης για την τύχη της περιουσίας.
Παράλληλα, ο κληρονομούμενος θα εξακολουθεί όσο ζει να έχει δικαιώματα πάνω στα κινητά και τα ακίνητα αντικείμενα που έχει συμφωνήσει να διαθέσει με τον θάνατό του, θα έχει, όμως, και περιορισμούς, οι οποίοι ακόμη τελούν υπό συζήτηση – το μόνο βέβαιο είναι ότι η κληρονομική σύμβαση θα είναι δεσμευτική για όσους την υπογράφουν, με τις τελικές λεπτομέρειες των διατάξεων να μένει να διευκρινιστούν. Θα υπάρχουν, βέβαια, περιπτώσεις ανάκλησης της σύμβασης, όπως π.χ. στην πιθανότητα ένας κληρονόμος να τελέσει βαρύ έγκλημα εις βάρος του κληρονομουμένου.
4 Ιδιόγραφες διαθήκες: Συζητήθηκε εκτενώς όλο το τελευταίο εξάμηνο ενδελεχούς εργασίας της Επιτροπής για την αναμόρφωση του Κληρονομικού Δικαίου, αλλά τα μέλη της έχουν λάβει την απόφαση να μην καταργηθεί ο πανάρχαιος θεσμός της ιδιόγραφης διαθήκης (αυτής δηλαδή που συντάσσει… ο καθένας μόνος του και την αφήνει στο συρτάρι), παρά τις περί του αντιθέτου σκέψεις, που εκκινούν από την ανάγκη να σταματήσει το φαινόμενο των πλαστών διαθηκών. Με αυτήν την οπτική, θα εισαχθούν οπωσδήποτε κάποιοι περιορισμοί για τις ιδιόγραφες διαθήκες, με κυριότερο την επέκταση της γραφολογικής εξέτασης. Ειδικά σε περιπτώσεις όπου αυτός που εμφανίζει την ιδιόγραφη διαθήκη δεν είναι παιδί ή σύζυγος του κληρονομουμένου, τότε η γραφολογική εξέταση θα είναι υποχρεωτική.
ΕΚΚΡΕΜΟΤΗΤΑ
Το σκεπτικό για τα χρέη κληρονομιάς
5. Το ζήτημα που αποτελεί, πλέον, το επίκεντρο των συζητήσεων μεταξύ των μελών της Επιτροπής μπήκε πρόσφατα στο τραπέζι και παραμένει μέχρι στιγμής απολύτως ανοιχτό: είναι αυτό των χρεών της κληρονομιάς, με κάποια μέλη να θεωρούν ότι πρέπει να επανεξεταστεί η ευθύνη του κληρονόμου – το να καλείται δηλαδή, όπως συμβαίνει σήμερα, να πληρώσει τα χρέη της κληρονομιάς με την προσωπική του περιουσία. Το σκεπτικό πίσω από αυτήν την πρόταση είναι ότι, ούτως ή άλλως, ισχύουν υψηλοί φόροι για την αποδοχή κληρονομιάς, οπότε οι κληρονόμοι το σκέφτονται δύο και τρεις φορές πριν αποδεχθούν μια κληρονομιά, όταν έχει μεγάλα «βαρίδια». Παράλληλα, τα χρέη αποτελούν βασικό λόγο σύνταξης πλαστών διαθηκών, με πολλούς να επιλέγουν να γράφουν στο όνομά τους μόνο τα «καλά κομμάτια» της κληρονομιάς (λ.χ. ένα σπίτι), μειώνοντας έτσι τα χρέη, με το υπόλοιπο «κακό κομμάτι» της κληρονομιάς να μένει… στα αζήτητα.
Η πρόταση που κατατέθηκε, λοιπόν, συνίσταται στο να μη μετατρέπεται αυτόματα η κληρονομιά και η περιουσία του κληρονόμου σε μια ενιαία περιουσία, αλλά να παραμένει η κληρονομιά ως ξεχωριστή περιουσία, από την οποία και θα πληρώνονται τα χρέη της. Ωστόσο, υπάρχουν και αντιρρήσεις, αφού άλλα μέλη της Επιτροπής εγείρουν την άποψη πως η αλλαγή αυτή θα επισύρει προβλήματα στις συναλλαγές. Η εξόφληση των χρεών μόνο από το ενεργητικό της κληρονομιάς δημιουργεί τον κίνδυνο να μη λάβουν ποτέ τις οφειλές τους οι δανειστές του κληρονομουμένου ή οι τράπεζες, κάτι που θα προκαλέσει τεκτονικές αλλαγές στον τρόπο που έχει δομηθεί αυτήν τη στιγμή το οικονομικό οικοδόμημα.
Οι δύο απόψεις αυτές τέθηκαν σε ψηφοφορία και κατά πληροφορίες σχεδόν… ισοψήφησαν (το αποτέλεσμα ήταν 7-6), με τα μέλη της Επιτροπής να συμφωνούν να επανεξετάσουν όλες τις πτυχές του ζητήματος. Η απάντηση σε αυτό το τελευταίο σημαντικό ερώτημα θα ανοίξει τον δρόμο για να ολοκληρωθούν οι εργασίες της Επιτροπής, με την τελική επεξεργασία των λεπτομερειών και την κατάθεση του νομοσχεδίου στο υπουργείο Δικαιοσύνης, ώστε να πάρει μετά τον δρόμο προς τη Βουλή.