Σοκάρουν τα βίντεο που βλέπουν το φως της δημοσιότητας από τον Πύργο στο Λονδίνο που έχει παραδοθεί στις φλόγες, από άγνωστη μέχρι στιγμής αιτία.
Ενα βίντεο δείχνει κατοίκους της περιοχής να φωνάζουν σε έναν εγκλωβισμένο ένοικο που κρέμεται από τα παράθυρα:
Τις συγκλονιστικές στιγμές που έζησαν τα ξημερώματα της Τετάρτης όταν εκδηλώθηκε η φωτιά στο 27ωροφο κτήριο της οδού Λάτιμερ στο Λονδίνο περιγράφουν οι ένοικοι που κατάφεραν να σωθούν.
«Είμαι τυχερός που είμαι ζωντανός. Αρκετοί δεν βγήκαν από το κτήριο. Έχασα όλα όσα είχα. Πλέον τα μοναδικά που έχω είναι τα ρούχα που φοράω» δήλωσε ένοικος του κτηρίου στον Guardian. Σύμφωνα με τον ίδιο το πρώτο που άκουσε ήταν ο συναγερμός φωτιάς ενός γείτονά του αλλά αρχικά πίστεψε ότι δεν ήταν κάτι σημαντικό μέχρι που άκουσε τα πρώτα ουρλιαχτά.
Ένας δεύτερος ένοικος, ο Siar Naqshabandi ο οποίος έφτασε στο κτήριο λίγο μετά την εκδήλωση της πυρκαγιάς καταγγέλλει ότι δεν άφηναν τους ανθρώπους να κατέβουν κάτω. «Τους φώναζα "κατεβείτε" και αυτοί μου απαντούσαν ότι δεν μας επιτρέπουν» κατήγγειλε προσθέτοντας ότι αγνοείται ο θείος του που ζει στον 23ο όροφο του κτηρίου.
«Έπιασε φωτιά σαν σπίρτο» δήλωσε ένοικος διαμερίσματος του 17ου ορόφου, ο οποίος βγήκε από το κτήριο όταν άκουσε τις πρώτες σειρήνες των οχημάτων της πυροσβεστικής. «Είδαμε τα φώτα και ακούσαμε τις σειρήνες γιατί δεν χτύπησε κανένας συναγερμός αφού το κτήριο δεν έχει κεντρικό σύστημα πυρόσβεσης» πρόσθεσε ο ίδιος ένοικος.
Την ίδια ώρα μια γυναίκα αναζητούσε την 5χρονη κόρη του φίλου της τα ίχνη της οποίας έχασε μέσα στην αναστάτωση.
Ο Ahmed Chellat αναζητεί τον γαμπρό του, τη σύζυγό του και τρία παιδιά. «Δεν ξέρουμε τι τους συνέβη. Του είπα να κατέβει και δεν μπορούσε. Τον συμβούλεψαν να βάλει πετσέτες κάτω από τις πόρτες και ότι θα έρθουν να τον σώσουν. Από τότε δεν έχω κανένα νέο του» δήλώσε σε βρετανικά ΜΜΕ.
Αρκετοί ήταν παράλληλα εκείνοι που εξέφραζαν παράπονα για την έλλειψη ενημέρωσης από τις αρχές. «Δεν υπάρχει συντονισμός. Η αστυνομία δεν μας ενημερώνει. Δεν έχουμε δώσει πουθενά τα ονόματά μας. Έχουν περάσει πέντε ώρες και υπάρχουν άνθρωποι που δεν ξέρνουν αν συγγενείς τους ζουν ή αν έχουν πεθάνει» δήλωναν λίγο πριν τις 9 το πρωί (ώρα Ελλάδος).