Η Θήβα αποτέλεσε μία από τις τρεις ελληνικές πόλεις που κατάφεραν να κυριαρχήσουν πριν από την τελική επικράτηση των Μακεδόνων και του Φίλιππου του Β'.
Σύμφωνα με το , Στην ιστορική συνείδηση, δεν είχαν ούτε τη στρατιωτική δυναμική της Σπάρτης, ούτε την πνευματική ανάπτυξη της Αθήνας. Των άλλων δύο πόλεων δηλαδή που κυριάρχησαν στον ελλαδικό χώρο.
Κι όμως η βοιωτική πόλη κατάφερε να συντρίψει το 371 π.Χ. τους Σπαρτιάτες στα Λεύκτρα και να αναλάβει εκείνη τα ηνία. Η νίκη της αυτή, την οποία θα αναλύσουμε σε μελλοντικό κομμάτι, οφειλόταν σε πολύ μεγάλο βαθμό σε μια ιδιαίτερη πολεμική ομάδα που αναπτύχθηκε στη Θήβα.
Αναφερόμαστε στον Ιερό Λόχο, τους 300 μαχητές που μεγαλούργησαν υπό την καθοδήγηση του Πελοπίδα και του Επαμεινώνδα. Σύμφωνα με τους ιστορικούς της αρχαιότητας, όπως ο Πλούταρχος, για σχεδόν 40 χρόνια ο Ιερός Λόχος έμοιαζε ανίκητος, μέχρι δηλαδή να διαλυθεί εντελώς από τους Μακεδόνες στη Μάχη της Χαιρώνειας το 338 π.Χ.
Πώς λειτουργούσε ο Ιερός Λόχος
Τι ήταν όμως αυτό που έκανε αυτή τη στρατιωτική ομάδα τόσο αδιάσπαστη και εν τέλει ανίκητη, τόσο που κατάφερε να επικρατήσει απέναντι στους περίφημους σπαρτιατικούς σχηματισμούς. Η σύνθεσή της έχει αποτελέσει αντικείμενο μελέτης αλλά και διαφωνιών για τους σύγχρονους ιστορικούς.
Όλοι συμφωνούν πως αποτελείτο από επίλεκτα στελέχη. Και οι 300 πολεμιστές κατάγονταν από αριστοκρατικές οικογένειες της Θήβας και η ένταξή τους γινόταν στην ηλικία των 20 με 21 ετών.
Οι λέξεις που λέμε σήμερα και είναι πιο αρχαίες από τους Έλληνες - «Λυκαβηττός, θάλασσα, έρωτας»
Από την ίδρυση του Ιερού Λόχου το 378 π.Χ. από τον Γοργίδα, διέμεναν στην Καδμεία και ασκούνταν καθημερινά, σαν επαγγελματικός στρατός. Σε αυτά φαίνεται να συγκλίνουν όλοι οι ιστορικοί. Και κάπου εκεί αρχίζει το... μυστήριο γύρω από τις σχέσεις που είχαν αυτή οι επίλεκτοι πολεμιστές.
Οι διαφωνίες για τις σχέσεις των πολεμιστών
Η πιο διαδεδομένη άποψη, που βασίζεται στα έργα του Πλουτάρχου, υποστηρίζει ότι ο Ιερός Λόχος αποτελούνταν από ζεύγη εραστών και αυτό ακριβώς ήταν που τους έκανε ανίκητους στη μάχη, καθώς ο ένας προστάτευε τον άλλο με ζήλο, ενώ παράλληλα ντρεπόταν να δείξει λιποψυχία μπροστά στο ταίρι του.
Πολλοί συγγραφείς συχνά παραθέτουν τη Θήβα ως μια από τις δυο πόλεις-κράτη της ηπειρωτικής αρχαίας Ελλάδας - μαζί με την Ήλιδα - όπου ενθαρρύνονταν οι σχέσεις μεταξύ ανδρών και εφήβων.
Σε μια πρόσφατη μελέτη, ο ιστορικός David Leitao καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο Ιερός Λόχος υπήρξε μεν, ωστόσο οι θεωρίες περί της ομοφυλοφιλικής σχέσης των μελών του απηχούν μάλλον φιλοσοφικές απόψεις του 4ου αιώνα, ιδιαίτερα αυτές του Πλάτωνα, όπως εκφράζονται στον «Φαίδρο».
Ο ίδιος ο Πλούταρχος, παρατηρεί ο Leitao, παραθέτει την άποψη με επιφύλαξη, ενώ κάποια άλλα έθιμα των Θηβαίων εραστών, όπως το να χαρίζει ο πρεσβύτερος στον νεότερο μια πανοπλία κατά την ημέρα της ενηλικίωσης του δευτέρου ή το να παίρνουν όρκους οι εραστές πλάι-πλάι στον τάφο του Ιόλαου κατά την τελετή της ενηλικίωσής τους, είναι πιθανό να βρίσκονται πίσω από τις απόψεις για την ομοφυλοφιλική σύνθεση του Ιερού Λόχου, όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά στην Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού.
Επίσης, η λατρεία του Ηρακλή ήταν πολύ διαδεδομένη στη Βοιωτία, ενώ ο Αριστοτέλης αναφέρει και ιερό αφιερωμένο στον Ιόλαο, σύντροφο και εραστή του Ηρακλή, όπου οι Θηβαίοι εραστές έδιναν υποσχέσεις αμοιβαίας αφοσίωσης.
Κατά τον Πλούταρχο, ο Ιερός Λόχος πήρε το πρώτο συνθετικό του ονόματός του από αυτό το έθιμο που αναφέρει ο Αριστοτέλης. Ωστόσο, το γεγονός ότι, κατά τον Πλούταρχο, ο Θηβαίος εραστής δώριζε μια πανοπλία στον ερωμένο, με την ευκαιρία της πολιτογράφησής του, θα μπορούσε να σημειώνει το τέλος της παιδεραστικής σχέσης τους παρά την αρχή της, πρακτική που συνηθιζόταν στην αρχαία Ελλάδα.
Η ίδρυση, οι μεγάλες νίκες και το τέλος από τον Φίλιππο Β’
Δεν υπάρχουν πληροφορίες για το γιατί ιδρύθηκε ο Ιερός Λόχος, αλλά πιστεύεται ότι ήταν ως απάντηση στην σπαρτιατική επιθετικότητα που είχε πάρει τον έλεγχο της Θήβας, καθώς και άλλων πόλεων-κρατών, περί το 382 π.Χ.
Ο Γοργίδας επέλεξε τους 300 επιλεγμένους άνδρες για την ικανότητα και τη φήμη τους ως πολεμιστές, ανεξάρτητα από την κοινωνική τους τάξη, και τους οδήγησε για πρώτη φορά στη μάχη κατά τη διάρκεια του Βοιωτικού πολέμου (378-371 π.Χ.) που ξέσπασε λίγο μετά την ανάκτηση της Θήβας από τον Πελοπίδα, από τη Σπάρτη.
Η πιο εμφαντική νίκη του Ιερού Λόχου είναι εκείνη απέναντι στις δυνάμεις της Σπάρτης στη Μάχη των Λεύκτρων. Η διάλυση όμως αυτού του στρατού ήρθε μερικά χρόνια αργότερα, στη Μάχη της Χαιρώνειας, από τους Μακεδόνες του Φίλιππου του Β'.
Ο Ιερός Λόχος ήταν εκείνη την εποχή υπό τη διοίκηση ενός Θεαγένη, για τον οποίο τίποτα άλλο δεν είναι γνωστό, και κράτησε τη θέση του ενάντια στην επίθεση του Μ. Αλέξανδρου. Οι πολεμιστές, όπως επισημαίνει το worldhistory αρνήθηκαν να παραδοθούν και συνέχισαν να πολεμούν μέχρι να πέσει και ο τελευταίος.
Ο Πλούταρχος μάλιστα γράφει: «Και όταν, μετά τη μάχη, ο Φίλιππος επιθεωρούσε τους νεκρούς και σταμάτησε στο μέρος όπου ήταν ξαπλωμένοι οι τριακόσιοι, όλοι όπου είχαν αντιμετωπίσει τα μακριά δόρατα της φάλαγγας του, με την πανοπλία τους, έμεινε κατάπληκτος. Όταν έμαθε ότι αυτή ήταν η ομάδα των εραστών και των αγαπημένων, ξέσπασε σε κλάματα και είπε: "Να αφανιστούν όσοι υπονοούν οτιδήποτε άσεμνο για τους άνδρες αυτούς"».
Οι πολεμιστές του Ιερού Λόχου, θάφτηκαν στο πεδίο της μάχης και αργότερα, το μνημείο Λέων της Χαιρώνειας υψώθηκε πάνω από τον ομαδικό τους τάφο. Οι ανασκαφές του χώρου τον 19ο αιώνα αποκάλυψαν τους σκελετούς 254 ανδρών που ήταν τοποθετημένοι σε επτά σειρές, οι οποίοι έχουν αναγνωριστεί ως τα ερείπια της Ιερής Ζώνης.
Η Μάχη της Χαιρώνειας έδωσε την Ελλάδα στον Φίλιππο Β' και ο Ιερός Λόχος δεν αναμορφώθηκε ποτέ. Η φήμη του ωστόσο αποτέλεσε πρότυπο για τον στρατό του Μεγάλου Αλεξάνδρου.