Σύμφωνα με ανακοίνωση της οργάνωσης, το 2019, οι αλιείς του Θρακικού Πελάγους, εκτός από ψάρια ξεκίνησαν να «ψαρεύουν» και απορρίμματα
Διάσπαρτος με πλαστικά κιούπια που χρησιμοποιούνται για την αλίευση χταποδιών είναι ο βυθός του Θρακικού πελάγους σύμφωνα με στοιχεία που προέκυψαν από το πρόγραμμα «Ψαρεύοντας Απορρίμματα» που υλοποιεί η περιβαλλοντική οργάνωση iSea.
Vitreledonella richardi: To αλλόκοτο «γυάλινο» χταπόδι στα βάθη του βυθού
Σύμφωνα με ανακοίνωση της οργάνωσης, το 2019, οι αλιείς του Θρακικού Πελάγους, εκτός από ψάρια ξεκίνησαν να «ψαρεύουν» και απορρίμματα συμμετέχοντας στο πρόγραμμα που στοχεύει στην απομάκρυνση των παθητικά αλιευμένων απορριμμάτων από μεγάλα βάθη και στην παρακολούθηση της θαλάσσιας ρύπανσης μέσα από δεδομένα που έχουν εκπαιδευτεί να συλλέγουν οι ίδιοι, ως έμπειροι πλέον επιστήμονες- πολίτες.
Το πολυπληθέστερο αλιευτικό απόρριμμα στο Θρακικό Πέλαγος είναι τα πλαστικά κιούπια που χρησιμοποιούνται για την αλιεία χταποδιών, αποτελώντας το 57,37% των απορριμμάτων που σχετίζονται με την αλιεία και το 19,87% στο σύνολο των απορριμμάτων που έχουν καταγραφεί στην περιοχή από τους αλιείς.
Τα κιούπια ανήκουν και δηλώνονται στο Ολοκληρωμένο Σύστημα Παρακολούθησης Και Καταγραφής Αλιευτικών Δραστηριοτήτων ως «ιχθυοπαγίδες», και αποτελούν μια συνολική κατηγορία αλιευτικών εργαλείων που περιλαμβάνει επίσης τους κιούρτους και τα νταούλια.
«Ενώ άδεια αλιείας με ιχθυοπαγίδες κατέχουν 358 σκάφη στην Ελλάδα, εκ των οποίων περισσότερα από 90 δραστηριοποιούνται στο Θρακικό Πέλαγος, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τελικά πόσα κιούπια χρησιμοποιούνται, καθώς δεν δηλώνονται ξεχωριστά. Αυτό που όμως γνωρίζουμε από τα στοιχεία που συλλέγονται στο πλαίσιο του προγράμματος «Ψαρεύοντας Απορρίμματα» είναι πως τα κιούπια για χταπόδια καταλήγουν τελικά ως απόρριμμα και συσσωρεύονται στον βυθό του Θρακικού Πελάγους» αναφέρεται σχετικά στην ανακοίνωση.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται στις περιοχές από τη Θάσο έως την Αλεξανδρούπολη, όπου τα κιούπια χρησιμοποιούνται κατά κύριο λόγο. Σύμφωνα με την περιβαλλοντική οργάνωση, με την πάροδο του χρόνου και την αντικατάσταση των παραδοσιακών πήλινων κιουπιών από πλαστικά, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, το ζήτημα των κιουπιών που χάνονται κι εγκαταλείπονται στο θαλάσσιο περιβάλλον έχει αποκτήσει πλέον παγκόσμιες διαστάσεις. Η ευτελής αξία του πλαστικού δεν δίνει τα απαραίτητα κίνητρα στους αλιείς να διασφαλίζουν την ανάκτησή τους από τη θάλασσα και προκειμένου να σταματήσουν τα κιούπια να «στοιχειώνουν» τον βυθό του Θρακικού πελάγους, η iSea έχει ήδη κοινοποιήσει στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας μια σειρά προτάσεων.
Σ΄αυτές περιλαμβάνονται η καλύτερη αστυνόμευση και έλεγχος για την εφαρμογή της νομοθεσίας σε σχέση με την παρακολούθηση της ποσότητας αλιευτικών εργαλείων από πλαστικό που καταλήγουν ως Εγκαταλελειμμένος Αλιευτικός Εξοπλισμός στο θαλάσσιο περιβάλλον, η επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων και η τροποποίηση του αλιευτικού εργαλείου μέσα από την επαναπεριγραφή του στη νομοθεσία, ώστε να ενισχύεται η ανθεκτικότητα, η ανακυκλωσιμότητα και η επαναχρησιμοποίηση των εργαλείων και να διασφαλίζεται η μείωση των απωλειών τους στο θαλάσσιο περιβάλλον.
«Εναλλακτικά» τονίζεται στην ανακοίνωση, « στην περίπτωση που οι προτάσεις αυτές δεν είναι δυνατόν να εφαρμοστούν, η κατάργηση των πλαστικών κιουπιών και η αντικατάστασή τους από άλλες ιχθυοπαγίδες αποτελεί μονόδρομο για να «αδειάσει» το Θρακικό Πέλαγος, κι όχι μόνο, από τα κιούπια που το στοιχειώνουν!».
Παράλληλα, σημειώνεται ότι το κοινό χταπόδι (Octopus vulgaris) είναι το πιο εμπορικό είδος στη Μεσόγειο ανάμεσα στα κεφαλόποδα (χταπόδια, σουπιές, καλαμάρια) και η αλιεία του πραγματοποιείται με μια πληθώρα αλιευτικών εργαλείων, όπως τράτες, παραγάδια και ιχθυοπαγίδες (συμπεριλαμβανομένων των κιουπιών). Κατά μέσο όρο 1.621,5 τόνοι χταποδιών εκφορτώνονται στην Ελλάδα ετησίως, ενώ από το Θρακικό προκύπτει περίπου το 1/3 (554 τόνοι). Περισσότεροι από τους μισούς τόνους χταποδιών που προέρχονται από το Θρακικό Πέλαγος προκύπτουν από τις εκφορτώσεις τρατών και περίπου 30% από την αλίευση με ιχθυοπαγίδες (κιούρτοι, κιούπια κ.α.), με τα ποσοστά να διαφέρουν από λιμάνι σε λιμάνι.