Ο Αλ Πατσίνο θεωρήθηκε πολύ κοντός, από τον Μάρλον Μπράντο ζητήθηκε να κάνει δοκιμαστικό και ο σκηνοθέτης Φράνσις Φορντ Κόπολα παραλίγο να απολυθεί.
Ο σκηνοθέτης και το καστ του «Νονού» θυμήθηκαν το Σάββατο, κατά τη συνάντησή τους στη Νέα Υόρκη με την ευκαιρία της 45ης επετείου της ταινίας, τις δοκιμασίες, την επιμονή και την έμπνευση που είχαν ως αποτέλεσμα τις βραβευμένες με Όσκαρ ταινίες για τη Μαφία.
Για τον Κόπολα, η καλτ ταινία «Ο Νονός» δεν θα μπορούσε να γίνει σήμερα επειδή τα στούντιο θα αρνούνταν να αναλάβουν ένα τέτοιο σχέδιο.
«Δεν θα είχε πάρει ποτέ το πράσινο φως» από κάποιο στούντιο, δήλωσε χθες στο στρογγυλό τραπέζι που οργανώθηκε από το κινηματογραφικό φεστιβάλ της Τραϊμπέκα. «Τίποτε δεν παίρνει το πράσινο φως παρά μόνο αν είναι μια ταινία που θα έχει πολλές συνέχειες ή μια ταινία εμπνευσμένη από τα κόμικς της Marvel», πρόσθεσε.
Στο στρογγυλό τραπέζι κάθονταν και πολλοί από τους βασικούς ηθοποιούς της ταινίας, κυρίως ο Αλ Πατσίνο, ο Ρόμπερτ Ντιβάλ και ο Τζέιμς Κάαν, αλλά επίσης ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο, ο οποίος ήταν παρών στη δεύτερη ταινία του «Νονού». Οι παριστάμενοι παρακολούθησαν διαδοχικά τις ταινίες «Ο Νονός» (1972) και «Ο Νονός: Μέρος Β» (1974) μαζί μ' ένα κοινό 6.000 ανθρώπων κατά το κλείσιμο του φεστιβάλ της Τραϊμπέκα.
Ο σκηνοθέτης, ο οποίος έχει τιμηθεί δύο φορές με Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες για τις ταινίες «Η συνομιλία» και «Αποκάλυψη Τώρα», αναφέρθηκε επίσης στις δυσκολίες που αντιμετώπισε στη διάρκεια των γυρισμάτων.
Μέχρι και πολλές εβδομάδες μετά την έναρξη των γυρισμάτων, δεν είχε πάψει να κυκλοφορεί η φήμη ότι ο Φράνις Φορντ Κόπολα επρόκειτο να αντικαστασταθεί.
Ο Κόπολα υπενθύμισε επίσης πως το στούντιο Paramount, που έκανε την παραγωγή της ταινίας, δεν ήθελε τον Μάρλον Μπράντο, που τελικά τιμήθηκε με Όσκαρ πρώτου ρόλου για την ερμηνεία του ως Βίτο Κορλεόνε, αλλά ούτε και τον Αλ Πατσίνο.
«Μου είπαν (διευθυντές του στούντιο) πως το να έχω τον Μπράντο στην ταινία θα την κάνει λιγότερο εμπορική απ' ό,τι αν έχω κάποιον εντελώς άγνωστο», είπε ο Κόπολα.
Το στούντιο αργότερα συμφώνησε «εφόσον ο Μάρλον θα έκανε ένα δοκιμαστικό και θα το έκανε δωρεάν και θα έβαζε ρήτρα ένα εκατομμύριο δολάρια ότι δεν θα προκαλούσε φασαρίες στη διάρκεια της παραγωγής».
Έτσι ο θρυλικός ηθοποιός ταινιών όπως οι «Το λιμάνι της αγωνίας» και «Λεωφορείον ο Πόθος» πήρε τον ρόλο έπειτα από δοκιμαστικό.
Στο δοκιμαστικό αυτό ο Μπράντο είχε την ιδέα να βάλει μέσα στο στόμα του κομμάτια χαρτί ώστε να έχει το ύφος «ενός μπουλντόγκ», αφηγήθηκε ο Φράνσις Φορντ Κόπολα. Σκέφτηκε επίσης, χωρίς υπόδειξη από τον σκηνοθέτη, να υιοθετήσει μια λαρυγγώδη φωνή που έμεινε στην ιστορία, σχεδόν ένα ψιθύρισμα.
Έπειτα από μερικά λεπτά, ο Μάρλον Μπράντο απαντούσε στο τηλέφωνο με τη φωνή του Δον Κορλεόνε, θυμάται ο Φράνσις Φορντ Κόπολα.
Όμως η αρχή δεν ήταν καθόλου ευοίωνη. Ο Κόπολα παραλίγο να απολυθεί αρκετές φορές και συνάντησε σκληρή αντίσταση όταν θέλησε να προσλάβει τόσο τον Μπράντο, όσο και τον Αλ Πατσίνο. Θυμάται ότι η Paramount ήθελε να τοποθετήσει χρονικά το σενάριο της ταινίας στη δεκαετία του 1970 και να κάνει κάτι «φθηνό και γρήγορο». Και τρεις εβδομάδες μετά την έναρξη των γυρισμάτων, οι φασαρίες δεν είχαν τελειώσει. «Στους ανθρώπους του στούντιο δεν άρεσε καθόλου ο Μπράντο. Έλεγαν πως μουρμουρίζει και πως μασάει τα λόγια του και απεχθάνονταν την ταινία... Ήταν πολύ σκοτεινή», είπε ο Κόπολα.
Οι δύο ταινίες κέρδισαν εννέα Όσκαρ και έγιναν κλασικές του παγκόσμιου κινηματογράφου.
Ο Πατσίνο χρειάσθηκε να κάνει «αναρίθμητα» δοκιμαστικά για τον ρόλο του Μάικλ Κορελόνε. Οι επικεφαλής του στούντιο πίστευαν ότι είναι υπερβολικά κοντός και ήθελαν για τον ρόλο τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ ή τον Ράιαν Ο' Νιλ.
Όμως ο Κόπολα επέμεινε επειδή «κάθε φορά που διάβαζα το σενάριο, έβλεπα πάντα το πρόσωπο του Πατσίνο, ιδιαίτερα στις σκηνές στη Σικελία».
Ο Πατσίνο είπε πως ήθελε αρχικά τον ρόλο του θερμοκέφαλου γιου, του Σόνι, και πίστευε πως ο Κόπολα «ήταν τρελός» που ήθελε να τον βάλει να υποδυθεί τον Μάικλ.
«Σκεφτόμουν ότι πρόκειται είτε για όνειρο είτε για αστείο ... και μετά άρχισε όλη η δοκιμασία μ' αυτούς να μην με θέλουν και με τον Φράνσις να με θέλει», θυμάται ο Πατσίνο. Η ταινία έβαλε τις βάσεις της σταδιοδρομίας του ως ενός από τους πιο αξιόλογους και βραβευμένους ηθοποιούς της γενιάς του.
Η τύχη έπαιξε ρόλο στη δημιουργία μερικών από τις πιο αξιομνημόνευτες σκηνές των δύο ταινιών. Η αποκάλυψη από τη σύζυγο του Κορλεόνε, την Κέι (Νταϊάν Κίτον), ότι έκανε άμβλωση εξαιτίας της φρίκης της για τα εγκλήματα του συζύγου της είχε προταθεί από την Τάλια Σάιρ (Κόνι).
Και η γάτα που ο Μπράντο κρατάει στην αγκαλιά του στην εναρκτήρια σκηνή του «Νονού», η οποία έρχεται σε έντονη αντίθεση με την τρομακτική παρουσία του, ήταν επίσης μια προσθήκη της τελευταίας στιγμής.
«Έβαλα αυτή τη γάτα στα χέρια του. Ήταν η γάτα του στούντιο. Τελειώσαμε με ένα και μόνο γύρισμα», είπε ο Κόπολα.