Η Google και για την αντιμετώπιση, όπως αναφέρει των «ψευδών» ειδήσεων, ορολογία που δημιουργήθηκε για την επιβίωση των παραδοσιακών δυτικών ΜΜΕ απέναντι στην αναδυόμενη πληροφορία από άλλες χώρες, εξετάζει το ενδεχόμενο να παραλείψει από τα αποτελέσματα αναζήτησης τα άρθρα και τις ειδήσεις των ιστότοπων Russia Today και Sputnik, στο «πλαίσιο της αντιμετώπισης των ψευδών ειδήσεων και της προπαγάνδας».
Σύμφωνα με το σκεπτικό «οι δύο ιστοσελίδες ελέγχονται από το Κρεμλίνο που κατηγορείται εδώ και μήνες για ανάμειξη στις περσινές προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ» ανάμειξη για την οποία ακόμη να βγάλουν άκρη οι «υπηρεσίες».
Οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών έχουν άλλωστε επανειλημμένα χαρακτηρίσει το Russia Today «μηχανισμό προπαγάνδας του ρωσικού κράτους».
Τα δύο μέσα κατηγορούν από την πλευρά τους την Google για πρακτικές λογοκρισίας.
«Ο όμιλος οφείλει να πολεμήσει την παραπληροφόρηση», σχολίασε ο πρόεδρος της μητρικής εταιρείας Alphabet, Έρικ Σμιτ, μιλώντας στο φόρουμ Διεθνούς Ασφάλειας του Χάλιφαξ.
«Είμαι κατηγορηματικά αντίθετος στη λογοκρισία και υπέρ της κατάταξης. Αυτό κάνουμε. Είναι ένα εύλογο ερώτημα πως κατατάσσουμε τον Α ή τον Β ιστότοπο, σωστά; Κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε με εκατομμύρια εκατομμυρίων κατατάξεις καθημερινά», πρόσθεσε ο Σμιτ.
Όπως παρατηρεί ο ίδιος, η διαδικασία αυτοματοποιημένης αξιολόγησης αναβαθμίζεται διαρκώς για να αποτρέψει τις «πολεμικές» μεθόδους προπαγάνδας, καθώς όσοι επιθυμούν να ελέγξουν την ατζέντα των ειδήσεων, αναβαθμίζουν παράλληλα με την Google τα ηλεκτρονικά εργαλεία τους.
Ο Σμιτ ξεκαθάρισε πως τέτοιου είδους ιστοσελίδες θα αποκλειστούν στο μέλλον από την πλατφόρμα αναζήτησης.
Σκληρή απάντηση από τα δύο μέσα
«Είναι καλό που έχουμε καταγεγραμμένη την αμφισβήτηση της λογικής από την Google: οι ειδήσεις δεν θα επιτρέπονται αν προέρχονται από το RT, παρόλο που η Google έχει παραδεχτεί ότι δεν έχει βρει ενοχοποιητικά στοιχεία για χειραγώγηση της πλατφόρμας τους από εμάς», σχολίασε η αρχισυντάκτρια και των δύο μέσων (Sputnik και RT) Μαργαρίτα Σιμονιάν, στην ανακοίνωση που ανάρτησε στο RT.
Τον Οκτώβριο και το Twitter είχε ανακοινώσει πως δεν θα επέτρεπε πλέον διαφημίσεις από τα δύο μέσα που ελέγχονται από το Κρεμλίνο.
Λίγες εβδομάδες αργότερα, το Russia Today χαρακτηριζόταν «ξένος παράγοντας» από το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ – μία απόφαση που το ηλεκτρονικό μέσο αντιμάχεται νομικά.
Ουσιαστικά πρόκειται για την προσπάθεια των παραδοσιακών δυτικών ΜΜΕ που εξυπηρετούν φυσικά τις ΗΠΑ και άλλες δυτικές χώρες, προκειμένου να ανακτήσουν το χαμένο μερίδιο που έχουν απολέσει από τις αγγλόφωνες ιστοσελίδες της Ρωσίας και Κίνας σε μικρότερο βαθμό.
Κυριότερα όμως για να μπορούν να έχουν το μονοπώλιο της είδησης ώστε ο μέσος δυτικός πολίτης να μην έχει καμία δυνατότητα εναλλακτικής ειδησεογραφικής πηγής.
Αυτό άλλωστε έχει επιδειχθεί σε καταστάσεις όπου ένα κράτος πρέπει να διαλυθεί για να εγκαθιδρυθεί «δημοκρατικό» καθεστώς όπως έγινε στη Λιβύη και όπως γίνεται στη Συρία.
Πρόκειται ουσιαστικά για ένα σχέδιο οι βάσεις του οποίου είχαν τεθεί σε εφαρμογή από το 2011 όταν η τότε Αμερικανή υπουργός Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον είχε δηλώσει πως οι ΗΠΑ χάνουν τον πόλεμο της πληροφορίας, αναφερόμενη στα ρωσικά και άλλα ΜΜΕ με αγγλόφωνα κείμενα.
Έτσι στον πόλεμο αυτό έχει επιστρατευτεί φυσικά και η Google. Στόχος η εκπαραθύρωση κάθε εναλλακτικής πηγής πληροφόρησης, για τον δυτικό πολίτη.