Σε εξέλιξη βρίσκεται η συνάντηση του οικονομικού επιτελείου με τους εκπροσώπους των θεσμών. Προσερχόμενος, κορυφαίος αξιωματούχος του υπουργείου Οικονομικών τόνισε ότι «το ΔΝΤ έχει ανοίξει κάποια θέματα, που δεν ήταν στην ατζέντα σχετικά με τον χρηματοπιστωτικό τομέα, δηλαδή τις τράπεζες και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια».
Η ίδια πηγή ανέφερε ότι σήμερα θα συζητηθεί εάν το υπερπλεόνασμα «είναι διατηρήσιμο» ή «ήταν ένα θετικό σοκ, που δεν θα ξαναγίνει», αφήνοντας να εννοηθεί ότι το Ταμείο πιέζει για μέτρα, προκειμένου να κλείσει η «τρύπα» που βλέπει στα ταμεία για το 2018.
Επί της ουσίας, μετά τη χθεσινή συνάντηση των δύο πλευρών, παραμένουν μικρά ή πιο μεγάλα «αγκάθια» σε όλα τα ανοικτά μέτωπα. Κυβερνητική πηγή που επικαλείται το newmoney.gr δήλωνε χαρακτηριστικά: «Το ΔΝΤ επιμένει σε πολλά θέματα που δεν μου αρέσουν», αλλά στόχος παραμένει να ολοκληρωθεί το μπρα-ντε-φερ στο ξενοδοχείο Χίλτον έως μεθαύριο, Κυριακή.
Άλλες πηγές όμως εκτιμούσαν ότι οι συνομιλίες με τους δανειστές στην Αθήνα θα κρατήσουν τουλάχιστον έως την Τετάρτη.
Η αβεβαιότητα παραμένει, παρά τις τεράστιες υποχωρήσεις που έκανε ως τώρα η ελληνική πλευρά. Ο κίνδυνος είναι, όπως λένε πηγές κοντά στη διαπραγμάτευση, να αυξηθεί η πίεση προς την ελληνική πλευρά για επιπρόσθετα νέα μέτρα, προκειμένου να κλείσει το συντομότερο η συμφωνία.
Ήδη, ο λογαριασμός των μέτρων ανεβαίνει με τα πρόσθετα μέτρα ύψους 2% του ΑΕΠ που ζητά για το ΔΝΤ (αντιστοιχούν σε περίπου τέσσερα δισ. ευρώ για το 2019-2020) και περιλαμβάνουν νέα μείωση συντάξεων από το 2019 και άγριο «κούρεμα» του αφορολογήτου ορίου το 2020 -ή και νωρίτερα, όμως, αν φανεί πως δεν επιτυγχάνονται οι δημοσιονομικοί στόχοι.
Το πρόγραμμα των σημερινών συναντήσεων με τους επικεφαλής των θεσμών διαμορφώνεται ως εξής:
- 16.00: Δημοσιονομικά
- 18.30: Χρηματοπιστωτικά
- 19.30: Εργασιακά
«Αγκάθια» σε όλα τα μέτωπα παρά τις υποχωρήσεις σε συντάξεις και φόρους
Η αβεβαιότητα, προφανώς, παραμένει, παρά τις τεράστιες υποχωρήσεις που έκανε ως τώρα η ελληνική πλευρά. Ο κίνδυνος είναι, όπως λένε πηγές κοντά στην διαπραγμάτευση, να αυξηθεί η πίεση προς την ελληνική πλευρά για επιπρόσθετα νέα μέτρα, προκειμένου να κλείσει να κλείσει το συντομότερο η συμφωνία.
Ήδη, ο λογαριασμός των μέτρων ανεβαίνει με τα πρόσθετα μέτρα ύψους 2% του ΑΕΠ που ζητά για το ΔΝΤ (αντιστοιχούν σε περίπου τέσσερα δισ. ευρώ για το 2019-2020) και περιλαμβάνουν νέα μείωση συντάξεων από το 2019 και άγριο «κούρεμα» του αφορολογήτου ορίου το 2020 - ή και νωρίτερα όμως αν φανεί πως δεν επιτυγχάνονται οι δημοσιονομικοί στόχοι.
Επιπλέον, αποδέχθηκε ότι δεν θα αλλάξει τίποτα στο ισχύον μνημονιακό πλαίσιο για την αγορά εργασίας, με εξαίρεση το καθεστώς των ομαδικών απολύσεων, όπου το υφιστάμενο υπουργικό βέτο θα καταργηθεί. Οι δανειστές έχουν ακόμα συμπεριλάβει στο αναθεωρημένο Μνημόνιο την απαίτηση για απελευθέρωση της λειτουργίας των καταστημάτων τις Κυριακές. Ανοιχτά μέτωπα εξακολουθούν να υπάρχουν στην αγορά ενέργειας και στις αποκρατικοποιήσεις.
Στην τεχνική συμφωνία θα προβλέπεται η μείωση των κύριων συντάξεων μέσω της κατάργησης της προσωπικής διαφοράς από το 2019. Η ελληνική πλευρά ζητά να τεθεί ανώτατο όριο περικοπών στο 22% της περικοπής στην κύρια σύνταξη. Αν δεν είναι αρκετό αυτό για να εξοικονομηθεί 1% του ΑΕΠ (1,8 δισ. ευρώ), θα «ψαλιδιστούν» και οι επικουρικές συντάξεις. Περίπου 1.000.000 συνταξιούχοι αναμένεται να υποστούν μειώσεις από 1 έως 350 ευρώ, με μεγάλους χαμένους τους συνταξιούχους του πρώην ΤΕΒΕ, του Δημοσίου και των Σωμάτων Ασφαλείας.
Εκκρεμότητες υπάρχουν με το ΔΝΤ και για το χρέος, αλλά σε αυτή τη φάση και για τις επόμενες μέρες το βασικό θέμα είναι άλλο: επί του παρόντος, στόχος όλων των πλευρών είναι η επίτευξη της συμφωνίας σε τεχνικό επίπεδο (staff-level-agreement) για να κλείσει η β΄αξιολόγηση του 3ου Μνημονίου, που αποτελεί το ζητούμενο εδώ και έξι μήνες, από το τέλος Οκτωβρίου. Αν επιτευχθεί, το αργότερο ως την Τετάρτη όπως υπολογίζουν κυβερνητικές πηγές, τότε θεωρητικώς θα ανοίξει ο δρόμος και για τη λεγόμενη “συνολική συμφωνία” στις 22 Μαΐου, η οποία θα περιλαμβάνει μια νέα διατύπωση για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνση του χρέους, προκειμένου να δεχθεί και το ΔΝΤ να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα με χρηματοδότηση περίπου τέσσερα έως έξι δισ. ευρώ.