Τρία εκατομμύρια ευρώ φαίνεται να διακινήθηκαν παρανόμως από τα ταμεία της Καθολικής Εκκλησίας της Ελλάδος και να κατέληξαν στις τσέπες επιχειρηματιών νυχτερινών κέντρων της Πελοποννήσου.
Αυτό διαπίστωσε η έρευνα της Αρχής καταπολέμησης μαύρου χρήματος, η οποία διενεργήθηκε υπό άκρα μυστικότητα τους τελευταίους μήνες. «Καμπανάκι» χτύπησαν κάποιες τραπεζικές συναλλαγές μεγάλων χρηματικών ποσών που κρίθηκαν ύποπτες.
Μετά από ενδελεχή έρευνα της Ανεξάρτητης Αρχής, φαίνεται πως δύο ιερείς, που κατέχουν θέσεις στην ιεραρχία της Καθολικής Εκκλησίας και είχαν πρόσβαση τα τελευταία επτά-οκτώ χρόνια στους τραπεζικούς λογαριασμούς της Εκκλησίας, τροφοδοτούσαν λογαριασμούς πέντε επιχειρηματιών, οι οποίοι με τη σειρά τους επένδυαν τα χρήματα σε νυχτερινά κέντρα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι ύποπτες κινήσεις άρχισαν πριν από 7-8 χρόνια οταν μεγάλα χρηματικά ποσά διακινούνταν από συγκεκριμένους λογαριασμούς που χειρίζονταν οι δύο ιερείς και κατέληγαν σε λογαριασμούς συγκεκριμένων ιδιοκτητών νυχτερινών κέντρων με αποτέλεσμα να φαίνονται ως επενδύσεις σε τέτοιου είδους επιχειρήσεις.
Η Αρχή για το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος διαπίστωσε ότι είχαν υπεξαιρεθεί από τα ταμείο της Καθολικής Εκκλησίας 3 εκατομμυρια, ευρώ που οδήγησαν αρχικά στην αποκάλυψη της ταυτότητας των δυο ιερέων και στη συνέχεια εντοπίστηκαν οι επιχειρηματίες των νυχτερινών κέντρων στους λογαριασμούς των οποίων γίνονταν οι καταθέσεις.
Μάλιστα, το τελευταίο ποσό ύψους 50 χιλιάδων ευρώ διακινήθηκε πριν από μερικές μέρες.
Δεσμεύτηκαν λογαριασμοί και περιουσιακά στοιχεία 5 επιχειρηματιών
Με εντολή του επικεφαλής της Αρχής Χαράλαμπου Βουρλιώτη, διατάχθηκε η δέσμευση τραπεζικών λογαριασμών και άλλων περιουσιακών στοιχείων των πέντε επιχειρηματιών.
Παράλληλα, διαβιβάστηκε το πόρισμα της Αρχής στις εισαγγελικές αρχές της έδρας της Καθολικής Εκκλησίας της Ελλάδος, προκειμένου να ελέγξει για το κακούργημα της υπεξαίρεσης τους δύο ιερείς και για ξέπλυμα μαύρου χρήματος τους ιδιώτες- επιχειρηματίες των νυκτερινών κέντρων.
Μάλιστα ο ένας εκ των επιχειρηματιών είχε και στο παρελθόν σοβαρή εμπλοκή με ποινικά κολάσιμες πράξεις, η οποία σχετιζόταν και πάλι με το χώρο της Εκκλησίας, όχι όμως της Καθολικής.
Ήδη για το γεγονός αυτό έχει ενημερωθεί από την Αρχή και η έδρα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας στο Βατικανό.