Οι συνθήκες που επικρατούσαν στη Σύμη το 1821 – Η προετοιμασία της Επανάστασης στη Σύμη – Η κήρυξη της Επανάστασης στο νησί (16/8/2021)
Ο ορυμαγδός των γεγονότων που διαδέχονται το ένα το άλλο , έχει σαν αποτέλεσμα να μην ασχοληθούμε με τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821 όπως θα έπρεπε και όπως θα θέλαμε. Χαιρόμαστε γιατί σε κάποια άρθρα μας αναδείξαμε άγνωστα στο ευρύ κοινό επαναστατικά γεγονότα, όπως π.χ. όσα έγιναν στη Μακεδονία με τον Εμμανουήλ Παπά και ειδικότερα, τις σφαγές της Θεσσαλονίκης. Σήμερα , θα ασχοληθούμε με την κήρυξη της Επανάστασης πριν από 200 χρόνια, τέτοιες μέρες, σε ένα από τα πανέμορφα Δωδεκάνησα: τη Σύμη . Τα στοιχεία προέρχονται από υπό έκδοση βιβλίο του κύριου Νικολού Φαρμακίδη , σχετικά με την επανάσταση στο νησί.
Μερικά στοιχεία για τη Σύμη
Η Σύμη είναι νησί του Αιγαίου Πελάγους που ανήκει στα Δωδεκάνησα. Έχει έκταση 58 τ.χλμ. Σύμφωνα με την απογραφή του 2011, ο πληθυσμός της είναι 2.690 κάτοικοι. Βρίσκεται 15 ναυτικά μίλια βόρεια της Ρόδου και πολύ κοντά στις ακτές της Μικράς Ασίας . Το έδαφος της είναι κυρίως βραχώδες και ορεινό. Μνημονεύεται ήδη από τον Όμηρο στην «Ιλιάδα» . Ήταν γνωστή στην αρχαιότητα με τα ονόματα Έλκουσα, Αίγλη και Μεταποντίς. Στη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου, οι Αθηναίοι τη χρησιμοποίησαν ως βάση για τις επιχειρήσεις τους. Το 1309 την κατέλαβαν οι Ιωαννίτες ιππότες ενώ το 1523 πέρασε στα χέρια των Οθωμανών. Οι συχνές πειρατικές επιδομές είχαν σαν αποτέλεσμα τη μείωση του πληθυσμού του νησιού. Έτσι ο Βιτσέντζο Κορονέλι στο Isolaria του (τέλη 17ου αι.), κάνει μνεία για λίγους ανθρώπους που μένουν στο νησί. Η άφθονη δασική ξυλεία χρησιμοποιήθηκε στα τοπικά ναυπηγεία. Το 1737 , ο πρόξενος της Γαλλίας στη Ρόδο , τόνιζε ότι συμιακά πλοία εκτελούσαν μεταφορές από τα Δωδεκάνησα στη Βενετία. Το 1813 , ο γνωστός μας Γάλλος διπλωμάτης και γιατρός Πουκεβίλ, υπολογίζει ότι υπήρχαν στο νησί 25 πλοία μέσης χωρητικότητας 180 τόνων , ενώ τα πληρώματα τους έφταναν τα 400 άτομα ( Πηγή: Εγκυκλοπαίδεια ΠΑΠΥΡΟΣ – ΛΑΡΟΥΣ – ΜΠΡΙΤΑΝΝΙΚΑ).
Η προετοιμασία της Σύμης για την Επανάσταση
Στη Σύμη έβλεπαν την Επανάσταση του 1821, ως μέσο για την απαλλαγή τους από την Οθωμανική κυριαρχία που γινόταν όλο και πιο καταπιεστική. Την περίοδο αυτή η Σύμη κυριαρχούσε στη σπογγαλιεία. Είναι χαρακτηριστικό, ότι στο νησί στα μέσα του 19ου αιώνα υπήρχαν πρόξενοι από 10 ευρωπαϊκές χώρες! Έχοντας οικονομική άνεση, ελευθερία και προνόμια, η Σύμη θα μπορούσε να μην επαναστατήσει το 1821. Όμως, οι κάτοικοι της εξεγέρθηκαν, καθαρά για ιδεολογικούς λόγους. Πολύ σημαντικός ήταν ο ρόλος της «Ακαδημίας» ( Σχολή Αγίας Μαρίνας), που λειτουργούσε για περίπου έναν αιώνα στο νησί.
Όπως γράφει ο κύριος Φαρμακίδης: «Οι δάσκαλοι και οι μαθητές της Σχολής, γνωρίζοντας πολύ καλά την ιστορία τους, είχαν και μια βαθιά εθνοτική συνείδηση. Έτσι το ευρωπαϊκό ρεύμα για Εθνική Ανεξαρτησία που έφτασε στο νησί μαζί με τις καινοτομίες στην εκπαίδευση , δεν αποσκοπούσε σε κοινωνικές ανακατατάξεις στην κοινωνία της Σύμης. Η εθνική ταυτότητα των Συμιακών ήταν συνδεδεμένη πρωτίστως μ’ ένα πολιτικό αίτημα: την ανεξαρτησία του εθνικού εδάφους, την αυτόνομη πολιτική συγκρότηση, τη συγκρότηση μιας πολιτικής εθνικής διοίκησης , της οποίας η εξουσία να πηγάζει από το έθνος και να οργανώνεται στο όνομα του έθνους, και τέλος να την καταστήσει πολιτισμικά ως εθνική πολιτική οντότητα , δηλαδή ένα τμήμα του εθνικού κράτους. ‘Καθηγητές της Σχολής ήταν σπουδαίοι πνευματικοί άνθρωποι.
Αναγνώστης Πετιμεζάς: Η συμβολή του στην Επανάσταση του 1821
Ο Βενέδικτος Ρώσος, που είχε διδάξει με το όνομα Βησσαρίων Συμαίος στη Σχολή των Κυδωνιών και ο Προκόπιος Δενδρινός. Και οι δύο είχαν σπουδαίες φιλολογικές και θρησκευτικές γνώσεις και ήταν εμποτισμένοι με ελληνικά ιδανικά. Πολλοί διαπρεπείς λόγιοι της εποχής , ήταν μαθητές ή συμμαθητές τους Έτσι π.χ. ο περίφημος Βενιαμίν ο Λέσβιος, ήταν επίσης δάσκαλος στις Κυδωνίες, πιθανότατα μεταξύ 1799 και 1806. Ο Βενέδικτος , ο Δενδρινός, ο Χατζηιωάννου καθώς και μία ομάδα λογίων Συμιακών αυτή την εποχή, όπως οι Φωτιάδηδες, ήταν οι πυρήνες της ιδεολογικής κατεύθυνσης στη Σύμη όλη αυτή την περίοδο. Φανατικότερος όλων, φαίνεται ότι ήταν ο Βενέδικτος, στον οποίο δόθηκε το προσωνύμιο «συπαχιό» (πρόκειται μάλλον για τουρκική λέξη με ισπανική προφορά , που σημαίνει «πολεμιστής της πίστης»).
Όμως, δεν συμφωνούσαν όλοι οι Συμιακοί με τους παραπάνω. Μια ισχυρή ομάδα από κατοίκους του νησιού από όλες τις τάξεις με επικεφαλής τον Ηγούμενο της Μονής του Πανορμίτη, πίστευαν ότι η παραμονή του νησιού στην οθωμανική αυτοκρατορία, προσφέρει στη Σύμη πλούτο και ελευθερία.
Επειδή λοιπόν οι καθηγητές της Αγίας Μαρίνας πρωτοστατούσαν στην κήρυξη επανάστασης στη Σύμη, η αντίπαλη ομάδα που ονόμαζε τη Σχολή αυτή «φυτώριο ζιζανίων μορφωμένων» με τη βοήθεια των Τούρκων έκλεισε τη Σχολή και κατέστρεψε τα κτίρια της.
Στο μεταξύ, ο Σουκιούρ μπέης της Ρόδου, έστειλε εκπρόσωπο του στο νησί , καθώς οι Συμιακοί προσποιούνταν ότι δεν έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν τους φόρους που έπρεπε . Αυτός μέτρησε τις οικογένειες της Σύμης και τις βρήκε 2.000 . Αν σκεφτούμε ότι τότε τα μέλη κάθε οικογένειας ήταν 5 – 10 άτομα ,ο πληθυσμός του νησιού έφτανε τα 1820 , τις 10.000 – 15.000. Όταν το 1822 η Ελληνική Κυβέρνηση ζήτησε από τους Δημογέροντες της Σύμης να κάνουν απογραφή, αυτή ανέφεραν ότι το νησί είχε 8.000 κατοίκους. Επρόκειτο για σκόπιμα υποβαθμισμένο αριθμό.
1820 – 1821 : Η κήρυξη της Επανάστασης στη Σύμη
Το 1820 Πρωτόγερος της Σύμης ήταν ο Αγαπητός Χατζησταυριανού και Γραμματικός του Κοινού ο Νικήτας Χατζηιωάννου. Λίγο πριν το κλείσιμο της Σχολής, οι δύο βασικοί καθηγητές της, ο Βενέδικτος και Προκόπιος έφυγαν για το Άγιο Όρος όπου εγκαταστάθηκαν στη ρωσική Μονή του Αγίου Παντελεήμονος. Εκεί ο Βενέδικτος έγινε ηγούμενος της Μονής. Όπως έχουμε αναφέρει στο άρθρο μας για τον Εμμανουήλ Παπά, οι μοναχοί του Αγίου Όρους ξεσηκώθηκαν, ωστόσο η επανάσταση πνίγηκε στο αίμα. Ο Βενέδικτος μαζί με όλους τους μοναχούς και τα κειμήλια της μονής έφυγαν και εγκαταστάθηκαν μετά από περιπλανήσεις στη Μονή Ζωοδόχου Πηγής στον Πόρο, όπου έμειναν ως το 1828. Όταν ήρθε ο Καποδίστριας στην Ελλάδα, τοποθέτησε αρχικά τον Βενέδικτο δάσκαλο στις Σπέτσες και στη συνέχεια Διευθυντή στην Εκκλησιαστική Σχολή του Πόρου, ουσιαστικά, επικεφαλής της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα, ως τον Σεπτέμβριο του 1831.Οι μοναχοί επέστρεψαν στο Άγιο Όρος.
Ένας άλλος κληρικός που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην Επανάσταση των νησιών του Αρχιπέλαγους, ήταν ο Θεόφιλος Πανκώστας ( ή Παγκώστας) που γεννήθηκε στην Πάτμο το 1764 και το 1806 εκλέχθηκε Πατριάρχης Αλεξανδρείας. Είχε στενές σχέσεις με τον Μοχάμεντ Άλη της Αιγύπτου ο οποίος έβλεπε τους Έλληνες ως μέσο για την ανάπτυξη της κυριαρχίας του. Θεωρούσε ότι μπορούσε ν’ αναπτύξει βιομηχανίες , με τα δεδομένα της εποχής βέβαια, στην Πελοπόννησο και να αξιοποιήσει το εμπορικό δαιμόνιο των Ελλήνων, στο οποίο άλλωστε είχε στηρίξει σε μεγάλο βαθμό την οικονομική ανάπτυξη της Αιγύπτου. Ο Πατριάρχης για λόγους υγείας τον Οκτώβριο του 1819 είχε μεταβεί στη γενέτειρά του την Πάτμο. Εκεί τον βρήκε, συστημένος από τον ηγεμόνα της Μολδαβίας Μιχαήλ Σούτσο , ο απόστολος της Φιλικής Εταιρείας Αντώνιος Πελοπίδας από την Στεμνίτσα Αρκαδίας, ο οποίος τον μύησε την 1η Μαΐου 1820 στην Εταιρεία. Αργότερα, ο Πελοπίδας με τον Δημήτριο Ύπατρο πέρασαν πάλι από την Πάτμο και ο Πατριάρχης τους έδωσε 2.000 γρόσια για τους σκοπούς της Εταιρείας. Ο Πατριάρχης αποκαλούσε τον Καβαλιώτη Μοχάμεντ Άλη «Μονάρχη Αλέξανδρο Μακεδόνα». Όμως όταν αργότερα οι Έλληνες δεν δέχθηκαν να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες του Μοχάμεντ Άλη, εκείνος στράφηκε εναντίον τους στέλνοντας τους θετό γιό τον Ιμπραήμ να πολεμήσει στο πλευρό των Τούρκων. Και ο σχέσεις του με τον Πατριάρχη διαταράχθηκαν.
Ο Πατριάρχης Θεόφιλος είχε πολύ καλές σχέσεις με τον Βενέδικτο και τον Προκόπιο. Αγαπούσε πολύ τη Σύμη και έλεγε ότι «αν δεν ήμουνα Πατριάρχης ήθελα να είμαι ηγούμενος του Πανορμίτου». Μαζί με τους Βενέδικτο και Προκόπιο, σημαντικό ρόλο για την Επανάσταση στη Σύμη έπαιξαν ο Γραμματέας της Σχολής Χατζηαγαπητός Χατζηιωάννου και οι συνεργάτες του Σίμωνας Χατζηκώστας και ο ιερομόναχος Νίκανδρος (Μιχαήλ Ιωαννίδης).
Η Επανάσταση ξεκινά
Το 1821 Πρωτόγερος του Κοινού της Σύμης ήταν ο Μανόλης Ρεΐσης και Γραμματικός του Κοινού ο Διάκο Νικόλαος Μούλος. Όπως αναφέραμε, οι Συμιακοί ταξίδευαν σε διάφορα μέρη της Ευρώπης και είχαν πληροφορίες για το τι γινόταν μακριά από τον ελλαδικό χώρο. Αν και περίμεναν κάποιες εντολές από τους ηγέτες της Επανάστασης, αυτές δεν έρχονταν. Το 1821 μπέης της Ρόδου ήταν ο Γιουσούφ μπέης, άνθρωπος ήπιος και διαλλακτικός. Τον Φεβρουάριο του 1821 έστειλε δύο γράμματα στην Σύμη. Με το ένα ζητούσε 700 κιλά βούτυρο και με το άλλο να πάνε οι Συμιακοί στη Ρόδο για να πληρώσουν τον φόρο που έπρεπε.
Στις 12 Απριλίου 1821, Κυριακή της Διακαινησίμου , δυο μέρες μετά τον απαγχονισμό του Γρηγορίου Ε΄, ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος και ο Δημήτριος Θέμελης, ύψωσαν τη σημαία της Επανάστασης στη Χώρα της Πάτμου. Έχοντας εμπιστοσύνη στον Θεόφιλο, οι Συμιακοί έστειλαν στις 29 Απριλίου 1821 τον Νικήτα Χατζηιωάννου στον Πατριάρχη για να τους συμβουλεύσει. Αυτός απάντησε με επιστολή στις 3 Μαΐου 1821, με την οποία καλούσε τους Συμιακούς να εξεγερθούν , αναφέροντας ότι υπάρχουν φήμες ότι ο Αλέξανδρος Υψηλάντης κατέλαβε την Αδριανούπολη! Ενδιαφέρον πάντως παρουσιάζει το ΄΄ κλείσιμο ΄΄ της επιστολής του Πατριάρχη στο οποίο έγραφε: «Μη δειλιάσετε απόγονοι του Μιλτιάδου και Θεμιστοκλέους» . Αυτό το μικρό απόσπασμα , είναι ένα ακόμα δείγμα για το πώς έβλεπαν οι Έλληνες του 1821 τους εαυτούς τους. Ως απογόνους των αρχαίων Ελλήνων και όχι ως κάποιους που ήταν αμάλγαμα Σλάβων, Βουλγάρων, Αλβανών, Οθωμανών κλπ. Το είχαμε δει και στο άρθρο μας για τον Νικηταρά, όπου ένας απλός άνθρωπος, ο λαϊκός ποιητής Τσοπανάκος, παρομοίαζε τον « Τουρκοφάγο» με τον Λεωνίδα.
Η πολιτική της Φιλικής Εταιρείας ήταν να χρησιμοποιεί υπερβολές για να πείσει τους Έλληνες να πάρουν μέρος στην Επανάσταση. Οι Συμιακοί ταξιδεύοντας σε όλη την Ευρώπη γνώριζαν ότι πολλά από αυτά που διαδίδονταν από τους Φιλικούς ήταν ανακριβή. Επιπλέον γνωρίζοντας ότι αν ξεσηκώνονταν μόνοι τους δεν θα είχαν καμία τύχη, σκόπευαν να συνεννοηθούν και να συνεργαστούν με τους άλλους νησιώτες για να ενεργήσουν όλοι μαζί. Ωστόσο η συμμετοχή τους στην Επανάσταση ήταν αναπόφευκτη. Σε γενική συνέλευση που έγινε στις 10 Μαΐου 1821 αποφασίστηκε και επίσημα η Σύμη να εξεγερθεί. Τέθηκαν μάλιστα κάποιοι κανόνες οι οποίοι έπρεπε να τηρηθούν απαρέγκλιτα.
Στις 29/5/1821 οι Συμιακοί έστειλαν τους Κωνσταντίνο Κλαδάκη και Χατζή Διάκο στους Υδραίους και τους έγραφαν την έντονη επιθυμία τους να συμπράξουν μαζί τους στην αντιμετώπιση του κοινού εχθρού. Τους έγραψαν επίσης για τα τραγικά γεγονότα της Ρόδου όπου οι Μουσουλμάνοι κάτοικοι του νησιού αφόπλισαν τους Χριστιανούς και άρχισαν να τους σφάζουν με αποτέλεσμα πολλοί Ροδίτες, έντρομοι, να καταφύγουν σε γειτονικά νησιά όπως η Σύμη. Οι κάτοικοι της Σύμης έδωσαν 700 γρόσια στους Υδραίους και τους Σπετσιώτες για να αγοράσουν μπαρούτι, βόλια και άλλα πολεμοφόδια.
Στο μεταξύ, στις 8 Ιουνίου 1821 έφτασε στην Ύδρα ο Δημήτριος Υψηλάντης. Του επιφυλάχθηκε θερμή υποδοχή. Διόρισε ως Γενικό Επίτροπο για τα νησιά τον Δημήτριο Θέμελη, που όπως είδαμε μαζί με τον Πατριάρχη Θεόφιλο είχαν υψώσει τη σημαία της Επανάστασης στην Πάτμο. Ο τίτλος του Θέμελη ήταν: «Ισπράβνικος ελέω Θεού Επίτροπος Άσπρης Θάλασσας». Τόσο ο Δ. Υψηλάντης όσο και ο Δ. Θέμελης είχαν δημοσιεύσει δύο διακηρύξεις με οδηγίες προ τους εξεγερμένους Έλληνες. Οι Συμιακοί είχαν στείλει στην Ύδρα τριμελή αντιπροσωπεία για να συναντήσει τον Δ. Υψηλάντη η οποία πήρε αντίγραφα των δύο προκηρύξεων. Η επιτροπή αυτή φαίνεται ότι πέρασε από τη Νίσυρο και την Τήλο και άφησε από ένα αντίγραφο στα δύο νησιά. Επίσης ο Γεώργιος Αγγελίδης που ήταν μάλλον ένα από τα μέλη της επιτροπής, μετέφερε αντίγραφα των διακηρύξεων στο Καστελλόριζο.
Στο μεταξύ, ο Δημήτριος Υψηλάντης θέλοντας να εντάξει όλους τους νησιώτες στην Επανάσταση τους έδωσε το δικαίωμα με εγκύκλιό του τον Ιούλιο του 1821 για πειρατικές επιδρομές. Οι Συμιακοί συνέχιζαν τις προετοιμασίες για την Επανάσταση. Ο Σίμωνας Χατζηκώνστας στις 3 Αυγούστου 1821 βρήκε τους Ναυάρχους του ελληνικού στόλου. Συνάντησαν και τον Θέμελη ο οποίος του έδωσε δικό του γράμμα για τους Ναυάρχους. Οι νησιώτες δεν έβλεπαν κάποια διάθεση για βοήθεια από την κεντρική «εξουσία» της Επανάστασης. Όταν μάλιστα στις 2 Μαΐου 1821 βγήκε από τον Βόσπορο ένα μέρος του τουρκικού στόλου, οι Συμιακοί αγόρασαν από την Κάσο ένα μπριγκαντίνι, καθώς αυτοί διέθεταν μόνο ένα αξιόμαχο πλοίο. Μέχρι να αναλάβει δράση το μπριγκαντίνι, ναύλωσαν δύο ακόμα κασιώτικα πλοία με καπετάνιους τους Νικόλαο Γιούλιο και Γιάννη Μαλακάκη για να περιφέρονται στο μπουγάζι (=πορθμός) της Ρόδου και να φυλάει τα νησιά Σύμη, Χάλκη, Νίσυρο και Τήλο.
Στις 11 Ιουλίου έγινε η μάλλον άγνωστη, σφαγή της Κω που εκείνη την εποχή είχε 12.000 Τούρκους και 6.000 Έλληνες κατοίκους. Με τη συνδρομή 600 ατάκτων από τη Μικρά Ασία, οι Τούρκοι άρχισαν τις δολοφονίες, τους βιασμούς και τις λεηλασίες. 98 Έλληνες της Κω σφαγιάστηκαν.
Στις 8 Αυγούστου 1821, ο Σίμωνας Χατζηκώστας επέστρεψε από την Ύδρα με τα πολεμοφόδια που είχαν ζητήσει οι Συμιακοί. Ωστόσο οι Προεστοί της Ύδρας και των Σπετσών καλούσαν τους Συμιακούς να ζητήσουν από τους Καστελλοριζιούς βοήθεια, ενώ τους έγραφαν ότι δεν κινδυνεύουν από τον τουρκικό στόλο ο οποίος έχει αποσυρθεί στις μικρασιατικές ακτές.
Οι κάτοικοι της Σύμης ζήτησαν από τους Καστελλοριζιούς βοήθεια. Πράγματι, εκείνοι στις 10 Αυγούστου απάντησαν ότι θα πήγαιναν περνώντας νότια της Ρόδου για να μην τους δουν οι Τούρκοι.
Ζυγίζοντας όλα τα δεδομένα, οι Συμιακοί στις 16/8/1821 με συμμετοχή εκπροσώπων από την Τήλο, τη Νίσυρο, τη Χάλκη και το Καστελλόριζο κήρυξαν την Επανάσταση και διόρισαν δεκαμελή διοίκηση. Την απόφαση υπέγραφαν 77 εξουσιοδοτημένοι κάτοικοι. Μετά τη συνέλευση ύψωσαν στο κάστρο του νησιού με πρωτεργάτη του Θεμιστοκλή Γεωργιάδη τη σημαία της Επανάστασης. Όπως βλέπουμε στη Σύμη υπήρξε αξιοζήλευτη οργάνωση σε αντίθεση με την ηπειρωτική Ελλάδα όπου ο καθένας έκανε ό, τι ήθελε…
Πρώτη κίνηση των επαναστατημένων Δωδεκανήσων ήταν η πάρουν εκδίκηση για τις σφαγές της Ρόδου και της Κω. Έτσι έκαναν επιδρομές στα παράλια της Μικράς Ασίας όπου σκότωσαν πολλούς Τούρκους ενώ προέβησαν και σε λεηλασίες. Βέβαια και οι Έλληνες είχαν κάποιες απώλειες.
Η επανάσταση πολλών νησιών μαζί είχε σαφώς καλύτερα αποτελέσματα από την εξέγερση μόνο ενός.
Πηγή: protothema.gr