
Στις κατεχόμενες περιοχές της Κύπρου διεξάγονται σήμερα παράνομες «προεδρικές εκλογές», με συμμετοχή 217.056 εγγεγραμμένων ψηφοφόρων, σύμφωνα με τα μητρώα έως τα τέλη Ιουλίου. Η εκλογική αναμέτρηση αναμένεται να είναι ιδιαίτερα αμφίρροπη, καθώς οι δημοσκοπήσεις παρουσιάζουν αντικρουόμενα αποτελέσματα. Έρευνα του CMIRS έδειξε τον Τουφάν Ερχιουρμάν να προηγείται με 47,6% έναντι 43% του Ερσίν Τατάρ, ενώ μεταγενέστερη μέτρηση στις 2 Οκτωβρίου τον εμφάνισε με προβάδισμα περίπου δέκα μονάδων. Αντίθετα, άλλες δημοσκοπήσεις καταγράφουν μικρό προβάδισμα Τατάρ, γεγονός που επιβεβαιώνει το ρευστό πολιτικό κλίμα. Το ενδεχόμενο δεύτερου γύρου θεωρείται πιθανό, καθώς κανείς εκ των υποψηφίων δεν φαίνεται να ξεπερνά το 50%, αν και δεν αποκλείεται εντελώς η εκλογή από τον πρώτο γύρο.
Το εκλογικό σώμα και η παρουσία των εποίκων
Σημαντικό στοιχείο της διαδικασίας είναι η συμμετοχή Τούρκων εποίκων, στους οποίους έχει παραχωρηθεί η λεγόμενη «τουρκοκυπριακή υπηκοότητα». Οι επίσημες αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας εκτιμούν ότι οι έποικοι και οι απόγονοί τους υπερβαίνουν τις 160.000, ενώ άλλες πηγές αναφέρουν ακόμα μεγαλύτερους αριθμούς, οι οποίοι αμφισβητούνται. Το κρίσιμο σημείο είναι ότι το εκλογικό σώμα δεν αποτελείται αποκλειστικά από Τουρκοκύπριους, αλλά περιλαμβάνει και πολίτες με καταγωγή από την Τουρκία, γεγονός που έχει σαφείς πολιτικές συνέπειες για την εκπροσώπηση και τη νομιμοποίηση της διαδικασίας.
Οι θέσεις των δύο βασικών υποψηφίων
Ο απερχόμενος ηγέτης των Τουρκοκυπρίων, Ερσίν Τατάρ, έχει υιοθετήσει ως κεντρικό προεκλογικό μήνυμα τη λύση δύο κρατών με κυριαρχική ισότητα. Λίγο πριν τις εκλογές δήλωσε ότι «η ομοσπονδία είναι εκτός τραπεζιού», υπογραμμίζοντας πως συμφωνία μπορεί να υπάρξει μόνο «στη βάση της ίσης κυριαρχίας δύο ξεχωριστών κρατών». Σε πρόσφατες δηλώσεις του στη Νέα Υόρκη τόνισε ότι «δεν θα συμβιβαστούμε στην κυριαρχία μας», θέση που ευθυγραμμίζεται πλήρως με την Άγκυρα, η οποία παρέχει «απόλυτη στήριξη» στο μοντέλο δύο κρατών.
Αντίθετα, ο Τουφάν Ερχιουρμάν, αρχηγός του Ρεπουμπλικανικού Τουρκικού Κόμματος, προτείνει επιστροφή σε διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία, με στόχο την επανένωση και τη μείωση της εξάρτησης από την Τουρκία. Ο ίδιος δήλωσε ότι «οι Τουρκοκύπριοι είμαστε ίσοι μόνο στο τραπέζι των συνομιλιών. Εκτός αυτού, ο ένας ηγέτης εκπροσωπεί αναγνωρισμένο κράτος και ο άλλος όχι», προειδοποιώντας ότι το σενάριο δύο κρατών «αφαιρεί δικαιώματα και διεθνή υπόσταση» από την τουρκοκυπριακή κοινότητα. Έχει επίσης χαρακτηρίσει τα τελευταία χρόνια ως «χαμένα» για την προώθηση μέτρων εμπιστοσύνης και την επανέναρξη του διαλόγου.
Οι υπόλοιποι υποψήφιοι και ο ρόλος τους
Στην εκλογική διαδικασία συμμετέχουν και άλλοι υποψήφιοι, όπως ο Μεχμέτ Χασγκιουλέρ, ο Αρίφ Σαλίχ Κιρντάγ και ο Οσμάν Ζόρμπα, οι οποίοι όμως δεν επηρεάζουν ουσιωδώς το βασικό δίπολο Τατάρ - Ερχιουρμάν. Ο ρόλος τους ενδέχεται να είναι καθοριστικός σε περίπτωση δεύτερου γύρου, λειτουργώντας ως δεξαμενές ψήφων για τους δύο βασικούς μονομάχους.
Το βαρύ αποτύπωμα της Τουρκίας
Η εκλογική αναμέτρηση στις κατεχόμενες περιοχές της Κύπρου διεξάγεται υπό τη σκιά της έντονης τουρκικής παρέμβασης, όπως καταγράφεται καθημερινά στον τουρκοκυπριακό Τύπο. Η Άγκυρα και ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εκφράζουν σαφή προτίμηση στον Ερσίν Τατάρ, ο οποίος παρουσιάζεται ως «νομάρχης» της Τουρκίας. Η ανάμειξη της Τουρκίας είχε καταγγελθεί ανοιχτά ήδη από το 2020, όταν «άνοιξε» τμήματα της περίκλειστης πόλης των Βαρωσίων εντός της προεκλογικής περιόδου, κίνηση που θεωρήθηκε προεκλογικό τρικ υπέρ Τατάρ και προκάλεσε διεθνείς αντιδράσεις. Το ζήτημα αυτό αναβιώνει και φέτος, με αναλυτές να κάνουν λόγο για βαρύ αποτύπωμα της Άγκυρας στη διαμόρφωση του πολιτικού κλίματος και της ατζέντας.
Οι συνέπειες της επανεκλογής Τατάρ
Σε περίπτωση επανεκλογής του Τατάρ, η επίσημη γραμμή της τουρκοκυπριακής πλευράς θα παραμείνει σκληρά προσανατολισμένη στην «αναγνώριση δύο κρατών». Αυτό συνεπάγεται ότι κάθε προοπτική ουσιαστικών συνομιλιών στη βάση του πλαισίου του ΟΗΕ θα συνεχίσει να προσκρούει σε εμπόδια. Παράλληλα, η εξάρτηση από την Τουρκία θα ενισχυθεί, τόσο θεσμικά όσο και οικονομικά και πολιτικά. Η Άγκυρα, η οποία έχει ήδη ευθυγραμμιστεί με τη ρητορική Τατάρ, θα εκλάβει τυχόν νίκη του ως εντολή συνέχισης της ίδιας πορείας. Για την τουρκοκυπριακή κοινωνία, αυτό σημαίνει βραχυπρόθεσμη «σταθερότητα» υπό την τουρκική ομπρέλα, αλλά και περαιτέρω απομάκρυνση από την Ευρωπαϊκή Ένωση, με απώλεια των οφελών της εναρμόνισης και της διασύνδεσης με την ευρωπαϊκή αγορά.
Το ενδεχόμενο εκλογής Ερχιουρμάν
Αντιθέτως, η εκλογή του Τουφάν Ερχιουρμάν θα στείλει πολιτικό μήνυμα αλλαγής. Θα επανέλθει στο προσκήνιο το κοινό λεξιλόγιο με τα Ηνωμένα Έθνη για ομοσπονδιακή λύση, ενώ θα μπορούν να προχωρήσουν τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (διευκολύνσεις διακίνησης, πρακτικές ρυθμίσεις, τεχνικές επιτροπές κ.ά.). Αν και η οικονομική εξάρτηση από την Τουρκία παραμένει δομική, θα δημιουργηθούν περιθώρια για μεγαλύτερη διαπραγματευτική αυτονομία. Σε εσωτερικό επίπεδο, μια τέτοια εξέλιξη θα αναζωπυρώσει προσδοκίες για άρση της απομόνωσης μέσω πρακτικών διευθετήσεων και βελτίωση της εικόνας στις Βρυξέλλες και διεθνώς.
Η διαδικασία παρανομίας
Οι λεγόμενες «προεδρικές εκλογές» στο ψευδοκράτος δεν αναγνωρίζονται διεθνώς, και ο νικητής αναγνωρίζεται μόνο ως ηγέτης της τουρκοκυπριακής πλευράς στις συνομιλίες, όχι ως αρχηγός «κράτους» που δεν υφίσταται. Η παραμονή του Τατάρ στην ηγεσία σημαίνει συνέχιση της σύγκρουσης με τα ψηφίσματα του ΟΗΕ περί ομοσπονδίας, ενώ η εκλογή Ερχιουρμάν θα μπορούσε να αναθερμάνει τη διπλωματική δυνατότητα επανέναρξης του διαλόγου. Στο παρασκήνιο, η Άγκυρα θα μετρήσει το αποτέλεσμα ως τεστ επιρροής και θα προσαρμόσει ανάλογα τις κινήσεις της σε ζητήματα όπως η Αμμόχωστος, η ενεργειακή στρατηγική και τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης.
Από τον Ντενκτάς στον Τατάρ
Η ιστορία της λεγόμενης «προεδρίας» στο ψευδοκράτος ξεκινά με την κυριαρχία του Ραούφ Ντενκτάς μετά το 1974 και τη μονομερή ανακήρυξη του ψευδοκράτους το 1983. Έκτοτε, η στάση της τουρκοκυπριακής πλευράς ταλαντεύεται μεταξύ προσέγγισης και απόρριψης λύσεων. Το 2005, ο Μεχμέτ Αλί Ταλάτ προώθησε την ομοσπονδιακή λογική, ενώ το 2010 ο Ντερβίς Έρογλου επανέφερε τη σκληρή γραμμή. Το 2015, ο Μουσταφά Ακιντζί αναζωπύρωσε ελπίδες που τελικά δεν ευοδώθηκαν, και το 2020 ο Ερσίν Τατάρ κέρδισε οριακά με ανοικτή στήριξη από την Άγκυρα, καθιστώντας τη λύση δύο κρατών επίσημη σημαία της τουρκοκυπριακής πλευράς.