
Η κυβέρνηση θα υποβάλλει σήμερα στην Κομισιόν την Έκθεση Προόδου για την ελληνική οικονομία, στο πλαίσιο των νέων κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας.
Κρίσιμο στοιχείο της Έκθεσης, η οποία θα υποβάλλεται κάθε Απρίλιο στην Ε.Ε, είναι ο καθορισμός των ανωτάτων ορίων πρωτογενών δαπανών, όπως ορίζει το Σύμφωνο Σταθερότητας.
Για την Ελλάδα, σύμφωνα με την ΕΡΤ, το όριο αυτό μπαίνει για φέτος στο 3,6% του ΑΕΠ, με το περιθώριο να «παίζει» ελαφρώς λόγω του υψηλότερου πρωτογενούς πλεονάσματος που αναμένεται και για το 2025, καθώς και στα πρόσθετα έσοδα από τον περιορισμό της φοροδιαφυγής.
Προηγήθηκε χθες και η υποβολή του αιτήματος για την ενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής των αμυντικών δαπανών, διεκδικώντας την εξαίρεσή τους από τον υπολογισμό του ελλείμματος. Η τελική απόφαση της Κομισιόν αναμένεται τον Ιούλιο, αφού προηγηθούν οι σχετικές συστάσεις στα μέσα Ιουνίου. Σύμφωνα με τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας, Κυριάκο Πιερρακάκη, μόνο για το 2026 η ρήτρα δημιουργεί δημοσιονομικό χώρο ύψους 600 εκατ. ευρώ. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, θα σχεδιαστούν οι φοροελαφρύνσεις που θα ανακοινώσει ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ τον Σεπτέμβριο.
Στον «πυρήνα» του πακέτου βρίσκονται μειώσεις φορολογικών συντελεστών για τη μεσαία τάξη, ελαφρύνσεις για τους ιδιοκτήτες ακινήτων – με μείωση ή ακόμη και κατάργηση του ΕΝΦΙΑ στην πρώτη κατοικία – παρεμβάσεις στην κλίμακα των ενοικίων και «κούρεμα» στα τεκμήρια διαβίωσης και τις ασφαλιστικές εισφορές.
Στελέχη του οικονομικού επιτελείου επισημαίνουν ότι αποτίμηση των διαθέσιμων πόρων θα γίνει τους επόμενους μήνες, όταν θα υπάρχει ασφαλέστερη εικόνα για τις επιδόσεις του φοροεισπρακτικού μηχανισμού και την πορεία του προϋπολογισμού. Εκτιμάται ότι το «πακέτο» ίσως ξεπεράσει ακόμα και τα 2 δισεκ. ευρώ.
Σύμφωνα με την Έκθεση Προόδου, η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει να μεγεθύνεται και το 2026, με ρυθμό κοντά στο 2%, από 2,3% το 2025. Καταλυτικό ρόλο θα διαδραματίσει το Ταμείο Ανάκαμψης, από το οποίο αναμένονται κεφάλαια άνω των 6 δισεκ. ευρώ, μέσω επιχορηγήσεων και δανείων.
Όσον αφορά στο πρωτογενές πλεόνασμα προβλέπεται να αυξηθεί κατά 3% του ΑΕΠ, έναντι 2,4% που είναι ο στόχος του προϋπολογισμού. Ωστόσο, η Έκθεση δεν παραβλέπει τους εξωτερικούς κινδύνους.
Ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ–ΕΕ, οι γεωπολιτικές εντάσεις στη Μέση Ανατολή και ο κίνδυνος φυσικών καταστροφών ενδέχεται να «φρενάρουν» τη δυναμική της ανάπτυξης και να προκαλέσουν ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις, επιβραδύνοντας την αναμενόμενη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής. Αντίθετα, αν τα οφέλη από την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας, την αποκλιμάκωση των επιτοκίων και τα τουριστικά έσοδα ξεπεράσουν τις εκτιμήσεις, τότε η οικονομία μπορεί να πετύχει υψηλότερες αναπτυξιακές επιδόσεις.