Με υψηλό κόστος για τα νοικοκυριά, την οικονομία και την κοινωνία επετεύχθη η συμφωνία για την 2η αξιολόγηση. Το κέρδος ήταν πως τέλειωσε η αβεβαιότητα. Το "global deal" βέβαια δεν ήρθε αφού, μετά από 13 μήνες διαπραγματεύσεων, διαπιστώθηκε ότι δεν βάζει λεφτά το ΔΝΤ και δεν ανοίγει ο δρόμος για την ποσοτική χαλάρωση. «Στο τσεπάκι της» βάζει η χώρα μόνον την δόση των 8,5 δισ. ευρώ.
Η ίδια η ανακοίνωση του Eurogroup περιγράφει ποιος πληρώνει το «μάρμαρο» της συμφωνίας για τα 8,5 δισ. ευρώ. Στα 5,2 δισ. ευρώ ανέρχονται (σύμφωνα με το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα 2018-2021 που κατάρτισε η κυβέρνηση) οι απώλειες μόνον από το 4ο Μνημόνιο με τα μέτρα λιτότητας για μετά το 2018 και έως το 2022. Επιπλέον η οικονομία κινήθηκε υποτονικά στο α΄τρίμηνο και εγκλωβίστηκε στην καθυστέρηση των διαπραγματεύσεων για την αξιολόγηση, «πνίγοντας» στα χρέη επιχειρήσεις, δανειολήπτες και τράπεζες.
Αναλυτικότερα:
- περικοπή συντάξεων (εξοικονόμηση 1% του ΑΕΠ): το πραγματικό κόστος για τους συνταξιούχους από το μέτρο αυτό φτάνει στα 2,3 δισ. ευρώ το χρόνο. Τα 2 δισ. αφορούν στην κατάργηση της προσωπικής διαφοράς (απώλειες έως 18% στις κύριες συντάξεις από το 2019) που απαίτησε το ΔΝΤ για να μπει στο νέο πρόγραμμα. Άλλα 250 εκατ. το χρόνο χάνουν οι συνταξιούχοι από την αναστολή ως το 2022 των …αυξήσεων που θα έδινε ο νόμος Κατρούγκαλος στις συντάξεις τους.
- μείωση αφορολογήτου (εξοικονόμηση 1% του ΑΕΠ) το 2020: αφορά 2 δισ. από την μείωση κατά 650 ευρώ (στα 1250 ευρώ από 1900 ευρώ που ισχύει σήμερα και έναντι 2.100 ευρώ που ίσχυε πέρυσι) της έκπτωσης φόρου για μισθωτούς, συνταξιούχους και αγρότες.
- δημιουργία και λειτουργία δευτερογενούς αγοράς μεταπώλησης «κόκκινων δανείων»: παρά την βελτίωση του ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων δανείων στα τέλη 2016 (μετά το κλείσιμο της 1ης αξιολόγησης) από τις αρχές του 2017 σημειώθηκε επιδείνωση. Σύμφωνα με πληροφορίες από τραπεζικές πηγές, κατά το 5μηνο Ιανουαρίου-Μαϊου «κοκκίνισαν» στεγαστικά δάνεια της τάξης των 450 εκατ. ευρώ. Από αυτά, περίπου τα μισά μπήκαν πρώτη φορά σε καθυστέρηση. Τα άλλα μισά είχαν ρυθμιστεί στο παρελθόν, αλλά οι δανειολήπτες σταμάτησαν φέτος να καταβάλλουν δόσεις. Η τάση αποκλιμάκωσης αντιστράφηκε λόγω της καθυστέρησης, της αβεβαιότητας και επειδή το δημόσιο είχε «παγώσει» τις πληρωμές δαπάνες, στερώντας από ρευστότητα την αγορά.
- «διασφάλιση» (όπως αναφέρει η ανακοίνωση) ότι δεν θα υπάρξει επαναφοράς των Συλλογικών Διαπραγματεύσεων και συλλογικών συμβάσεων Εργασίας μέχρι να το εγκρίνουν οι θεσμοί.
- «διασφάλιση» της νομοθεσίας των ομαδικών απολύσεων
- εφαρμογή μέτρων του ΟΟΣΑ για απελευθέρωση επαγγελμάτων και λειτουργίας της αγοράς.
Παίρνουμε πολύ λιγότερα
Αν όμως είχε τηρηθεί το αρχικό χρονοδιάγραμμα το 2016 και δεν είχε μπλέξει η διαπραγμάτευση με το …global deal του κυρίου Τσακαλώτου (το QE, το ΔΝΤ και την ελάφρυνση του χρέους) η αξιολόγηση θα είχε κλείσει Νοέμβριο ή Δεκέμβριο, με λιγότερα μέτρα (όχι για το 2019 και μετά) ενώ η Ελλάδα θα έπαιρνε περισσότερα λεφτά, αφού από πέρυσι μέχρι σήμερα έπρεπε να λάβει 13,3 δισ. ευρώ όπως είχε προγραμματιστεί, και όχι μόνον 8,5 δισ. ευρώ.
Από τα 8,5 δισ. ευρώ, περίπου 6,9 δισ. θα πάνε κατευθείαν όπως θά’ρθουν και πάλι στους δανειστές τον Ιούλιο, για πληρωμές δόσεων δανείων που λήγουν προς την ΕΚΤ και το ΔΝΤ. Δηλαδή το ΔΝΤ συνεχίζει να εισπράττει δόσεις, ενώ δεν δίνει τώρα άλλα χρήματα –και αν ποτέ δώσει αυτά δεν θα ξεπεράσουν τα 2 δισ. δολάρια το πολύ. Τα 8,5 δισ. ευρώ ουσιαστικά είναι τα τελευταία χρήματα που παίρνει για το 2017 η κυβέρνηση, ενώ κανονικά θα έπαιρνε περίπου 24,3 δισ. ευρώ. Οι ανάγκες δηλαδή θα καλύπτονται εκ των ενόντων από πρωτογενή πλεονάσματα, για να περισσέψουν περίπου 16 δισ. που θα χρησιμοποιηθούν σαν «μαξιλαράκι» αποθεμάτων ώστε να βγει στις αγορές το 2018 το δημόσιο.
Η Ελλάδα θα λάβει επιπλέον 1,6 δισ. για πληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών σε ιδιώτες. Ωστόσο μέσα στο 2017 τα ληξιπρόθεσμα χρέη του δημοσίου αυξήθηκαν ήδη κατά 600 εκατ. ευρώ, από τα 3,3 στα 3,9 δισ. ευρώ ως τον Απρίλιο. Άρα απομένει μόνον 1 δισ. που θα καλύψει ως τα τέλη του 2017 πληρωμές για οφειλές του δημοσίου.