Στα μέσα της δεκαετίας του '70 μια νεαρή μαθήτρια Γυμνασίου, που παίζει πιάνο και αγαπά τη μουσική, βρίσκεται στην πρόβα της ορχήστρας της ΕΡΤ. Στο πόντιουμ βρίσκεται ο Λουκάς Καρυτινός καθοδηγώντας τους μουσικούς προκειμένου να αποδώσουν το έργο όσο καλύτερα γίνεται. Όταν η μουσική αρχίζει να ξεχύνεται στην αίθουσα η μικρή μαθήτρια νιώθει μια ενέργεια πρωτόγνωρη, μια συγκίνηση πρωτοφανή. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή αποφάσισε ότι αυτό θέλει να κάνει στη ζωή της!
Το παραπάνω περιστατικό είναι μια αληθινή ιστορία προερχόμενη από την ζωή της καταξιωμένης διεθνώς Ελληνίδας μαέστρου και συνθέτριας Κωνσταντίας Γουρζή η οποία επιλέχθηκε, ανάμεσα σε πολλούς άλλους άξιους συναδέλφους της, από το κορυφαίο μουσικό φεστιβάλ της Αυστρίας Grafenegg Festival, ως το βασικό τιμώμενο πρόσωπο μέσα από τον ρόλο της Composer in Residence. Κατά την διάρκεια του Φεστιβάλ, το οποίο θα ανοίξει τις πύλες του στις 14 Αυγούστου και θα ολοκληρωθεί στις 6 Σεπτεμβρίου, η Κωνσταντίνα Γουρζή θα διευθύνει την εναρκτήρια συναυλία της διοργάνωσης με έργα Μπετόβεν, θα παρουσιάσει, σε Α' παγκόσμια εκτέλεση, το νέο της έργο «Ύψιλον: Ένα ποίημα για τρομπέτα και ορχήστρα σε πέντε πράξεις» ενώ θα διδάξει και νέους μουσικούς.
«Η συμμετοχή μου στο σημαντικό αυτό μουσικό φεστιβάλ αποτελεί μια φωτεινή στιγμή στη διαδρομή μου. Είμαι χαρούμενη γιατί επιβεβαιώνεται αυτό που πάντα πίστευα ότι δηλαδή ο μαέστρος πρέπει να επίσης και να γράφει μουσική όχι απαραίτητα για να γίνει ο ίδιος συνθέτης αλλά για να μπορεί να καταλάβει καλύτερα τους μουσικούς. Στο φεστιβάλ αυτό λοιπόν παρουσιάζονται οι διαφορετικοί ρόλοι του καλλιτέχνη που διευθύνει, παρουσιάζει δικά του έργα, διδάσκει και αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον» λέει η ίδια στο protothema.gr.
Γεννημένη και μεγαλωμένη στην Αθήνα η Κωνσταντία Γουρζή σπούδασε διεύθυνση ορχήστρας και σύνθεση στο Βερολίνο. Η Γερμανία, εξάλλου, αποτελεί τη βάση της για πολλά χρόνια καθώς από το 2002 είναι καθηγήτρια στο Hochschule für Musik und Theater του Μονάχου, υπεύθυνη για τα σύνολα σύγχρονης μουσικής. Παράλληλα, δραστηριοποιείται έντονα ως μαέστρος και συνθέτρια, έχει συνεργαστεί με σημαντικές ξένες ορχήστρες και μεγάλους οργανισμούς, μεταξύ των οποίων οι Όπερες του Βερολίνου και του Μονάχου, οι Ορχήστρες Ραδιοφωνίας της Στουτγάρδης και της Στοκχόλμης, το Φεστιβάλ της Λουκέρνης κ.α. , έχει παρουσιάσει έργα της σε διάφορα μέρη του κόσμου ενώ έχει κάνει ηχογραφήσεις με τις διεθνούς φήμης δισκογραφικές εταιρείες ECM, Naxos, Sony Classics κ.α.
Η Κωνσταντία Γουρζή βίωσε πολλές δυσκολίες μέχρι να καταφέρει να διακριθεί στο χώρο της
Οι παραπάνω σημαντικές κατακτήσεις και επιτυχίες, ωστόσο, δεν ήρθαν εύκολα. Χρειάστηκε πολύς κόπος, μεγάλο πείσμα και επιμονή για να μπορέσει να σπάσει τα ταμπού και να διεκδικήσει τη θέση που η ίδια πίστευε πως της αξίζει: «Υπάρχουν αμέτρητες φορές που ένιωσα να μού βάζουν εμπόδια στο δρόμο μου. Το 1987, όταν πήγα να σπουδάσω στο Βερολίνο, ο,τιδήποτε κι αν έκανα έμοιαζα σαν τη μύγα μες στο γάλα, ήμουν υπό διαρκή παρατήρηση. Αυτό μου με βοήθησε να μην αποσπαστώ από το στόχο μου ήταν η τεράστια αγάπη που είχα για το αντικείμενό μου. Αυτό που με προστάτευε ήταν ότι ήμουν τόσο αφοσιωμένη σε αυτό που έκανα που δεν είχα χρόνο να ασχοληθώ με την συμπεριφορά των άλλων. Κι αυτή η ασυνείδητη αντίδραση με έσωσε στην κυριολεξία» μάς εξομολογείται η ίδια και προσθέτει με νόημα: « Ο ρόλος είναι βαθιά ριζωμένος μέσα μας. Σύμφωνα με τους ερευνητές μάλιστα η συνήθεια ενός ρόλου σε απομακρύνει από αυτό που πραγματικά είσαι ή θέλεις να κάνεις. Είναι η επιρροή της επανάληψης που συχνά κάνει τους ανθρώπους να ξεχνούν ποιοι πραγματικά είναι και τί θέλουν αληθινά. Όταν ξεφύγεις, λοιπόν, από αυτό που ο άλλος περιμένει από σένα σαν ρόλο, εισπράττεις μία εχθρικότητα η οποία εκφράζεται με διάφορους τρόπους».
Την εποχή εκείνη, εξάλλου, ο ρόλος του μαέστρου ήταν απόλυτα ταυτισμένος με το ανδρικό φύλο και το γεγονός ότι μία νεαρή κοπέλα επιχειρούσε, δυναμικά, να το αλλάξει αυτό, δεν γινόταν αποδεκτό. Η ίδια μάς περιγράφει μια προσωπική εμπειρία στην οποία αποτυπώνεται λεπτομερώς ο ρατσισμός που βίωσε: «Την εποχή που σπούδαζα δεν δινόταν η ευκαιρία σε κάποιον να διαφοροποιηθεί κι όταν το έκανε, η αντιμετώπιση που είχε από τους καθηγητές δεν ήταν καλή. Εγώ βέβαια δεν μπορούσα να προσαρμοστώ σε αυτό το μοτίβο, έκανα διαρκώς ερωτήσεις αμφισβητούσα πράγματα που μέχρι τότε θεωρούνταν δεδομένα. Είχα πει κάποια στιγμή σ' έναν δάσκαλό μου «δεν μπορώ να το κάνω αυτό ακριβώς όπως εσείς όπως δεν μπορώ να βάλω το εσώρουχό σας...». Η αντίδρασή του ήταν άσχημη. Θύμωσε πάρα πολύ και με έδιωξε από την τάξη. Σε όλους βέβαια παραδεχόταν ότι ήμουν η καλύτερή του φοιτήτρια, σε μένα όμως δεν το είχε πει ποτέ».
Αργότερα, όταν πλέον πέρασε στο επαγγελματικό στίβο, είχε να διαχειριστεί τις αντιδράσεις που εισέπραττε από τους μουσικούς όταν ανέβαινε στο πόντιουμ. Η ίδια θυμάται χαρακτηριστικά: «Υπήρξαν φορές που μπαίνοντας στην αίθουσα για πρόβα άκουγα σφυρίγματα από άνδρες μουσικούς που προσπαθούσαν έτσι να προτάξουν την γυναικεία από την καλλιτεχνική μου υπόσταση. Εισέπραξα, όμως, εχθρικότητα και από γυναίκες μουσικούς γιατί δεν είχαν μπροστά τους άνδρα μαέστρο να τις θαυμάζει. Επέμεναν πάντα να με ρωτούν πως αισθάνομαι σαν γυναίκα μαέστρος. Κάποια στιγμή, μάλιστα, είχα σκεφτεί να βάλω στο βιογραφικό που θα έστελνα για μια θέση που ενδιαφερόμουν ένα ανδρικό όνομα. Δεν το έκανα τελικά και συνέχισα να προσπαθώ. Αποδέχτηκα, όχι με την έννοια του συμβιβασμού αλλά της παρατήρησης, ότι δεν μπορώ να αλλάξω κάτι το οποίο είναι δεδομένο και πως το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να γίνω όσο καλύτερη μπορώ».
Η Κωνσταντία Γουρζή παρατηρεί, με ανακούφιση, πως τα τελευταία χρόνια οι συνθήκες για τις γυναίκες μουσικούς είναι, πλέον, πολύ καλύτερες. «Ευτυχώς τα τελευταία πέντε χρόνια έχει αλλάξει το τοπίο προς το καλύτερο. Θα πρέπει, βέβαια, να προσέξουμε μην φθάσουμε στο άλλο άκρο» επισημαίνει εξηγώντας πως υπάρχουν πλέον διοργανώσεις που συμπεριλαμβάνουν απαραιτήτως γυναίκες μουσικούς με βασικό κριτήριο όχι το έργο τους αλλά το φύλλο τους, σε μια προσπάθεια να δείξουν πως δεν κάνουν διακρίσεις.