
Άδειαζαν τραπεζικούς λογαριασμούς ανυποψίαστων πολιτών παραβιάζοντας συστήματα ασφαλείας με τη χρήση στοιχείων πελατών τραπεζών που αγόραζαν από το λεγόμενο «σκοτεινό δίκτυο» (Dark Web).
Η πολυσχιδής όσο και σύνθετη δράση των μελών της εγκληματικής οργάνωσης στοίχισε άνω των 315.000 ευρώ στα 26 θύματά τους και αποκαλύφθηκε ύστερα από πολύμηνες έρευνες της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος Βόρειου Ελλάδος. Δύο εκ των «πρωταγωνιστών» του κυκλώματος καταδικάστηκαν από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης σε ποινή κάθειρξης 13 ετών, ο καθένας, επιστρέφοντας στη φυλακή όπου βρίσκονται από τον περυσινό Μάρτιο, όταν απολογήθηκαν στον ανακριτή. «Είστε έξυπνοι- γιατί σπαταλάτε τον χρόνο σας κάνοντας απάτες»απόρησε η πρόεδρος του δικαστηρίου, απευθυνόμενη στους δύο 25χρονους, βασικούς κατηγορούμενους.
Σύμφωνα με την ετυμηγορία του δικαστηρίου, οι δύο παραπάνω ήταν τα κεντρικά πρόσωπα της υπόθεσης η οποία θυμίζει σενάριο κινηματογραφικής ταινίας: ο πρώτος είχε αναλάβει τα τεχνικά ζητήματα κι ο δεύτερος διαχειριζόταν τις μεταφορές των χρημάτων μέσω λογαριασμών «κρατώντας» το ταμείο της οργάνωσης. Το δικαστήριο «έδειξε»- επιπλέον - το δρόμο προς τις φυλακές σε έναν τρίτο 25χρονο που καταδικάστηκε σε κάθειρξη 6 ετών (ήταν ελεύθερος με περιοριστικούς όρους) και συμμετείχε στις απάτες έχοντας και το ρόλο να «στρατολογεί» άτομα στο κύκλωμα τα οποία λειτουργούσαν «υποστηρικτικά» στη δράση της εγκληματικής ομάδας (απλοί συνεργοί). Με την ίδια απόφαση, οι δικαστές «τιμώρησαν» τους απλούς συνεργούς - πέντε άτομα - με ποινές φυλάκισης για πλημμεληματικές πράξεις, ενώ αθώωσαν τρία πρόσωπα που είχαν καταστεί μαζί τους κατηγορούμενα.
Πώς έκαναν τις ψηφιακές απάτες
Βασικός «μοχλός» για την τέλεση των απατών μέσω ηλεκτρονικών υπολογιστών (οι πράξεις τελέστηκαν μέσα σε ένα 9μηνο και ειδικότερα το διάστημα μεταξύ Σεπτεμβρίου 2022 έως τον Ιούνιο του 2023) αποτέλεσε, σύμφωνα με τη δικογραφία, η πρόσβαση του 25χρονου αποκαλούμενου «τεχνικού» στο Dark Web. Μέσω του «σκοτεινού διαδικτύου» αγόραζε ψηφιακά αρχεία με διαπιστευτήρια πρόσβασης (password/username), προσωπικά δεδομένα ανυποψίαστων πολιτών κ.ά., τα οποία ήταν προϊόν υποκλοπής από άγνωστους. Το κόστος των password/username κυμαινόταν ανάλογα με την περίπτωση από 30 έως 300 δολάρια, όπως ανέφερε στην απολογία του ο «τεχνικός».
Με εκτροπές κλήσεων και μηνυμάτων από τα τηλέφωνα των ανυποψίαστων θυμάτων σε «επιχειρησιακά» τηλέφωνα των δραστών και λαμβάνοντας επιπρόσθετους κωδικούς ασφαλείας, τα εμπλεκόμενα πρόσωπα φαίνεται πως προσπερνούσαν τα συστήματα ασφαλείας αποκτώντας πρόσβαση σε υπηρεσίες e-banking, ψηφιακής διακυβέρνησης (e-GOV) κ.ά. Παράλληλα δε, μετέφεραν στα κινητά τους τηλέφωνα τα δεδομένα για άυλη πληρωμή με τις κάρτες των θυμάτων, «φόρτωναν» προπληρωμένες κάρτες, ενώ έφταναν στο σημείο να εκδίδουν μέχρι και δάνεια «εξπρές» στο όνομα των θυμάτων,εισπράττοντας οι ίδιοι τα χρήματα. Προκειμένου να εγκριθούν τα δάνεια υπέβαλαν τροποποιητικές φορολογικές δηλώσειςμέσω των ανάλογων ψηφιακών εφαρμογών και καταχωρίζοντας αυξημένα εισοδήματα λάμβαναν επικαιροποιημένα εκκαθαριστικά, καθιστώντας τα θύματα εν αγνοία τους δικαιούχους δανείων. Για να συσκοτίσουν τις χρηματικές ροές, οι ίδιοι προμηθεύονταν ή κατάρτιζαν πλαστά έγγραφα, ενώ τα χρήματα που άρπαζαν αναλαμβάνονταν είτε από ΑΤΜ τραπεζών είτε μέσω μεταφορών σε ανταλλακτήρια κρυπτονομισμάτων, ψηφιακές τράπεζες, στοιχηματικές εταιρίες κ.ά. Για το σκέλος αυτό, της μεταφοράς κεφαλαίων, είχαν την υποστήριξη των συνεργών τους -συνήθως ευκαιριακών ατόμων- που αποτελούσαν τους κομιστές των χρημάτων (money mules).
«Ούτε στον εχθρό σου αυτό που πάθαμε»
Ένα - ένα τα θύματα κατέθεσαν στο δικαστήριο περιγράφοντας τον τρόπο που έπεσαν στα «δίχτυα» των δραστών. «Ούτε στον εχθρό σου να μην συμβεί αυτό που πάθαμε» κατέθεσε μάρτυρας, που μπορεί να μην υπέστη οικονομική ζημιά (η περίπτωσή του ήταν μία από τις τέσσερις απόπειρες απάτης) αλλά εστίασε στην ξαφνική ταραχή και το φόβο που βίωσε μπρος στην προοπτική να χάσει τις οικονομίες του. 'Αλλο θύμα ανέφερε ότι οι δράστες απέκτησαν πρόσβαση σε όλο το κινητό του τηλέφωνο, στο ΑΦΜ του μπαίνοντας ακόμη και στο taxisnet. Όπως ανέφερε, στο όνομά του εξέδωσαν καταναλωτικό δάνειο τροποποιώντας τα εισοδήματά του, ενώ εξαιτίας αυτών των αλλαγών του επιβλήθηκε στην επόμενη χρήση μεγαλύτερος φόρος εισοδήματος. «Τράβηξα τα πάνδεινα. Όλο αυτό είχε αντίκτυπο στην υγεία μου, έμεινα άνεργος...» κατέθεσε χαρακτηριστικά. Ένας μεγάλος αριθμός των θυμάτων κατέθεσε ότι αποκαταστάθηκαν οικονομικά από τους κατηγορούμενους για την προκληθείσα ζημιά, κάτι που όμως το δικαστήριο δεν δέχθηκε προκειμένου να άρει το αξιόποινο της πράξης της απάτης.
«Το έβλεπα σαν παιχνίδι»
Στην απολογία του ο 25χρονος «τεχνικός» αποδέχθηκε τις πράξεις που του αναλογούν όσον αφορά το τεχνικό σκέλος, ζητώντας συγγνώμη από τα θύματα. «Έβλεπα τις απάτες σαν παιχνίδι- να κλέβω λεφτά από ανθρώπους. Δεν έχω καμία διαφορά από έναν κλέφτη, δεν είχα κανέναν ενδοιασμό. Δεν μπορούσα να φανταστώ ποτέ ότι θα πάω στη φυλακή», είπε ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος, ο οποίος έχει κατηγορηθεί κατά το παρελθόν για ανάλογες απάτες (σε πλημμέλημα) με τις περισσότερες περιπτώσεις να εκκρεμούν στα δικαστήρια. Ο ίδιος - δια του συνηγόρου - ζήτησε να του αναγνωριστεί μειωμένος καταλογισμός λόγω μίας πάθησης, αλλά το αίτημα απορρίφθηκε από τους δικαστές. Στην προσπάθεια που κατέβαλε να αποζημιώσει τα θύματα εστίασε στην απολογία του ο 25χρονος συγκατηγορούμενός του που ομολόγησε ότι διαχειριζόταν τα χρήματα κι έκανε αναλήψεις - εκταμιεύσεις, προσφέροντας ένα «χαρτζιλίκι», όπως είπε, στους συνεργούς του.
Οι δύο που καταδικάστηκαν με την ποινή των 13 χρόνων (και επιπλέον χρηματική ποινή 27.000 ευρώ) κρίθηκαν μεταξύ άλλων ένοχοι για εγκληματική οργάνωση, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και απάτες μέσω ηλεκτρονικών υπολογιστών.