Οι βαριές ήττες και ο σταδιακός διαμελισμός που η Τουρκία ουδέποτε ξεπέρασε. Το 1912-13 ως συνέχεια του 1821 μέσα από τα αρχεία του Γενικού Επιτελείου Στρατού
Η έλευση του Ελευθέριου Βενιζέλου από την Κρήτη στην Αθήνα και η ανάληψη της εξουσίας στην Ελλάδα το 1910 υπήρξε η αρχή του τέλους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οπως ακριβώς ενενήντα χρόνια πριν το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης υπό τον Αλέξανδρο Υψηλάντη στη Μολδοβλαχία ήταν εκείνο που είχε οδηγήσει τελικά στον πρώτο ακρωτηριασμό της, έτσι και το 1912 ο ελληνισμός θα κατάφερνε τώρα ένα δεύτερο, αυτή τη φορά τελειωτικό, πλήγμα στην Υψηλή Πύλη. Και θα οδηγούσε στην οριστική διάλυση μια κραταιά αυτοκρατορία έξι αιώνων. Ολα αυτά οι επίγονοί της δεν τα ξέχασαν ποτέ. Πώς θα μπορούσαν άλλωστε;
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Η Ελλάδα ετοιμάζεται
Αμέσως μετά την ανάληψη της εξουσίας, ο Βενιζέλος κινήθηκε σε δύο παράλληλους συμπληρωματικούς άξονες: ο πρώτος ήταν η επίτευξη αυτών των συμμαχιών εις βάρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Και ο δεύτερος η πλήρης αναδιοργάνωση του Στρατού και του Στόλου, σε συνεργασία με τις παραπάνω δυνάμεις. Αυτό ήταν απολύτως απαραίτητο και είχε ήδη ξεκινήσει μετά τον «Ατυχή Πόλεμο» του 1897. Ομως, τώρα, λάμβανε νέες, πρωτοφανείς διαστάσεις. Η πολιτική αυτή του Βενιζέλου εξελίχθηκε με επιτυχία, απερίσπαστα και ραγδαία.
Με το Λονδίνο και το Παρίσι να στηρίζουν ενεργά τη νέα ελληνική πολιτική, ο Βενιζέλος οργάνωσε, με εξίσου μεγάλη ταχύτητα, και τη Βαλκανική Συμμαχία που θα έπεφτε στη μάχη κατά των Τούρκων. Και, τελικά, δύο χρόνια μετά την έλευσή του στην Αθήνα, η πολιτική αυτή του επέτρεψε να ξεκινήσει την πολεμική σύγκρουση που θα ανέτρεπε τα πάντα. Σε διάστημα μικρότερο από έξι μήνες, οι ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις θα απελευθέρωναν πολύ μεγάλα εδάφη και πληθυσμούς που έζησαν επί τόσους αιώνες υπό οθωμανική κατοχή, ενώ η Οθωμανική Αυτοκρατορία θα έχανε τα ευρωπαϊκά εδάφη της και θα εισερχόταν, τελικά, στην περίοδο της διάλυσης.
Από τον Κεμάλ στον Ερντογάν
Ο κεμαλικός κόσμος και η νέα Τουρκία που αναδύθηκαν μέσα από την ήττα και τη διάλυση της παλιάς Αυτοκρατορίας ήταν κατά κάποιον τρόπο ταυτισμένοι με αυτή την πορεία: η πτώση και ο ακρωτηριασμός της Αυτοκρατορίας έγιναν κάτι σαν «διαβατήριο» του Κεμάλ προς την εξουσία. Το γεγονός αυτό ίσως εξηγεί και την τεράστια ποιοτική διαφορά στις διεθνείς σχέσεις της Τουρκίας κατά τις δεκαετίες από τον Κεμάλ μέχρι τον Ερντογάν σε σχέση με σήμερα. Σε όλο εκείνο το διάστημα η Τουρκία ήταν και επιθετική και αναθεωρητική.
Ομως όλες της οι ενέργειες είχαν ως επίκεντρο την εξάπλωση ισχύος της χώρας που προέκυψε μετά την πτώση της Υψηλής Πύλης. Αντιθέτως, από τη στιγμή που ο ισλαμιστής Ερντογάν ανέλαβε και, κυρίως, ιδιοποιήθηκε εντέλει καθολικά την εξουσία, ένα πολύ πιο ευρύ όραμα εγκαταστάθηκε πλέον στο επίκεντρο: Αυτά που απαιτεί να ανακτήσει, «η πατρίδα της καρδιάς μας» όπως την ονομάζει ο τούρκος ηγέτης, δεν έχουν καμία ποιοτική ή και ποσοτική σχέση με εκείνα που επιδίωκε επί δεκαετίες το κεμαλικό καθεστώς. «Η πατρίδα της καρδιάς τους» δεν είναι άλλη από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αυτή που γκρέμισαν ο Ελληνικός Στρατός και ο Στόλος πριν από 118 χρόνια.
Η εθνική φιλοδοξία του Ερντογάν δεν είναι η ίδια με εκείνη του Κεμάλ: σήμερα επιχειρείται η ανασύσταση εκείνης της Αυτοκρατορίας και έτσι η Ελλάδα έρχεται διπλά στο επίκεντρο: αφενός με την εκτόξευση των τουρκικών παράνομων διεκδικήσεων και την απαίτηση εκτεταμένης αλλαγής συνόρων. Και αφετέρου, με την έκφραση προαιώνιου μίσους ακριβώς για τις στιγμές της ιστορίας που η Ελλάδα πάλεψε και νίκησε την Αυτοκρατορία με όλες τις πιο πάνω συνέπειες. Γι’ αυτό άλλωστε και στη δημαγωγία και την εμπρηστική ρητορική της σημερινής Τουρκίας, που διεκδικεί και την «ηγεσία» του ισλαμικού κόσμου, η απόπειρα εργαλειοποίησης της Αγίας Σοφίας και του 1453 καταλαμβάνουν κεντρικό ρόλο.
Η Τουρκία θέλει να γυρίσει αιώνες πίσω την Ιστορία και να απαλείψει από την Ιστορία τα δύο κορυφαία ορόσημα του 1821 και του 1912 και να ανατρέψει τα επιτεύγματά τους – ή, έστω, κάποια εξ αυτών. Αυτή η ιδεολογικοποίηση αποτελεί κύριο εργαλείο της πολιτικής της και, όσο κι αν σε κάποιους μοιάζει παράξενο, η επέτειος των διακοσίων ετών από την Ελληνική Επανάσταση το 2021 είναι αναμφίβολα κεντρικής σημασίας για τα όσα σχεδιάζει η Αγκυρα εις βάρος της Ελλάδας.