Στο news-on.net παρεχουμε Ειδήσεις και σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας αποθηκεύουμε ή/και έχουμε πρόσβαση σε πληροφορίες σε μια συσκευή, όπως cookies και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως μοναδικά αναγνωριστικά και τυπικές πληροφορίες που αποστέλλονται από μια συσκευή για εξατομικευμένες διαφημίσεις και περιεχόμενο, μέτρηση διαφημίσεων και περιεχομένου, καθώς και απόψεις του κοινού για την ανάπτυξη και βελτίωση προϊόντων.

Με την άδειά σας, εμείς και οι συνεργάτες μας ενδέχεται να χρησιμοποιήσουμε ακριβή δεδομένα γεωγραφικής τοποθεσίας και ταυτοποίησης μέσω σάρωσης συσκευών. Μπορείτε να κάνετε κλικ για να συναινέσετε στην επεξεργασία από εμάς και τους συνεργάτες μας όπως περιγράφεται παραπάνω. Εναλλακτικά, μπορείτε να αποκτήσετε πρόσβαση σε πιο λεπτομερείς πληροφορίες και να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας πριν συναινέσετε ή να αρνηθείτε να συναινέσετε. Λάβετε υπόψη ότι κάποια επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων ενδέχεται να μην απαιτεί τη συγκατάθεσή σας, αλλά έχετε το δικαίωμα να αρνηθείτε αυτήν την επεξεργασία. Οι προτιμήσεις σας θα ισχύουν μόνο για αυτόν τον ιστότοπο. Μπορείτε πάντα να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας επιστρέφοντας σε αυτόν τον ιστότοπο ή επισκεπτόμενοι την πολιτική απορρήτου μας.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας.Δες περισσότερα εδώ.
Κόσμος

Πως η μαφία της Νάπολι στρατολογεί πλούσιους εφήβους (φωτό)

O συγγραφέας του «Γόμορρα» διηγείται τον τρόπο με τον οποίο η Μαφία στρατολογεί εφήβους στις τάξεις της.

Μια παρέα από δεκαεξάχρονους πιάνουν έναν συνομήλικο τους μετά το σχολείο. Ενώ τον κρατάνε στο έδαφος, ο αρχηγός τους, ο Νίκολας, αφοδεύει στο πρόσωπο του ουρλιάζοντας «Καλή όρεξη!». Το θύμα, ο Ρενατίνο τιμωρείται καθώς υπέπεσε σε ένα σημαντικό παράπτωμα: έκανε πολλά likes στη σελίδα Facebook της κοπέλας που αρέσει στον αρχηγό.

Με αυτήν την αηδιαστικά βίαιη σκηνή, ο Ρομπέρτο Σαβιάνο, ο νούμερο ένα εχθρός της ιταλικής Μαφίας, ανοίγει το μυθιστόρημα Piranhas, που μόλις μεταφράστηκε στα αγγλικά, εισάγοντάς μας στον κόσμο των εφηβικών συμμοριών που συνωστίζονται στους δρόμους της συνοικίας Φορτσέλα στο κέντρο της Νάπολης, όπου βασιλεύει η Καμόρα. Από την εποχή που έγραψε το Γόμορρα, το 2006, η κατάσταση στην πόλη του έχει αλλάξει δραματικά.

Οι μοσκίτος, όπως αποκαλούσαν τους πιτσιρικάδες που έκαναν τη διαδρομή Νάπολη-Ρώμη φορτωμένοι ναρκωτικά με μηχανές μεγάλου κυβισμού, δεν είναι πια η αναλώσιμη μαρίδα των μεγάλων μαφιόζων. Είναι οι νέοι πρωταγωνιστές του οργανωμένου εγκλήματος και καθώς είναι ανήλικοι, αν συλληφθούν δικάζονται με μικρές ποινές ή αθωώνονται.

Οι εργατικές κατοικίες Le Vele di Scampia (Ιστία της Σκάμπια) που για πάνω από δεκαετία αποτελούσαν επίκεντρο του εμπορίου ναρκωτικών της Κομόρρα και χρησίμευσαν ως σκηνικό στην τηλεοπτική σειρά  «Γομόρρα». 

Οι δεκαεξάχρονοι Ναπολιτάνοι που οργανώνουν τις δικές τους συμμορίες κάτω από την προστασία των κάπο, των αφεντικών, είναι παιδιά της μορφωμένης μεσαίας τάξης και χειρίζονται με την ίδια άνεση τα σόσιαλ μίντια, τα σκούτερ, το χρήμα και τα όπλα.

Ο Νίκολας, ο κεντρικός ήρωας του Piranhas, μπορεί από την μια να επιθυμεί να πιει κι αυτός σαμπάνιες στην ταράτσα του πολυτελούς ξενοδοχείου New Maharaja με θέα το λιμάνι της πόλης (κάπως έτσι απέκτησε το παρατσούκλι Μαχαραγιάς), αλλά το κρυφό του όνειρο είναι να κατακτήσει όλη τη Νάπολη. Γι' αυτό άλλωστε αναμασάει ρήσεις από τον Ηγεμόνα του Μακιαβέλι, όπως «Έναν ηγέτη πρέπει να τον φοβούνται και να τον αγαπούν. Αν δεν γίνονται και τα δύο τότε καλύτερα να τον φοβούνται».

Οι συμμορίες των εφήβων σπέρνουν σίγουρα τον φόβο. «Οι ηλικίες τους κυμαίνονται από 10 μέχρι 19 ετών, οργανώνονται μόνοι τους και ελέγχουν το εμπόριο ναρκωτικών (κυρίως φούντα και κόκα), τις πιάτσες, το ξέπλυμα χρήματος, το λάδωμα των αστυνομικών και τις εκτελέσεις» εξηγεί ο Σαβιάνο. Υπολογίζει ότι το κέρδος από τις πιάτσες της λιανικής μπορεί να φτάσει σε μισό εκατομμύριο ευρώ μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο.

Η ιστορία του Piranhas δεν είναι ακριβώς μυθοπλασία. Βασίζεται σε δεκάδες συνεντεύξεις φυλακισμένων που έμπλεξαν με τις νεανικές συμμορίες. Δεν είναι τα παιδιά από τις φτωχογειτονιές της Νάπολης αλλά αυτά που όπως λέει ο Σαβιάνο σε «μία περίπλοκη οικονομική κρίση ξέρουν ότι δεν θα βρούνε δουλειά με αξιοπρεπή μισθό, ούτε θα ζήσουν μέσα στην οικονομική ευμάρεια που ζούσαν οι γονείς τους».

Οι πιο τολμηροί και ταλαντούχοι επιλέγουν μία καριέρα στο οργανωμένο έγκλημα. Η βία δεν τους φοβίζει. Όπως λένε στον Σαβιάνο, «αν πεθάνεις πεθάνεις στα ενενήντα σου θα σβήσεις ξεχασμένος, αν πεθάνεις στα είκοσι σου όμως θα γίνεις θρύλος».

«Αν πεθάνεις πεθάνεις στα ενενήντα θα σβήσεις ξεχασμένος, αν όμως πεθάνεις στα είκοσι θα γίνεις θρύλος».

Πριν το Γόμορρα ο Σαβιάνο ήταν ένας νεαρός φιλόδοξος δημοσιογράφος που ήθελε να αποκαλύψει τα μυστικά της Μαφίας σπάζοντας τη διαβόητη ομερτά. Τριγύριζε σε όλη τη Νάπολη με τη βέσπα του και έναν ασύρματο συντονισμένο στην συχνότητα της αστυνομίας για να φτάνει πρώτος στον τόπο όπου κείτονταν ένα πτώμα, συνήθως θύμα του πολέμου μεταξύ των οικογενειών της Μαφίας.

Μετά την έκδοση του Γόμορρα και κυρίως μετά την ομότιτλη ταινία του Ματέο Γκαρόνε που βασίστηκε πάνω του, οι κάπο της Μαφίας υποστήριξαν ότι οι συλλήψεις 24 μελών της οικογένειας των Καζαλέσι για μία σειρά από φόνους, εκβιασμούς και δωροδοκία δημοσίων λειτουργών οφείλονταν στις αποκαλύψεις του βιβλίου. Και απείλησαν ότι θα τον σκοτώσουν.

Η σύλληψη του Αντόνιο Ιοβίνε, κορυφαίου στελέχους της οικογένειας Καζαλέσι, το 2010.

Ο 38χρονος Σαβιάνο δεν είναι ο μόνος που ζει σε μία κατάσταση συνεχούς ασφυκτικής αστυνομικής προστασίας. Στην Ιταλία ζούνε άλλοι 585 κυρίως μάρτυρες κατηγορίας ενάντια σε αφεντικά της Μαφίας. Όμως ο Σαβιάνο είναι ο πιο γνωστός και συνεχίζει να γράφει.

Εκτός από το Γόμορρα, έχει εκδώσει μία σειρά από άρθρα του υπό τον τίτλο Η ομορφιά και η κόλαση και το Μηδέν, μηδέν μηδέν που αναφέρεται στις διαδρομές της κόκας από τις ζούγκλες της Νότιας Αμερικής στα γκλάμορους στέκια της Ευρώπης (κυκλοφορούν όλα από τις εκδόσεις Πατάκη). Το τελευταίο βρέθηκε στο καταφύγιο του Χοακίν «Ελ Τσάπο» Γκουσμάν, αρχηγού του μεξικάνικου καρτέλ ναρκωτικών, όταν συνελήφθη από την αστυνομία.

Αλλά ο Σαβιάνο δεν μπορεί πια να κάνει ρεπορτάζ στους δρόμους. Ζει στους στρατώνες των καραμπινιέρων όταν είναι στην Ιταλία και στα δωμάτια των ξενοδοχείων όταν βρίσκεται στο εξωτερικό.

Σπίτι του είναι οι τρεις σάκοι που κουβαλάει παντού: ένας με ρούχα, ένας με το λάπτοπ και ένας με βιβλία. Οι μόνες του πηγές πληροφοριών πια είναι τα Mέσα και οι αναφορές της αστυνομίας. Αλλά συνεχίζει να γράφει αναλύοντας τις μεθόδους του οργανωμένου εγκλήματος και τη διαπλοκή του με τον κρατικό μηχανισμό.

Ο μόλις 38χρονος Σαβιάνο. 

Ο Σαβιάνο όμως δεν φοβάται ότι θα τον σκοτώσει η Μαφία, αυτόν τον κίνδυνο τον είχε ήδη αγκαλιάσει όταν έγραφε το Γόμορρα. Αυτό που τον βυθίζει σε μία μοιρολατρική απόγνωση είναι ότι τα βιβλία του μπορεί να έγιναν μπεστ σέλερ σε όλο τον κόσμο, όμως η Μαφία όχι μόνο δεν έχασε τη δύναμη της, αλλά αντίθετα ισχυροποιείται, στρατολογώντας ακόμα και ανήλικους.

Tags
Back to top button