Περίπου ένα μήνα μετά το δημοψήφισμα, πληθαίνουν οι φωνές που θέλουν την Τουρκία να προσεγγίζει εκ νέου, από μια θετική σκοπιά αυτή τη φορά, τους Ευρωπαίους εταίρους της.
Στο προεδρικό μέγαρο και στους κόλπους του κυβερνώντος κόμματος, έμπειροι πολιτικοί και αναλυτές υπογραμμίζουν την οικονομική εξάρτηση της Τουρκίας από την Ε.Ε. και το δυτικό κεφάλαιο, και επισημαίνουν ότι στη νέα περίοδο η Τουρκία δεν έχει άλλη επιλογή παρά να εξασφαλίσει ενός είδους ισορροπία στις σχέσεις της με τη Δύση.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην τουρκική πρωτεύουσα η συζήτηση για την επαναπροσέγγιση Τουρκίας - Ε.Ε. ξεκινάει παράλληλα με τη συζήτηση περί επιστροφής της Αγκυρας στο τραπέζι των συνομιλιών για το κουρδικό ζήτημα. Επίσης, στο Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) δεν αποκλείεται ένα νέο άνοιγμα της κυβέρνησης προς τις φιλελεύθερες μερίδες της κοινωνίας. Καλά ενημερωμένες πηγές της «Κ» τονίζουν ότι οι νέες αναζητήσεις και τα ανοίγματα του προέδρου Ερντογάν στο πεδίο της διπλωματίας σχετίζονται με το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Ο κ. Ερντογάν κατανοεί ότι η επανεκλογή του το 2019 στο αξίωμα του προέδρου της Τουρκίας δεν είναι δεδομένη.
Αλλά ενώ το ενδεχόμενο της επαναπροσέγγισης στις σχέσεις Τουρκίας - Ε.Ε. έρχεται στο προσκήνιο, την ίδια στιγμή ο πρόεδρος Ερντογάν δεν αποκλείει την επιστροφή της θανατικής ποινής, μια εξέλιξη που έχει θορυβήσει τις Βρυξέλλες. Παράλληλα, μεγάλα προβλήματα παρατηρούνται σε πολλά πεδία που άπτονται των διμερών σχέσεων Τουρκίας - Ε.Ε., ενώ την ίδια στιγμή η πρόσφατη επίσκεψη του προέδρου Ερντογάν στις ΗΠΑ δεν έφερε τα απαιτούμενα αποτελέσματα.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι, κατά τη διάρκεια της προηγούμενης εβδομάδας και ενώ στους κόλπους του ΑΚΡ συζητούνταν διάφορα σενάρια για το μέλλον της τουρκικής πολιτικής, η τουρκική διπλωματία, η Ε.Ε. και οι ΗΠΑ εστίαζαν σε δύο νέες εξελίξεις. Πρώτον, ο γερμανικός Τύπος έφερνε στο προσκήνιο τον αποκλεισμό της Αυστρίας από τα εκπαιδευτικά προγράμματα του ΝΑΤΟ με πρωτοβουλία της Αγκυρας, μια εξέλιξη η οποία αναμένεται να βρεθεί στο επίκεντρο της νέας διάσκεψης του ΝΑΤΟ. Δεύτερον, η Ε.Ε. εξακολουθεί να εκφράζει μεγάλο προβληματισμό για την τροπή των εξελίξεων στο εσωτερικό της Τουρκίας.
Στα πεδία του εκδημοκρατισμού, της κατοχύρωσης των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των μεταρρυθμίσεων, η Ε.Ε. εκφράζει μεγάλο προβληματισμό για τη γραμμή που ακολουθεί η Αγκυρα. Λίγα μόλις εικοσιτετράωρα πριν από την συνάντηση του Τούρκου προέδρου με τους εκπροσώπους της Ε.Ε., το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, έχοντας πάντα ως πυξίδα τον σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου, ζητούσε από τις Βρυξέλλες να πραγματοποιήσουν προσεκτικά βήματα στις σχέσεις τους με την Αγκυρα. Επίσης, η Ε.Ε. διαφωνεί με την Τουρκία σε θέματα που αφορούν το πεδίο της διπλωματίας. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, το ρήγμα στις σχέσεις Τουρκίας - Γερμανίας βαθαίνει, με τους δύο συμμάχους να ανταλλάσσουν σκληρά μηνύματα και να ετοιμάζονται για τη διακοπή της συνεργασίας τους στο Ιντσιρλίκ.
Η Αγκυρα γνωρίζει πολύ καλά τα προαναφερόμενα προβλήματα, ενώ στελέχη του τουρκικού διπλωματικού σώματος εκφράζουν μεγάλο προβληματισμό για το μέλλον της επαναπροσέγγισης Τουρκίας - Ε.Ε. Σε μια περίοδο που η Τουρκία παραβιάζει τις θεμελιώδεις αρχές της Ε.Ε. εν μέσω μεγάλης πολιτικής αναστάτωσης και καθεστώτος εκτάκτου ανάγκης, οι Τούρκοι διπλωμάτες επιλέγουν «να κρατήσουν μικρό καλάθι» στις σχέσεις της χώρας τους με την Ε.Ε. Από την άλλη, δεν παραλείπουν τις αναφορές στην αρνητική στάση που τηρούν οι ευρωπαϊκές χώρες στις σχέσεις τους με την Αγκυρα και υπενθυμίζουν την παροχή ασύλου και καταφυγίου σε Τούρκους πραξικοπηματίες στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Παρά τις δυσκολίες στις διμερείς σχέσεις Τουρκίας - Ε.Ε., αξιωματούχοι, που διατηρούν στενές σχέσεις με τον πρόεδρο Ερντογάν, εμφανίζονται αποφασισμένοι για να δοκιμάσουν την τύχη τους για ακόμη μία φορά στο πεδίο της σύσφιγξης των σχέσεων με τις Βρυξέλλες. Μάλιστα, στο πλαίσιο αυτό, τις επόμενες εβδομάδες δεν αποκλείεται η αλλαγή φρουράς στην τουρκική διπλωματία. Στο Προεδρικό επικρατεί η άποψη ότι, εκτός από τον Μ. Τσαβούσογλου, και άλλα στελέχη της τουρκικής διπλωματίας θα πρέπει να παραχωρήσουν τη θέση τους σε στελέχη του ΑΚΡ, που διαθέτουν περισσότερες ικανότητες στο πεδίο της προσέγγισης της Ε.Ε.