Τα Νησιά Γκαλαπάγκος είναι γνωστά για τις γιγαντιαίες χελώνες τους, ωστόσο πριν χρόνια συνέβησαν πολλά και περίεργα γεγονότα. Οι πρώτοι χίπις, μια βαρόνη, η δηλητηρίαση (πιθανώς) με βραστά κοτόπουλα, ένας τοκετός σε πειρατική σπηλιά και μυστηριώδεις θάνατοι που θυμίζουν δολοφονίες είναι κάποια από αυτά τα ανατριχιαστικά γεγονότα.
Στο μικρό νησί ηφαιστειακής προέλευσης, Φλοριάνα (Floreana), το οποίο ανήκει στο σύμπλεγμα των Γκαλαπάγκος, σήμερα ζουν περίπου 100 άτομα, συμπεριλαμβανομένων κάποιων απογόνων Γερμανών που ήταν οι πρώτοι άποικοι του νησιού.
Το 1835, ο Κάρολος Δαρβίνος επισκέφθηκε το νησί Φλοριάνα όταν πραγματοποίησε τις μελέτες που οδήγησαν στη θεωρία της φυσικής επιλογής: Σύμφωνα με αυτή οι οργανισμοί που είναι καλύτερα προσαρμοσμένοι στο περιβάλλον τους επιβιώνουν και αναπαράγονται περισσότερο από τους λιγότερο προσαρμοσμένους. Τότε ο κόλπος του μικρού νησιού χρησιμοποιούταν από εμπόρους, αλλά τον επισκέπτονταν και τα πλοία του Αγγλικού Βασιλικού Ναυτικού. Νορβηγοί ναυτικοί έχτισαν εκεί προσωρινές καλύβες και στη συνέχεια τις εγκατέλειψαν. Ωστόσο, η πιο γνωστή ιστορία που διαδραματίστηκε στο νησί σχετίζεται με την εμφάνιση και την εξαφάνιση των πρώτων μόνιμων κατοίκων του.
Το όνειρο που μετατράπηκε σε εφιάλτη
Το 1929, ένα ζευγάρι Γερμανών -ένας από τους κορυφαίους γιατρούς της Γερμανίας και θαυμαστής του Νίτσε- ο δρ Φρίντριχ Ρίτερ και η ασθενής του, Ντόρα Στράουχ έφυγαν από το Βερολίνο και έφτασαν στο νησί με σκοπό να δημιουργήσουν έναν ουτοπικό παράδεισο.
Το όνειρό τους όμως μετατράπηκε σε εφιάλτη…
Η Στράουχ έγραψε τα απομνημονεύματά της ενώ βρισκόταν στο νησί, τα οποία όμως μοιάζουν πιο πολύ με βιβλίο επιβίωσης στην άγρια φύση και μάλιστα γραμμένο από μια ηλικιωμένη Γερμανίδα με «Σύνδρομο της Στοκχόλμης»...
Η Στράουχ γνώρισε τον Ρίτερ, έναν γιατρό 15 χρόνια μεγαλύτερό της, όταν διαγνώστηκε με σκλήρυνση κατά πλάκας. Και οι δυο αποστρέφονταν την αστική ζωή. Ο Ρίτερ την έπεισε να εγκαταλείψουν τη βαρετή ζωή στην πόλη. Της είπε ότι θα ξεπερνούσε τις σωματικές της ασθένειες μέσω της δύναμης της θέλησης και αυτή τον πίστεψε. Εγκατέλειψαν τις οικογένειές τους και μετακόμισαν στο νησί Φλοριάνα.
Οι απόψεις του Ρίτερ για την Ιατρική ήταν αρκετά ακραίες. Πριν από το ταξίδι, αφαίρεσε προληπτικά όλα τα δόντια του επειδή ήθελε να δει αν τα ούλα του θα γίνονταν πιο δυνατά στην άγρια φύση. Ωστόσο δεν επέμεινε να αφαιρέσει τα δόντια της και η Στράουχ, αλλά δεν πήρε μαζί του κανένα οδοντιατρικό εργαλείο, οπότε όταν τα δόντια της σάπισαν, τα αφαίρεσε με εργαλεία κήπου! Στη συνέχεια, χρησιμοποιούσαν και οι δύο την ίδια μασέλα από ανοξείδωτο ατσάλι.
Αργότερα, οι καπετάνιοι των πλοίων που έφταναν ανά περιοδικά διαστήματα στον κόλπο του νησιού για να πάρουν την αλληλογραφία τους, περιέγραψαν στον Τύπο τους γυμνούς και χωρίς δόντια ανθρώπους που ζούσαν στο νησί. Όταν οι εφημερίδες δημοσίευσαν μερικά άρθρα για ένα ζευγάρι που επέλεξε τη ζωή στη φύση και τους περιέγραφε ως σύγχρονους Αδάμ και Εύα, οι έποικοι έγιναν διάσημοι και στην Ευρώπη.
Η νέα άφιξη στο νησί
Η φήμη που κέρδισαν όμως, έφερε τα πάνω κάτω: Ο Χάιντς και η Μάργκρετ Βίτμερ –άλλο ένα ζευγάρι από τη Γερμανία– διάβασαν για τους Ρίτερ στην εφημερίδα και αποφάσισαν επίσης μαζί με το παιδί τους, τον Χάρι, να φύγουν από τον σύγχρονο κόσμο για να ζήσουν στο νησί. Η Μάργκρετ ήταν έγκυος και το ζευγάρι είχε την ελπίδα ότι ο Ρίτερ θα τη βοηθούσε στον τοκετό. Εντέλει γέννησε σε ένα από τα σπήλαια όπου τα παλιά χρόνια οι πειρατές έκρυβαν τους θησαυρούς των Αζτέκων.
Η οικογένεια των Βίτμερ δεν ενδιέφερε και πολύ τον Ρίτερ και τη Στράουχ, επειδή δεν είχαν διαβάσει καν Νίτσε. «Η κυρία Βίτμερ είναι μια συνηθισμένη κουτσομπόλα» έγραφε η Στράουχ στο ημερολόγιό της. Ο Φρίντριχ και η Ντόρα δεν επέτρεψαν στους Βίτμερ να εγκατασταθούν δίπλα τους, επομένως η δεύτερη οικογένεια χρησιμοποίησε ως κατοικία της τη σπηλιά η οποία στο παρελθόν χρησίμευε ως καταφύγιο των πειρατών.
Η Μάργκρετ Βίτμερ δεν κράτησε κρυφή την άποψη της για τη Στράουχ. «Προσπαθεί να αποδείξει την ευρυμάθειά της αναφέροντας αποσπάσματα από Νίτσε και Λάο Τσε. Ω, Θεέ μου!» έγραψε η Βίτμερ στα «Απομνημονεύματα για τα Γκαλαπάγκος».
Δεν υπήρχαν προφανείς λόγοι εχθρότητας μεταξύ των δύο οικογενειών. Ήταν λογικό ότι από τη στιγμή που ζούσαν μόνοι τους σε ένα νησί, συχνά βοηθούσαν η μία την άλλη, η σχέση τους όμως παρέμεινε αρκετά ψυχρή και ιδιαίτερα μεταξύ των δύο γυναικών. Ο λόγος ίσως να ήταν η κοινωνική ανισότητα και οι διαφορετικές απόψεις για τη ζωή.
Οι Βίτμερ είχαν παραδοσιακές απόψεις για τον γάμο και την Παιδεία, έτρωγαν κρέας και δεν ήταν φανατικοί του υπαρξισμού. Η ζωή τους στη φύση ήταν αρκετά επιτυχημένη. Αντίθετα στον Ρίτερ και τη Στράουχ άρεσαν οι συζητήσεις για τη ζωή εκτός κοινωνίας, ενώ για να χτίσουν τη δική τους Εδέμ, δέχονταν δώρα από τα διερχόμενα πλοία.
Η «βαρόνη» που έφερε τα πάνω-κάτω στο νησί
Οι δύο μικρές ομάδες βίωναν μια ασταθή ειρήνη όταν έφτασε στο νησί Φλοριάνα μια άλλη ομάδα αποίκων που διέφερε περισσότερο απ' αυτούς.
Η Ελοίς Βερμπόν ντε Βάγκνερ Μποσκέ συνήθως αποκαλούσε τον εαυτό της «βαρόνη», ενώ σε κάποιες περιπτώσεις ακόμη και «αυτοκράτειρα». Ήταν μια πλούσια ξανθιά γυναίκα που ισχυριζόταν ότι είχε οικογενειακούς δεσμούς με την αυστριακή βασιλική οικογένεια. Έφτασε στο νησί συνοδευόμενη από τρεις άντρες: τους εραστές της Άλφρεντ Ρούντολφ Λόρεντς και Ρόμπερτ Φίλιπσον και έναν υπηρέτη από το Εκουαδόρ. Είχε σκοπό να χτίσει ένα πολυτελές θέρετρο στο νησί για τους πλούσιους ναυτικούς. Όμως η «βαρόνη» και οι ιδέες της τρόμαξαν τις δύο οικογένειες.
Την Μποσκέ δεν την ενδιέφερε η εναρμονισμένη με τη φύση ζωή. Ήθελε απλώς να δημιουργήσει μια τουριστική επιχείρηση.
Η Ντόρα περιέγραψε στο ημερολόγιό της με λεπτομέρειες πώς η ψεύτικη «βαρόνη» σόκαρε τους αποίκους αποκαλώντας τους «γαϊδούρια», καταλαμβάνοντας τη γη των Βίτμερ και παίρνοντάς τους τις προμήθειες και τη βάρκα τους.
Η «βαρόνη» ονόμασε το μελλοντικό της ξενοδοχείο «Hacienda Paradiso», αλλά η ζωή εκεί δεν ήταν καθόλου ειδυλλιακή. Οι έποικοι ισχυρίστηκαν ότι μια φορά κατά τη διάρκεια ενός κυνηγιού, η «βαρόνη» πυροβόλησε έναν από τους καλεσμένους της, αλλά αυτό δεν σταμάτησε την αυξανόμενη ροή τουριστών και δημοσιογράφων. Ένας από αυτούς τους επισκέπτες, ο Έρνεστ Ρέιμερ, περιγράφει δεκαετίες αργότερα την εντύπωσή του για τη «βαρόνη»:
«Αμέσως μετά την άφιξή της όρισε τον εαυτό της ως “Αυτοκράτειρα του νησιού Φλοριάνα” και ντυμένη με σορτς και στηθόδεσμο, με τα όπλα στα χέρια, ξεκίνησε να καθορίζει τους καταπιεστικούς της κανόνες. Επέτρεψε στις οικογένειες των Ρίτερ και των Βίτμερ να μείνουν, ενώ τους υπόλοιπους εισβολείς ήθελε να τους αντιμετωπίζει η ίδια. Έλεγαν ότι είχε πυροβολήσει και ότι μάλιστα είχε σκοτώσει κάποιους ανθρώπους. Μια μέρα η θάλασσα παρέσυρε μια μικρή βάρκα με ένα νιόπαντρο ζευγάρι στο νησί Φλοριάνα. Η “βαρόνη”, όμως, αντί να τους βοηθήσει, τους ανάγκασε να επιστρέψουν στη θάλασσα. Ήταν επίσης γνωστή για το γεγονός ότι πυροβολούσε ζώα για να τα θεραπεύσει στη συνέχεια».
Η «βαρόνη» έλεγε δικές της φανταστικές ιστορίες στους δημοσιογράφους που επισκέφθηκαν το νησί. Η Μάργκρετ Βίτμερ στα απομνημονεύματά της αναφέρει ότι ένας από τους τίτλους της εφημερίδας έγραφε ότι η «βαρόνη» συνέλαβε και φυλάκισε τον Ρίτερ.
Τότε γυρίστηκε μια ταινία μικρού μήκους: «Η Αυτοκράτειρα της Φλοριάνας».
Η μυστηριώδης εξαφάνιση
Εκτός από τις συγκρούσεις με άλλους κατοίκους του νησιού, που σημειώνονταν όλο και πιο συχνά καθώς η «βαρόνη» έκλεβε ολοένα και περισσότερα πράγματα απ' αυτούς, στο σπίτι της ένα δράμα ήταν εν εξελίξει. Ο νεότερος εραστής της, ο Λόρεντς, είχε παράπονα για τη συμπεριφορά της «βαρόνης» απέναντί του και τα μοιραζόταν με τους άλλους αποίκους.
Στη συνέχεια, η «βαρόνη» και ο Φίλιπσον εξαφανίστηκαν μυστηριωδώς. Οι συνθήκες εξαφάνισής τους ήταν ασαφείς και οι επιζώντες έποικοι διηγούνταν αμφιλεγόμενες ιστορίες.
Η Στράουχ, στις 19 Μαρτίου το μεσημέρι, άκουσε μια κραυγή, σκέφτηκε όμως ότι ήταν μονάχα η ιδέα της. Δύο ημέρες αργότερα, ο Λόρεντς επισκέφτηκε το σπίτι τους και τους είπε ότι είχε τακτοποιήσει τα πάντα με τη «βαρόνη». Στη συνέχεια όμως, μετά την επίσκεψη των Βίτμερ, τους είπε ότι η «βαρόνη» και ο Φίλιπσον έφυγαν με ένα σκάφος ενός εκατομμυριούχου και δεν θα επέστρεφαν ποτέ.
Στο «Hacienda Paradiso» μετά την εξαφάνιση των δύο κατοίκων, όλα παρέμειναν ανέπαφα και ένα αντίγραφο του «Πορτραίτου του Ντόριαν Γκρέι», που τόσο πολύ αγαπούσε η «βαρόνη», έμεινε στο τραπέζι.
Η Στράουχ δεν πίστεψε αυτό το σενάριο. Η ίδια και ο Ρίτερ κατοικούσαν στην καλύτερη τοποθεσία του νησιού, από την οποία έβλεπαν τα περίχωρα κι επομένως θα είχαν προσέξει το σκάφος. «Η “βαρόνη” και Φίλιπσον δολοφονήθηκαν» έγραψε η Στράουχ όταν είδε ένα από τα τραπεζομάντιλα της «βαρόνης» στο τραπέζι των Βίτμερ.
Ο Ρίτερ έστειλε μια επιστολή στον Τύπο επαναλαμβάνοντας την εικασία της Στράουχ. Η Μάργκρετ Βίτμερ σημείωσε στα απομνημονεύματά της ότι μερικές μήνες αργότερα διάβασε το ακόλουθο απόσπασμα από την επιστολή του Ρίτερ σε εφημερίδες του Εκουαδόρ:
«Τη νύχτα που υποτίθεται ότι η “βαρόνη” έφυγε από το νησί, δεν υπήρχαν σκάφη. Εκείνη τη νύχτα άκουσα πυροβολισμούς και μια γυναικεία κραυγή. Μόνο η “βαρόνη” θα μπορούσε να ήταν. Και το μόνο άτομο που μπορούσε να την πυροβολήσει ήταν ο Χάιντς Βίτμερ».
Οι Βίτμερ, φυσικά, το αρνιούνταν επίμονα. Η Μάργκρετ στα απομνημονεύματά της διαψεύδει αυτές τις κατηγορίες.
Έτσι και αλλιώς, λόγω έλλειψης αποδείξεων και απουσίας μαρτύρων, η υπόθεση της εξαφάνισης της «βαρόνης» θα παραμείνει μυστήριο.
Ο θάνατος του Λόρεντς
Μυστηριώδη θάνατο βρήκε και ο Λόρεντς, ο κύριος ύποπτος για τη δολοφονία της «βαρόνης». Έφυγε από το νησί Φλοριάνα με έναν Νορβηγό ψαρά παρόλο που είχε κακοκαιρία, με σκοπό να φτάσει στο νησί Σαν Κριστόμπαλ και στη συνέχεια στην ηπειρωτική χώρα. Έναν μήνα αργότερα, τα μουμιοποιημένα πτώματά τους βρέθηκαν στις ακτές ενός μικρού ακατοίκητου νησιού στα βόρεια των Γκαλαπάγκος.
Ο υπηρέτης της «βαρόνης» ήταν ο μόνος από τους συνοδούς της που κατάφερε να φύγει από το νησί Φλοριάνα ζωντανός: μετά τη μυστηριώδη εξαφάνισή της, έφυγε με το πρώτο πλοίο και έφτασε με ασφάλεια στο Εκουαδόρ.
Η τραγική κατάληξη του Ρίτερ και οι αλληλοκατηγορίες για φόνο
Η ξηρασία που έπληξε το νησί το 1933 διήρκησε πάνω από έναν χρόνο. Οι κάτοικοι του νησιού πολύ δύσκολα έβρισκαν τροφή και νερό, ειδικά οι χορτοφάγοι Ρίτερ και Στράουχ. Ωστόσο η πείνα τους είχε εξαντλήσει κι έτσι αποφάσισαν να εντάξουν το κρέας στη διατροφή τους. Σύμφωνα με τη μαρτυρία της Στράουχ, βρήκαν μερικά νεκρά κοτόπουλα και αποφάσισαν να τα βράσουν και να τα φάνε. Ύστερα από το δείπνο, ο Ρίτερ δηλητηριάστηκε και πέθανε. Δίπλα του εκείνη τη στιγμή ήταν δύο γυναίκες: η Ντόρα και η Μάργκρετ. Πριν τον θάνατό του, ο Φρίντριχ κοιτούσε τρυφερά στα ματιά της αγαπημένης του: Έτσι περιέγραψε τη σκηνή η Στράουχ.
Ακριβώς όπως η Στράουχ αμφισβήτησε την ιστορία της Μάργκρετ Βίτμερ σχετικά με την εξαφάνιση της «βαρόνης», η Βίτμερ δεν πίστευε τη Στράουχ για την τροφική δηλητηρίαση του Ρίτερ. Αυτό που γράφει η Μάργκρετ Βίτμερ για τον θάνατο του Ρίτερ φαίνεται πραγματικά περίεργο. Ισχυρίζεται ότι ο Ρίτερ, τα τελευταία λεπτά της ζωής του κοιτούσε τη Ντόρα με μίσος και επειδή δεν μπορούσε πια να μιλήσει, πήρε ένα κομμάτι χαρτί και έγραψε πάνω του: «Σε καταριέμαι με την τελευταία μου ανάσα». Η Βίτμερ αναφέρει επίσης ότι η Στράουχ μουρμούρισε στον ύπνο της για κάποιο μυστικό που είχαν ο Ρίτερ και ο Λόρεντς.
Βασικά, και οι δύο γυναίκες χρησιμοποίησαν τα απομνημονεύματά τους για να κατηγορούν ανοιχτά η μία την άλλη για φόνο.
Λίγο μετά τον θάνατο του Ρίτερ, η Στράουχ επέστρεψε στη Γερμανία.
Το 2013 κυκλοφόρησε το ντοκιμαντέρ «The Galapagos Affair», το οποίο χρησιμοποίησε το αρχειακό υλικό του Φρίντριχ Ρίτερ και της Ντόρας Στράουχ. Η ηθοποιός Κέιτ Μπλάνσετ παραχώρησε τη φωνή της στη Ντόρα Στράουχ.
Μετά την αναχώρηση της Στράουχ, οι Βίτμερ παρέμειναν οι μόνοι κάτοικοι του νησιού. Οι κληρονόμοι τους σήμερα είναι οι νόμιμοι ιδιοκτήτες της γης του νησιού Φλοριάνα. Η Μάργκρετ πέθανε το 2000, σχεδόν μισό αιώνα αργότερα από τον σύζυγό της, και ο μικρότερος γιος τους, ο Ρολφ –αυτός που γεννήθηκε στο σπήλαιο– ίδρυσε τη δική του εταιρεία, την «Galapagos Yachtsmen Company». Ζει ακόμα στο νησί Φλοριάνα. Τα τελευταία χρόνια, όλο και περισσότεροι τουρίστες πηγαίνουν στα νησιά Γκαλαπάγκος για την αναζήτηση ενός τροπικού παραδείσου, οπότε η επιχείρησή του έχει επιτυχία.
Όσο για τα μυστηριώδη γεγονότα της δεκαετίας του 1930, προφανώς θα παραμείνουν ως σκοτεινές σελίδες στην ιστορία του νησιού. Η «βαρόνη» και ο Φίλιπσον δεν βρέθηκαν ποτέ, ούτε αποδείχτηκε ότι η Ντόρα έδωσε στον Ρίτερ να φάει δηλητηριασμένο κοτόπουλο. Δεν είναι πλέον δυνατό να διαπιστωθεί τι πραγματικά συνέβη τότε στο νησί Φλοριάνα. Απομένει μόνο να πιστέψουμε μία από τις δύο εκδοχές: της Ντόρας Στράουχ ή της Μάργκρετ Βίτμερ.