O υπουργός Οικονομικών κύριος Ευκλείδης Τσακαλώτος μεταβαίνει και πάλι στις Βρυξέλλες, με τον ίδιο στόχο που είχε και στις 20 Φεβρουαρίου: να οριστεί η ημερομηνία επιστροφής της Τρόικας στην Αθήνα και να κλείσει η β΄αξιολόγηση σε τεχνικό επίπεδο (Staff Level Agreement) έως το επόμενο Eurogroup της 7ης Απριλίου.
Τους τα 'χουν μαζεμένα
Ωστόσο η σημερινή συνεδρίαση του Eurogroup αναμένεται άκρως συναρπαστική.
Κατα πρώτον, ο Γερούν Ντάισελμπλουμ, στην πρώτη του εμφάνιση ως πρόεδρος του Eurogroup (και σε μία από τις τελευταίες ενδεχομένως;) μετά την εκλογική συντριβή του κόμματός του στην Ολλανδία, έβαλε ήδη «πάγο» στην Αθήνα, δηλώνοντας χθες στην εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung πως «οι θεσμοί δεν θα ολοκληρώσουν την αξιολόγηση πριν τη συνεδρίαση του Eurogroup στη Μάλτα τον Απρίλιο».
Από την άλλη όμως, άνοιξε και παράθυρο για μετατροπή της Τρόικας σε Ευρωπαϊκό Μηχανισμό «αλά ΔΝΤ», πιθανώς μέχρι το καλοκαίρι. Προετοιμάζει το έδαφος έτσι για το ενδεχόμενο αποχώρησης του ΔΝΤ αλλά και την ΕΚΤ από το ελληνικό πρόγραμμα.
«Μαζεμένα» τα έχει όμως για ελληνική διαπραγματευτική ομάδα και η εκπρόσωπος του ΔΝΤ Ντέλια Βελκουλέσκου. Μάλιστα, ο κύριος Τσακαλώτος θα συνοδεύεται στις Βρυξέλλες και από την υπουργό Εργασίας, κυρία Έφη Αχτσιόγλου, για «back stage» υποστήριξη στα εργασιακά και τις συντάξεις (δεν θα μπει πάντως μέσα στην αίθουσα της συnεδρίασης. Όπως έλεγε προ ημερών σε συζητήσεις της με βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ η κυρία Αχτσιόγλου, με την Ντέλια Βελκουλέσκου «δεν μπορούμε καν να κουβεντιάσουμε».
Από πλευράς της και η κυρία Βελκουλέσκου, φέρεται να νιώθει εξαπατημένη από την τελευταία επίσκεψή της στην Αθήνα και να λέει σε συνομιλητές της: «δεν επιστρέφω χωρίς εγγυήσεις πως θα τηρηθούν τα συμφωνηθέντα» στο Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου.
Όροι και δεσμεύσεις
Για να επιστρέψουν οι θεσμοί ενδέχεται να ζητήσουν μια νέα δεσμευτική επιστολή Τσακαλώτου ή και προνομοθέτηση μέτρων (πχ για τα εργασιακά) προκειμένου να επιστρέψουν σύντομα στην Αθήνα.
Παρών στη συνεδρίαση θα είναι και ο προϊστάμενος της κυρίας Βελκουλέσκου, Πολ Τόμσεν, στα γραφεία του οποίου στο Παρίσι την περασμένη Πέμπτη εξερράγη το «τρομοδέμα» που εστάλη από την Ελλάδα. Στο Ταμείο πάντως κρατούν χαμηλούς τόνους και αποσυνδέουν την συγκεκριμένη προβοκάτσια από την πορεία της αξιολόγησης.
Σε σχέση με ένα μήνα πριν πάντως, ο κύριος Τσακαλώτος έχει δύο «υπέρ» και δύο «κατά»:
-φαίνεται να έχουν συμφωνηθεί με τους θεσμούς οι βασικές ρυθμίσεις για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό και το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων.
-οι θεσμοί έδειξαν «κόκκινη κάρτα» στο σχέδιο επαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων, ενώ άνοιξε ξανά θέμα πώλησης μονάδων της ΔΕΗ. Η ελληνική πλευρά επιδιώκει τώρα να αποσυνδέσει τα θέματα αυτά από την τεχνική διαπραγμάτευση και να τα μεταθέσει σε πολιτική συζήτηση ή στην γ΄αξιολόγηση.
Για τον σκοπό αυτό επιδιώκεται, στο περιθώριο του Eurogroup, να υπάρξει και τετραμερής συνάντηση των κυρίων Τσακαλώτου και Χουλιαράκη με τους κ.κ. Πολ Τόμσεν του ΔΝΤ, τον Επίτροπο Πιερ Μοσκοβισί και τον επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ.
«Μυστήριο» ο ρόλος του ΔΝΤ
Πηγές κοντά στη διαπραγμάτευση ανάφεραν σε συζητήσεις τους πως «το ΔΝΤ ζητάει συνεχώς πράγματα αλλά δεν μας λέει τι». Ευρωπαίος αξιωματούχος έλεγε πως το ΔΝΤ δεν θέλει απλώς να φύγει από το ελληνικό πρόγραμμα, αλλά θέλει να... το εκδιώξουν οι άλλοι εταίροι σαν «impossible partner» (δηλαδή σαν «ανυπόφορο συνεργάτη» με τον οποίον είναι αδύνατον να συνεννοηθεί κανείς μαζί του). Η λύση θα ήταν ίσως να παραμείνει ως τεχνικός παρατηρητής στο ελληνικό πρόγραμμα και να μη συμμετέχει χρηματοδοτικά, αλλά μια τέτοια απόφαση πρέπει να περιμένει ως τις γερμανικές εκλογές ή και ένα-δυο μήνες αργότερα, μέχρι να σχηματιστεί κυβέρνηση στη Γερμανία. Το σχέδιο Ντάισελμπλουμ πάντως για την «νέου τύπου Τρόικα», προλειάνει ίσως το έδαφος για μια τέτοια εξέλιξη.
Χάνονται δύο συντάξεις
Σε κάθε περίπτωση, οι απαιτήσεις των θεσμών για εξοικονόμηση 1% του ΑΕΠ (1,8 δισ. ετησίως) από περικοπές σε κύριες και επικουρικές συντάξεις, και άλλα τόσα από τη μείωση του αφορολογήτου, σε συνδυασμό με τη δέσμευση της κυβέρνησης που αποδέχεται πλέον πολύ υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα (άνω του 3,5% του ΑΕΠ το 2018-2021) σημαίνουν ότι οι συνταξιούχοι θα χάσουν τουλάχιστον 700-1.000 ευρώ ετησίως, ή δύο συντάξεις τον χρόνο!