Όπως υποστηρίζει η Moody's, η συμφωνία μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των δανειστών αυξάνει την πιθανότητα για μία ελάφρυνση του χρέους που διακρατεί ο επίσημος τομέας, ώστε να γίνει αυτό βιώσιμο, και ανοίγει το δρόμο για μία πιθανή ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ
Ο οίκος αξιολόγησης, σε έκθεση που υπογράφουν η αντιπρόεδρος Kathrin Muehlbronner και ο αναλυτής Μιχ. Μιχαϊλόπουλος, χαρακτηρίζει μία τέτοια εξέλιξη ως «πιστωτικά θετική» για το χρέος που διακρατούν οι ιδιώτες πιστωτές.
Όπως σημειώνεται στην έκθεση η Ελλάδα και οι πιστωτές έφτασαν σε μια συμφωνία στα μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής και μεταρρυθμίσεων, η οποία καθυστέρησε υπερβολικά. Το βασικό θετικό στοιχείο της συμφωνίας, όπως σημειώνουν οι δύο αναλυτές, είναι ότι θα οδηγήσει ενδεχομένως σε περαιτέρω μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους από τους επίσημους πιστωτές, κάτι που θα καταστήσει το χρέος περισσότερο βιώσιμο.
Σύμφωνα με τη Moody's η συμφωνία οδηγεί σε ολοκλήρωση της αξιολόγησης του προγράμματος και αποτελεί προαπαιτούμενος όρος για την εκταμίευση δόσης ύψους περίπου 8 δισ. ευρώ, η οποία θα επιτρέψει στην Ελλάδα να καλύψει τις μεγάλες πληρωμές ομολόγων τον Ιούλιο.
Οποιαδήποτε ουσιαστική μείωση των υποχρεώσεων εξόφλησης στον επίσημο τομέα, και ειδικότερα στους Ευρωπαίους πιστωτές, θα βελτιώσει τις προοπτικές εξόφλησης κρατικού χρέους στους ομολογιούχους, σημειώνεται στην ανάλυση. Και αυτό, λέει η Moody's, θα είναι ένα σημαντικό θετικό σήμα για την ικανότητα της χώρας να επιστρέψει στις αγορές κεφαλαίου. Εξάλλου, όπως υπενθυμίζει η έκθεση, το υφιστάμενο πρόγραμμα λήγει τον Αύγουστο του 2018, αφήνοντας την Ελλάδα μετά στη χρηματοδότηση των αναγκών της από τις αγορές.
Η ολοκλήρωση της β' αξιολόγησης είναι επίσης πιθανό να ανοίξει τον δρόμο για να ενταχθούν τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, προσφέροντας περαιτέρω στήριξη στη χώρα να επανακτήσει την πρόσβαση της στις αγορές αλλά και βελτίωση του κλίματος για τους εγχώριους καταθέτες.
Η χώρα οφείλει περίπου το 66% του χρέους της στους Ευρωπαίους πιστωτές, με τα δάνεια του EFSF να αντιστοιχούν σε 130,9 δισ. ευρώ. Ο ESM δάνεισε 31,7 δισ. ευρώ ως τώρα από το πρόγραμμα των 86 δισ. ευρώ. Επιπλέον 53 δισ. ευρώ οφείλονται σε κράτη-μέλη με τη μορφή διμερών δανείων από το πρώτο πρόγραμμα διάσωσης. Επιπρόσθετα η Ελλάδα οφείλει 12,7 δισ. ευρώ στο ΔΝΤ και υπάρχουν 56,6 δισ. ομολόγων μέσης και μακράς λήξεως (περιλαμβανομένων τίτλων που κατέχει η ΕΚΤ και αρκετές κεντρικές τράπεζες της ευρωζώνης).
Οι αναλυτές του οίκου, υπενθυμίζουν ότι μια σειρά βραχυπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης χρέους ήδη εγκρίθηκαν από τον EFSF και τον ESM τον περασμένο Ιανουάριο, ωστόσο αυτά είναι πολύ περιορισμένα, ώστε να επηρεάσουν ουσιαστικά το συνολικό βάρος χρέους της χώρας και τις υποχρεώσεις εξόφλησης.
Το ΔΝΤ επιμένει σε αποσαφήνιση των επιπλέον μέτρων ελάφρυνσης ως απαραίτητο όρο για τη συμμετοχή του στο πρόγραμμα, το τρίτο για την Ελλάδα μετά το 2010. Ως τώρα, η ευρωπαϊκή πλευρά ήταν πρόθυμη να μελετήσει τέτοια βήματα μετά το τέλος του προγράμματος και μόνο αν ήταν απαραίτητο.
Το βασικό σημείο διαμάχης μεταξύ του ΔΝΤ και των Ευρωπαίων, αναφέρει η έκθεση της Moody’s, ήταν το μέγεθος των πρωτογενών πλεονασμάτων που η χώρα μπορεί ρεαλιστικά να πετύχει για αρκετά χρόνια. Η ελληνική κυβέρνηση ξεπέρασε τις εκτιμήσεις και κατάφερε να πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 4% πέρυσι και συνολικό δημοσιονομικό πλεόνασμα 0,7% του ΑΕΠ, συγκρινόμενο με έλλειμμα σχεδόν 6% του ΑΕΠ την αμέσως προηγούμενη χρονιά.
Ωστόσο η Moody’s εκφράζει την επιφυλακτικότητα της, συμφωνώντας με το ΔΝΤ, για το εάν η Ελλάδα μπορεί να διατηρήσει τόσο υψηλά πλεονάσματα για εκτεταμένη χρονική περίοδο. Μάλιστα προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα γύρω στο 2,5% του ΑΕΠ φέτος και το 2018, γεγονός που σημαίνει απόκλιση 0,5-1% του ΑΕΠ σε σχέση με το στόχο που έχει τεθεί.