Το ΔΝΤ υποβάθμισε την Τρίτη την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη το 2017 σε 2,2% έναντι 2,8% του ΑΕΠ που προέβλεπε η προηγούμενη έκθεσή του για την παγκόσμια οικονομία (World Economic Outlook) τον Οκτώβριο του 2016. Επίσης βλέπει ανεργία 21,9% αντί 21,5%.
Στο αντίστοιχο Fiscal Monitor του περασμένου Οκτωβρίου το ΔΝΤ προέβλεπε πρωτογενές πλεόνασμα μόλις 1,6% του ΑΕΠ το 2018 και χρέος 184,7% κατά τη διετία 2017-2018. Αυτό σημαίνει ότι αν η πρόβλεψη για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2018 παραμείνει κάτω από το 3,5% του ΑΕΠ τότε προκύπτει σαφώς ότι εμμένει στη θέση του για νέα μέτρα και το 2018 παρά τις διαψεύσεις από την κυβέρνηση.
Από ελληνικής πλευράς ο υπουργός Οικονομικών κ. Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο υπουργός Οικονομίας κ. Δημήτρης Παπαδημητρίου και ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών κ. Γιώργος Χουλιαράκης αναχωρούν αύριο το πρωί για την Ουάσινγκτον όπου θα συναντηθούν με την ηγεσία του ΔΝΤ και κορυφαίους παράγοντες από την ΕΕ και τις ΗΠΑ. Παρών, κατά τις πληροφορίες, θα είναι και ο κ. επικεφαλής ΟΔΔΗΧ κ. Στέλιος Παπαδόπουλος κάτι που σημαίνει ότι ενδέχεται να συζητηθούν λεπτομέρειες για το χρέος.
Μετά τη λήξη της Εαρινής Συνόδου του Ταμείου την Κυριακή, η τρόικα αναμένεται στο Hilton των Αθηνών την Τρίτη 25 Απριλίου για τη συνέχιση της αξιολόγησης με στόχο την τεχνική συμφωνία (staff-level-agreement).
Πέρα από το 2018, το ενδιαφέρον εστιάζεται εκ των πραγμάτων σε τρία θέματα:
-Πρώτον, αν το ΔΝΤ δέχεται ή όχι την υπέρβαση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2016, λίγο πριν από τις ανακοινώσεις της ΕΛΣΤΑΤ (με σφραγίδα Eurostat) την Παρασκευή, η οποία θα κοινοποιήσει σύμφωνα με ευρωπαϊκές πηγές πλεόνασμα στην περιοχή του 4%.
-Δεύτερον, ποια θα είναι η πρόβλεψη για τη φετινή χρονιά με δεδομένο ότι ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα είναι 1,75% του ΑΕΠ.
-Τρίτον, σε ποιο ύψος θα κινηθούν τα πλεονάσματα μετά το 2018 καθώς από αυτά θα εξαρτηθούν οι βασικές υποθέσεις της Ανάλυσης Βιωσιμότητας Χρέους (DSA) πάνω στην οποία θα κληθούν να συμφωνήσουν οι Ευρωπαίοι με το ΔΝΤ. Σε κάθε περίπτωση το ΔΝΤ θεωρεί το χρέος μη βιώσιμο, όπως επαναλαμβάνει σε κάθε ευκαιρία η γενική του διευθύντρια Κριστίν Λαγκάρντ.
Με βάση τις μέχρι στιγμής πληροφορίες, αν ψηφιστούν όλα τα μέτρα ως το Eurogroup της 22ας Μαΐου, στην Ελλάδα θα δοθεί στη συγκεκριμένη συνεδρίαση το περίγραμμα των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος το οποίο θα επιτρέψει την είσοδο του ΔΝΤ στο τρίτο μνημόνιο με 3-4 δισ. ευρώ και της χώρας μας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) μέσα στο καλοκαίρι. Αναπόσπαστη βάση της «λύσης» που θα παρουσιαστεί στις 22 Μαΐου είναι η διατήρηση του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 3,5%του ΑΕΠ ως το 2023, κάτι που σημαίνει ότι δεν θα υπάρξει χαλάρωση της λιτότητας για τα επόμενα 6 χρόνια, 2018-2023.
Ουσιαστικά το αντικείμενο συζήτησης στην Ουάσιγκτον είναι το περίγραμμα της παρέμβασης στο χρέος το οποίο θα συμπεριληφθεί στο κοινό DSA των Ευρωπαίων με το ΔΝΤ ώστε το χρέος να μπορεί να χαρακτηριστεί βιώσιμο με βάση τις ενέργειες που θα υποσχεθούν οι Ευρωπαίοι ότι θα κάνουν αρχής γενομένης από τον Αύγουστο του 2018, δηλαδή μετά τη λήξη του τρίτου μνημονίου.
«Kλείνουν το μάτι» και οι ΗΠΑ
Εν τω μεταξύ οι ΗΠΑ και η κυβέρνηση Τραμπ «κλείνουν το μάτι» ότι δεν θα εμποδίσουν την είσοδο του Ταμείου στο πρόγραμμα. Μιλώντας στους «Financial Times» την Τρίτη ο αμερικανός υπουργός Οικονομικών Στήβεν Μνούτσιν προσπάθησε να τετραγωνίσει τον κύκλο καθώς ως γνωστόν ο πρόεδρος Τραμπ είχε δηλώσει όταν ήταν ακόμη υποψήφιος (το 2015) ότι το πρόβλημα της Ελλάδας πρέπει να το λύσει η Γερμανία.
Ο κ. Μνούτσιν είπε ότι η αμερικανική κυβέρνηση συνεχίζει να ενθαρρύνει το ΔΝΤ να συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις αναφορικά με τη συμμετοχή ή όχι στο ελληνικό πρόγραμμα. «Βασικά θεωρούμε ότι πρόκειται για ένα ευρωπαϊκό ζήτημα, αλλά είναι κάτι το οποίο παρακολουθούμε καθώς είναι σημαντικό θέμα τόσο για την παγκόσμια οικονομία όσο και για τις αγορές», υποστήριξε ο Αμερικανός υπουργός, προσθέτοντας ότι ευελπιστεί ότι μία λύση στο «ελληνικό ζήτημα μπορεί να καταφθάσει στο προσεχές μέλλον».
Ξεκαθάρισε έτσι ότι οι ΗΠΑ δεν έχουν πρόθεση να θέσουν εμπόδια στη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, αν και παραμένουν υπέρ της άποψης ότι το Ταμείο δεν μπορεί να δανείζει πλούσιες χώρες.