Η Ενανθρώπηση του Κυρίου θεωρείται από την Εκκλησία μας ως "παράδοξο μυστήριο", σύμφωνα με το οποίο "φύσεις καινοτομοῦνται καὶ Θεὸς ἄνθρωπος γίνεται" (Στιχηρὸ Ἰδιόμελο, ΚΣΤ’ Δεκεμβρίου). Όμως "οὐ φέρει τὸ μυστήριον ἔρευναν· πίστει γὰρ μόνῃ τοῦτο πάντες δοξάζομεν" (Στιχηρό Ἰδιόμελο τῶν Αἴνων τῆς ἰδίας ἡμέρας).
Χρειάζεται, επομένως, να αφήσωμε στην άκρη την αυστηρή λογική μας, που ζητάει την ερμηνεία των ανερμήνευτων μυστηρίων και να ενεργοποιήσωμε ‒και μάλιστα να εντατικοποιήσωμε‒ την πίστη μας, ώστε να δοξάσωμε, να ανυμνήσωμε δηλαδή το θαυμαστό αυτό γεγονός.
Το ίδιο ακριβώς κάνουν και οι υμνογράφοι της Εκκλησίας μας. Απορούν και εξίστανται, χωρίς να μπορούν να περιγράψουν και να εννοήσουν πώς "ὁ ἄναρχος ἄρχεται καὶ ὁ Λόγος σαρκοῦται", πώς "ὁ Βασιλεὺς τῶν αἰώνων νῦν παιδίον ἐτέχθη" (Στιχηρό τῶν Ἀποστίχων, ΚΗ’ Δεκεμβρίου), πώς "ὁ ἐν κόλποις τοῦ Πατρός" βρίσκεται τώρα "ἐν ἀγκάλαις τῆς μητρός" (Κάθισμα ΚΕ’ τοῦ μηνός). "Ἀκατάληπτον τὸ τελούμενον. ὁ ἀόρατος ὁρᾶται, ὁ ἄσαρκος σαρκοῦται καὶ ὁ Ὤν γίνεται ὅ οὐκ ἦν" (Δοξαστικό τῶν Στίχων, ΚΗ’ τοῦ μηνός).
Χριστούγεννα στην Ευρώπη: Φόβοι για τρομοκρατική επίθεση - Οι αρχές παίρνουν έκτακτα μέτρα
Θα αναρωτηθή βεβαίως εύλογα κανείς: εαν αυτά τα κατορθώνη ένας άχρονος και ακατάληπτος Θεός, ποια σημασία έχουν για τον χρονικό άνθρωπο;
Αντί άλλης απαντήσεως, οι εμπνευσμένοι υμνογράφοι μας μάς καλούν να ευφρανθούμε και να πανηγυρίσωμε όλοι, διότι "σήμερον ὁ χρόνιος ἐλύθη δεσμὸς τῆς καταδίκης τοῦ Ἀδάμ. Ὁ Παράδεισος ἠνεῴχθη καὶ σωτηρίας ἀπαρχὴ ἐγένετο τῷ κόσμῳ" (Δοξαστικὸ τῶν Στίχων τοῦ Ἑσπερινοῦ ΚΗ’ τοῦ μηνός).
Γι’ αυτό λοιπόν "πανηγυρίζομεν πνευματικῶς", διότι "ὁ παντέλειος Θεὸς διὰ τοῦ τόκου λύει σειρὰς ἁμαρτημάτων" και καταλύει "τὸν τὸ κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου", που συγκρατούσε τους ανθρώπους στα χρόνια δεσμά της δουλείας του.
Σημειωτέον ότι ο υμνογράφος αποφεύγει να ονομάση τον διάβολο, για να μην διαλύση την ατμόσφαιρα της χαράς, αλλά λέει "ὁ ὄφις κατηργήθη". Στο ίδιο πανηγυρικό κλίμα προσκαλεί όλη την φύση να συμμετάσχη στην παγκόσμια αυτήν χαρά, διότι "παραγέγονε (=έφθασε) Χριστὸς ἀνακαλέσαι αὐτήν (την φύσιν) καὶ σῶσαι τὰς ψυχὰς ἡμῶν" (ὅ. π.)
Να, λοιπόν, γιατί πανηγυρίζομε, αφού η Ενανθρώπηση του Κυρίου, "τὸ ἀπʹ αἰῶνος ἀπόκρυφον καὶ ἀγγέλοις ἄγνωστον μυστήριον" (Θεοτοκίον δ’ ήχου), έγινε "ἡ ἀπαρχή τῆς σωτηρίας" μας. Ποιά σημασία έχει τελικά να κατανοήσωμε το μυστήριο, εφʹ όσον αυτό συντελεί στην απαλλαγή μας από την χρόνια δουλεία του θανάτου και στην απόκτηση της αιωνίας λυτρώσεώς μας;
Εφʹ όσον δια της Βηθλεέμ "ἤνοικται πᾶσιν ἡ Ἐδέμ" (Προεόρτιο Ἀπολυτίκιο), είναι δυνατόν το χαρμόσυνο ή μάλλον το πανευφρόσυνο αυτό γεγονός να μάς αφήνη αδιάφορους; Ασφαλώς όχι! Μόνον ένας ανόητος ή παράφρων δεν θα ενδιαφερόταν για την σωτηρία του.
Κι όμως! Και η εποχή που γεννήθηκε ο Χριστός και η σημερινή εποχή διαθέτει και ανοήτους και παράφρονες. Οι μεν πρώτοι αδιαφορούν και δεν θέλουν να ρωτήσουν και να μάθουν "ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός", οι δεύτεροι, όπως ο Ηρώδης και οι όμοιοί του, θορυβούνται από την γέννηση ενός νέου βασιλιά, που υποψιάζονται ότι δεν θα γίνη σύμμαχος στις παρανομίες των, γιʹ αυτό σπεύδουν να τον φονεύσουν με κάθε τρόπο.
Επειδή, όμως, όπως είπαμε, το μυστήριο της Ενανθρωπήσεως έχει συνέπειες για την σωτηρία μας, εμείς οι λοιποί δεν επιτρέπεται πλέον να αδιαφορούμε γιʹ αυτήν, πολύ δε περισσότερο να φθονούμε Αυτόν που μάς την χάρισε ως δώρο.
Χρειάζεται, λοιπόν, αφʹ ενός να εκτιμήσωμε το μέγεθος της ευσπλαγχνίας του πανάγαθου Θεού, που ευδόκησε να συγκαταβή ο άχρονος Υιός Του, "νὰ μεταλάβῃ τοῦ χείρονος"- να ντυθή την ανθρώπινη σάρκα-, για να "καινοποιήσῃ διὰ τοῦ κρείττονος", με την θεότητά Του, "πάντας τοὺς ἀνθρώπους" (Ἐξαποστειλάριο ΚΗ’ τοῦ μηνός). Αφʹ ετέρου χρειάζεται να εργαστούμε, και μάλιστα να συνεργαστούμε, ώστε η θυσία αυτή του άναρχου Θεού, που έλαβε αρχή "διὰ τὴν ἡμῶν σωτηρίαν", να μήν πάη χαμένη.
Αλλά πώς να εργαστούμε; Όπως ακριβώς μάς συνιστούν τα λειτουργικά κείμενα και οι συναφείς ύμνοι της Εκκλησίας μας. Κοντολογίς, ας κάνωμε κι εμείς ό τι έκαναν οι ποιμένες της Βηθλεέμ. Μόλις ο Άγγελος τούς ευαγγελίστηκε το χαρμόσυνο μήνυμα ότι "ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ" (Λουκ., β’ 11-12), δεν δυσπίστησαν ούτε ολιγώρησαν αλλά "εἶπον πρὸς ἀλλήλους. Διέλθωμεν δὴ ἕως Βηθλεὲμ καὶ ἴδωμεν τὸ ῥῆμα τοῦτο τὸ γεγονός, ὅ ὁ Κύριος ἐγνώρισεν ἡμῖν" (ὅ .π., 15-16).
Είναι υποδειγματική, πράγματι, η πίστη των ποιμένων. Αναγνώρισαν αμέσως τα σημάδια του ουρανού ("ὅ ὁ Κύριος ἐγνώρισεν"), με την απλότητα της καρδίας των και όχι με την δύναμη της διανοίας των, "καὶ ἦλθον σπεύσαντες". Μάλιστα, "...ἰδόντες διεγνώρισαν περὶ τοῦ ῥήματος τοῦ λαληθέντος αὐτοῖς περὶ τοῦ παιδίου τούτου (= έκαναν γνωστά τα λόγια...) ... καὶ πάντες οἱ ἀκούσαντες ἐθαύμασαν" (ὅ. π., 17-18).
Οι πιστοί ποιμένες δεν άφησαν απλώς το ποίμνιό των, σπεύδοντας να δούν το θαυμαστό γεγονός που τους εξήγγειλε ο Άγγελος, αλλά επί πλέον έγιναν μάρτυρές του, ώστε να μετάσχουν και άλλοι στην δική των χαρά! "καὶ ὑπέστρεψαν δοξάζοντες καὶ αἰνοῦντες τὸν Θεὸν ἐπί πᾶσιν οἷς ἤκουσαν καὶ εἶδον..." (ὅ. π., 20).
Δεν έχομε, λοιπόν, παρά να ακολουθήσωμε το παράδειγμα των ποιμένων: να δεχτούμε με την ίδια ταπείνωση, προθυμία και εμπιστοσύνη, όπως εκείνοι, το θαυμαστό μήνυμα ότι "ἐτέχθη ἡμῖν σωτήρ", να σπεύσωμε, και πάλι το ίδιο πρόθυμα, να τον συναντήσωμε στην φτωχική του φάτνη, και στην συνέχεια να μεταδώσωμε και στους άλλους το χαρμόσυνο μήνυμα της Γεννήσεως του πανανθρώπινου Σωτήρος.
Έτσι, εμπνεόμενοι τόσο από την συν-κατάβαση του Θεανθρώπου όσο και από την πίστη και την φιλοτιμία των ποιμένων, ας θυσιάσωμε και εμείς ό τι μάς κρατάει δεσμίους στον φθαρτό αυτόν κόσμο, ώστε να μπορέσωμε ελεύθεροι, λυτρωμένοι και ολοσχερώς ανακαινισμένοι να αναχθούμε στην αιώνια και άληκτη Βασιλεία Του, όπου δεσπόζει "τὸ κάλλος τὸ ἄρρητον" τῆς θείας δόξης Του.
Με τις ευχές του Τεχθέντος Κυρίου μας, αμήν!
Ευλογημένο, καρποφόρο και σωτήριο το νέο έτος 2023!