Μόνο ένας στους 10 λαμβάνει επίδομα ανεργίας από τον ΟΑΕΔ, κάθε άνεργος παραμένει εκτός αγοράς εργασίας περισσότερο από δυόμισι έτη, ενώ σε 350.000 οικογένειες δεν υπάρχει εργαζόμενο μέλος.
Τα στοιχεία του ΟΑΕΔ και του ΙΝΕ ΓΣΕΕ σοκάρουν για το τεράστιο πρόβλημα της ανεργίας στη χώρα μας.
Το ποσοστό ανεργίας εξακολουθεί να είναι το υψηλότερο στην ΕΕ, η μακροχρόνια ανεργία ξεπερνά το 70% του συνόλου της ανεργίας, η ποιότητα των θέσεων εργασίας υποβαθμίζεται, οι άτυπες και μη ηθελημένες μορφές μερικής απασχόλησης αυξάνονται, η αδήλωτη εργασία αφαιρεί πολύτιμους πόρους από το δημοσιονομικό και το ασφαλιστικό σύστημα.
Η ανεργία πλήττει κυρίως τους νέους και τις νέες (18-24 ετών) καθώς ένας στους δύο είναι άνεργος (50,4%). Παράλληλα η πραγματική ανεργία στερεί από το ασφαλιστικό σύστημα άνω των 7 δισ. ευρώ, ενώ εκτιμάται ότι θα χρειαστούν τουλάχιστον 20 χρόνια (έως το 2036) ώστε η ανεργία να επιστρέψει στο 7,3% του Μαΐου 2008, δηλαδή προτού αρχίσει η οικονομική κρίση.
Συγκεκριμένα, η ΕΛΣΤΑΤ βλέπει 1.112.575 ανέργους, ενώ το ποσοστό 30,8% το οποίο εκτιμά το ΙΝΕ ΓΣΕΕ για την ανεργία αντιστοιχεί σε 1.482.915. Με άλλα λόγια, το ΙΝΕ - ΓΣΕΕ βλέπει πάνω από 370.000 περισσότερους ανέργους. Πού οφείλεται αυτή τεράστια απόκλιση μεταξύ των εκτιμήσεων της ΕΛΣΤΑΤ και του ΙΝΕ ΓΣΕΕ; Οπως εξηγεί το ΙΝΕ ΓΣΕΕ, «σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, απασχολούμενος νοείται οποιοσδήποτε εργάζεται έστω και μία ώρα κατά την εβδομάδα αναφοράς της Ερευνας Εργατικού Δυναμικού.
Συνεπώς, το επίσημο ποσοστό της ανεργίας υποεκτιμά το πραγματικό ποσοστό της. Για τον υπολογισμό ενός δείκτη που θα προσεγγίζει τα επίπεδα της πραγματικής ανεργίας προσθέτουμε στους ανέργους το δυνάμει πρόσθετο εργατικό δυναμικό (ανθρώπους που αναζητούν εργασία, αλλά δεν είναι διαθέσιμοι κατά την περίοδο της έρευνας, και αυτούς που είναι διαθέσιμοι, αλλά δεν αναζητούν εργασία), καθώς και τους εργαζομένους που υποαπασχολούνται.
Με βάση αυτά τα στοιχεία κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2016 το ποσοστό της πραγματικής ανεργίας ανήλθε σε 30,8%, οριακά χαμηλότερα από το αντίστοιχο τρίμηνο του 2015 που ήταν 31,7%».
Το ποσοστό ανεργίας εξακολουθεί να είναι το υψηλότερο στην ΕΕ, η μακροχρόνια ανεργία ξεπερνά το 70% του συνόλου της ανεργίας, η ποιότητα των θέσεων εργασίας υποβαθμίζεται, οι άτυπες και μη ηθελημένες μορφές μερικής απασχόλησης αυξάνονται, η αδήλωτη εργασία αφαιρεί πολύτιμους πόρους από το δημοσιονομικό και το ασφαλιστικό σύστημα. Η ανεργία πλήττει κυρίως τους νέους και τις νέες (18-24 ετών) καθώς ένας στους δύο είναι άνεργος (50,4%). Παράλληλα η πραγματική ανεργία στερεί από το ασφαλιστικό σύστημα άνω των 7 δισ. ευρώ, ενώ εκτιμάται ότι θα χρειαστούν τουλάχιστον 20 χρόνια (έως το 2036) ώστε η ανεργία να επιστρέψει στο 7,3% του Μαΐου 2008, δηλαδή προτού αρχίσει η οικονομική κρίση.
Συγκεκριμένα, η ΕΛΣΤΑΤ βλέπει 1.112.575 ανέργους, ενώ το ποσοστό 30,8% το οποίο εκτιμά το ΙΝΕ ΓΣΕΕ για την ανεργία αντιστοιχεί σε 1.482.915. Με άλλα λόγια, το ΙΝΕ - ΓΣΕΕ βλέπει πάνω από 370.000 περισσότερους ανέργους. Πού οφείλεται αυτή τεράστια απόκλιση μεταξύ των εκτιμήσεων της ΕΛΣΤΑΤ και του ΙΝΕ ΓΣΕΕ; Οπως εξηγεί το ΙΝΕ ΓΣΕΕ, «σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, απασχολούμενος νοείται οποιοσδήποτε εργάζεται έστω και μία ώρα κατά την εβδομάδα αναφοράς της Ερευνας Εργατικού Δυναμικού.
Συνεπώς, το επίσημο ποσοστό της ανεργίας υποεκτιμά το πραγματικό ποσοστό της. Για τον υπολογισμό ενός δείκτη που θα προσεγγίζει τα επίπεδα της πραγματικής ανεργίας προσθέτουμε στους ανέργους το δυνάμει πρόσθετο εργατικό δυναμικό (ανθρώπους που αναζητούν εργασία, αλλά δεν είναι διαθέσιμοι κατά την περίοδο της έρευνας, και αυτούς που είναι διαθέσιμοι, αλλά δεν αναζητούν εργασία), καθώς και τους εργαζομένους που υποαπασχολούνται.
Με βάση αυτά τα στοιχεία κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2016 το ποσοστό της πραγματικής ανεργίας ανήλθε σε 30,8%, οριακά χαμηλότερα από το αντίστοιχο τρίμηνο του 2015 που ήταν 31,7%».
Την ίδια ώρα μόνο ένας στους 10 λαμβάνει επίδομα ανεργίας από τον ΟΑΕΔ, κάθε άνεργος παραμένει εκτός αγοράς εργασίας περισσότερο από δυόμισι έτη, ενώ σε 350.000 οικογένειες δεν υπάρχει εργαζόμενο μέλος.
Το σύνολο των επιδοτούμενων ανέργων για τον μήνα Μάρτιο 2017 (αφορά τον αριθμό των δικαιούχων που πληρώθηκαν εντός του αντίστοιχου μήνα) ανέρχεται σε 141.426 άτομα, από τα οποία 103.004 (72,83%) είναι κοινοί και λοιπές κατηγορίες επιδοτουμένων και οι 38.422 (27,17%) είναι εποχικοί τουριστικών επαγγελμάτων. Οι άνδρες ανέρχονται σε 69.298 (49,00%) και οι γυναίκες σε 72.128 (51,00%). Από το σύνολο των επιδοτούμενων ανέργων 90.021 (63,65%) είναι κοινοί, 4.880 (3,45%) είναι οικοδόμοι, 38.422 (27,17%) είναι εποχικοί τουριστικών επαγγελμάτων, 7.579 (5,36%) είναι εποχικοί λοιποί (αγροτικά), 465 (0,33%) είναι εκπαιδευτικοί και 59 (0,04%) είναι λοιποί.