
Ηταν ολόκληρη ιεροτελεστία. Το τρένο σταματούσε στον Περισσό. Τα βαγόνια άδειαζαν αισθητά. Ο κόσμος κατηφόριζε προς το γήπεδο, άλλοι ανά παρέες, άλλοι κατά μόνας. Όσο πλησίαζαν στο γήπεδο άλλωστε, ο κοινός προορισμός τους ενοποιούσε.
Δεν είχε σημασία τι ώρα ξεκινούσε το παιχνίδι. Όποια και αν ήταν η ώρα έναρξής του, τα πεζούλια μπροστά από την Σκεπαστή γέμιζαν από τις 4 το απόγευμα: για αδιευκρίνιστους λόγους ήταν ωραία αίσθηση να πίνεις μπύρες και να την κοιτάς, κλειστή και επιβλητική. Όταν άνοιγαν οι πόρτες της και ο κόσμος έμπαινε μέσα, τότε άρχιζαν τα πρώτα συνθήματα.