Ως «αναχρονιστική και πηγή προβλημάτων» χαρακτήρισε τη Συνθήκη των Εγγυήσεων για την Κύπρο, ο Κύπριος Πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης, στο πλαίσιο προσφώνησής του στην Ολομέλεια της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Διευκρινίζοντας στους βουλευτές ότι πρόθεσή του δεν είναι «να εμπλακεί σε μια λογική επίρριψης ευθυνών», αλλά να ενημερώσει τόσο για την πρόοδο που έχει επιτευχθεί όσο και για τα βασικά προβλήματα σήμερα, ο Κύπριος πρόεδρος ανέφερε:
«Εδώ και 20 μήνες έχει ξεκινήσει μια νέα προσπάθεια, η οποία απέδωσε αποτελέσματα, με πρόοδο στα κεφάλαια Διακυβέρνησης και Διαμοιρασμού των Εξουσιών, Οικονομίας και Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε λιγότερο βαθμό, στο κεφάλαιο του Περιουσιακού».
Ανέφερε, επίσης, ότι στους τελευταίους μήνες οι προσπάθειες επικεντρώθηκαν στη συζήτηση δύο καθοριστικών κεφαλαίων, εκείνου που αφορά στις εδαφικές προσαρμογές και εκείνου της Ασφάλειας και των Εγγυήσεων.
Ο κ. Αναστασιάδης στάθηκε ιδιαίτερα στη διεθνή πτυχή του θέματος της Ασφάλειας και των Εγγυήσεων για το Κυπριακό. Έκανε μια σύντομη ιστορική αναδρομή στην υπογραφή της Συνθήκης των Εγγυήσεων το 1960 από την Κυπριακή Δημοκρατία, την Τουρκία, την Ελλάδα και την Μ. Βρετανία.
«Θα πρέπει να παραδεχτώ», δήλωσε, «πως η πηγή των όποιων προβλημάτων που ακόμη και σήμερα αντιμετωπίζουμε υπήρξε ακριβώς η Συνθήκη Εγγυήσεων, που δυστυχώς έδωσε την εντύπωση στους κηδεμόνες πως διέθεταν το δικαίωμα να παρεμβαίνουν στα εσωτερικά του νεοσύστατου κράτους, με αποκορύφωμα την τουρκική εισβολή του 1974, με πρόσχημα την αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης μετά το πραξικόπημα της στρατιωτικής Χούντας των Αθηνών, της άλλης των εγγυητριών δυνάμεων», είπε ο Κύπριος Πρόεδρος και σημείωσε:
«Δυστυχώς, αντί για την αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης, η Τουρκία κατέλαβε βιαίως το βόρειο τμήμα της Κύπρου (37% του συνολικού εδάφους), εξαναγκάζοντας 167.000 Ελληνοκύπριους κατοίκους (1/3 του συνόλου των Ελληνοκυπρίων) να εγκαταλείψουν τις εστίες τους και να μεταβούν στο ελεγχόμενο σήμερα από την Κυπριακή Δημοκρατία νότιο τμήμα της νήσου».
Ο κ. Αναστασίαδης χαρακτήρισε ως «αναχρονιστικές» τέτοιου είδους ρυθμίσεις, «που μόνο προβλήματα μπορούν να προκαλέσουν και δεν δίνουν απαντήσεις στις ανησυχίες των μερών».
Ανέφερε στη συνέχεια ότι με γνώμονα πως η ασφάλεια της μιας κοινότητας δεν μπορεί να αποτελεί απειλή για την άλλη, έχει κατατεθεί «μια ολοκληρωμένη και περιεκτική πρόταση που αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τις ανησυχίες και των δυο κοινοτήτων».
Αναφορικά με τους όρους της συνολικής συμφωνίας για την επίλυση του Κυπριακού, ο κ. Αναστασίαδης υπογράμμισε τα σημεία σύγκλισης που έχουν επιτευχθεί όπως η μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας σε διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία, η ανεξαρτησία και η εδαφική ακεραιότητα με βάση το ευρωπαϊκό δίκαιο, οι συνταγματικές πρόνοιες που απαγορεύουν την όποια απόσχιση. Για δε την εξασφάλιση της δικοινοτικότητας, προνοούνται μεταξύ άλλων, ρυθμίσεις για έναν αποτελεσματικό τρόπο συμμετοχής των δύο κοινοτήτων στη διακυβέρνηση του κράτους, επισήμανε. «Συνεπώς, οι όποιες στρατιωτικές εγγυήσεις ή επεμβατικά δικαιώματα οποιασδήποτε τρίτης χώρας όχι μόνο δεν απαιτούνται, αλλά και αποτελούν αναχρονισμό, αφού, μεταξύ άλλων, πλήττουν την ανεξαρτησία ενός κράτους», τόνισε ο κ. Αναστασίαδης και προσέθεσε:
«Λαμβάνοντας υπόψη ότι τα σημερινά δεδομένα είναι εντελώς διαφορετικά σε σύγκριση με το 1960, αλλά και το 1974, η όποια παρουσία τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων ή εγγυητικών δικαιωμάτων της Τουρκίας μετά τη λύση (του κυπριακού), θα αποτελούσε μια ετεροβαρή ρύθμιση εις βάρος της Ελληνοκυπριακής κοινότητας, αφού λόγω ισχύος και αποστάσεως της Τουρκίας θα εθεωρείτο ως μια μόνιμη απειλή εναντίον των Ελληνοκυπρίων», υπογράμμισε.
Σύμφωνα με τον κ. Αναστασιάδη, το αμέσως επόμενο διάστημα θα είναι καθοριστικό σε σχέση με τις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού.
«Είμαι απόλυτα πεπεισμένος πως εάν όλα τα μέρη, και ιδιαιτέρως η Τουρκία, προσέλθουν με δημιουργική και εποικοδομητική προσέγγιση, μπορούμε να πετύχουμε την επίλυση του Κυπριακού στη βάση και εντός του πλαισίου των ευρωπαϊκών αρχών και αξιών», σημείωσε καταληκτικά ο Κύπριος Πρόεδρος.
Η λύση του κυπριακού θα ήταν ένα παράδειγμα, «ένα Success story για την Ευρώπη» δήλωσε ο κ. Αναστασιάδης, απαντώντας σε ερώτημα που του έθεσε η αντιπρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Αννέτα Καββαδία, που είναι και επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας.
Συγκεκριμένα, η κ. Καββαδία ανέφερε στην παρέμβασή της ότι παρακολουθώντας τις διαπραγματεύσεις έχει διαπιστώσει ότι ο λαός της Κύπρου, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι φαίνονται πιο αποφασισμένοι από ποτέ να επιμείνουν για το κτίσιμο μιας λύσης και απευθυνόμενοι στον κ. Αναστασιάδη του έθεσε το ερώτημα:
«Με δεδομένο ότι η ευρωπαϊκή συγκυρία δεν είναι και η καλύτερη, καθώς η ΕΕ διέρχεται μια υπαρξιακή κρίση, που βάζει εγνωσμένες ευρωπαϊκές αρχές, ιδέες και αξίες σε δοκιμασία, πιστεύετε ότι η επαναπροσέγγιση και ενδεχόμενη επανένωση Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων θα θέσει ένα νέο ευρωπαϊκό παράδειγμα για την ανεκτικότητα και την συνύπαρξη»;
Απαντώντας ο Κύπριος Πρόεδρος δήλωσε:
«Έχω την εντύπωση, ότι θα ήταν ένα παράδειγμα, ένα success story για την Ευρώπη. Και αυτό γιατί είναι ένα καθεαυτό ευρωπαϊκό πρόβλημα, ιδιαίτερα αν σκεφτείτε τι συμβαίνει σήμερα μεταξύ Χριστιανών και Μουσουλμάνων.
Θα αποτελούσε και ένα μοντέλο για ειρηνική επίλυση αναλόγων προβλημάτων ιδιαίτερα προβλημάτων της περιοχής για ειρηνική συμβίωση,. Θα μπορούσε να αποτελέσει, σαφώς, ένα πρότυπο κράτους, έναν παράγοντα σταθερότητας στην περιοχή και μια ευρωπαϊκή επιτυχία μπροστά στην κρίση που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρώπη».