Στις 5 Μαρτίου του 1913 ο βασιλιάς Γεώργιος Α’ δολοφονείται στη Θεσσαλονίκη. Ο Γεώργιος Α’ ήταν ο δεύτερος κατά σειρά «Βασιλεύς των Ελλήνων» στην νεότερη Ιστορία μετά τον Όθωνα· ήταν δε ο μακροβιότερος βασιλιάς της Ελλάδας: Βασίλευσε από 1863 μέχρι το 1913.
Εκείνο το απόγευμα ο βασιλιάς έκανε τον καθημερινό του περίπατο στην παραλία της Θεσσαλονίκης πλάι στον ταγματάρχη Γεώργιο Φραγκούδη και δύο κρητικούς χωροφύλακες που ακολουθούσαν. Ο δολοφόνος περίμενε και μόλις τον προσπέρασαν πυροβόλησε στην πλάτη τον βασιλιά, στο ύψος της καρδιάς. Ο Γεώργιος πέθανε πριν να μεταφερθεί σε νοσοκομείο.
Μετά τη δολοφονία του βασιλιά Γεωργίου Α’ οι περισσότεροι πίστεψαν ότι εκτελέσθηκε λόγω ξένων συμφερόντων. Ποιοι ακριβώς οργάνωσαν τη δολοφονία δεν εξακριβώθηκε ποτέ.
Ποιος ήταν ο δόλοφόνος του
Ελάχιστα στοιχεία είναι γνωστά για τον Αλέξανδρο Σχινά, τον δολοφόνο του βασιλιά Γεωργίου Α΄. Το απόγευμα της 5ης Μαρτίου 1913 ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄ μαζί με τον υπασπιστή του Ιωάννη Φραγκούδη, περπατούσαν στην αποβάθρα του Λευκού Πύργου. Ο Αλέξανδρος Σχινάς τον πλησίασε και τον πυροβόλησε με αποτέλεσμα να σκοτωθεί ακαριαία. Οι Αρχές τον συνέλαβαν και τον μετέφεραν στον αστυνομικό σταθμό με άμαξα και συνοδεία ισχυρών δυνάμεων της χωροφυλακής καθώς το πλήθος ήταν έτοιμο να τον λιντσάρει.
Ο φυσικός αυτουργός Αλέξανδρος Σχινάς (ιστορικοί υποστηρίζουν ότι ήταν διαταραγμένη προσωπικότητα) για ένα μήνα μετά την απολογία του παρέμενε κρατούμενος. Ακολούθησε η προσαγωγή του στο γραφείο του ανακριτή Κανταρέ, στο Διοικητήριο, για συμπληρωματικά στοιχεία. Εκείνη την ημέρα λέγεται ότι ο Σχινάς πήδηξε από το παράθυρο στο κενό. Βρέθηκε νεκρός στο κράσπεδο χωρίς χειροπέδες! Άλλοι μίλησαν για αυτοκτονία, άλλοι για απόπειρα απόδρασης, ενώ κάποιοι είδαν πίσω από αυτό «εκπαραθύρωση», δηλαδή την προσπάθεια κάποιων να του κλείσουν το στόμα. Κανένας δεν έμαθε εάν στις ανακρίσεις είχε αποκαλύψει τους ηθικούς αυτουργούς της δολοφονίας.
Ο Αλέξανδρος Σχινάς αρχικά ισχυρίστηκε ότι ήταν φτωχός και είχε ζητήσει πολλές φορές χρηματική βοήθεια από τον βασιλιά όμως εκείνος δεν του απάντησε ποτε. “Εγώ δεν έχω πατρίδα. Είμαι σοσιαλιστής, είμαι μέλος πολλών σοσιαλιστικών συλλόγων και ανήκω εις τον σοσοαλιστικόν σύλλογον του Βόλου” φέρεται να είπε στους αστυνομικούς.
Η εφημερίδα “Μακεδονία” τον περιέγραφε ως εξής: “Έχει φάτσα ηλιθίου μάλλον παρά κακούρκου. Είναι κακοενδεδυμένος μ΄ένα υποκάμισον λερωμένον, ηλικίας 50-60 ετών με ένα άσπρο μύστακα”.
Οι εφημερίδες της εποχής έγραφαν για εκείνον: “Ο δολοφόνος του Γεωργίου Α΄, του αγαθότερου Βασιλέως όστις είνε δυνατόν να υπάρξει είναι κάτι χειρότερον από τέρας εκβρασθέν από αυτόν τον Άδη, σκοτεινόν στοιχείον ολέθρου και καταστροφής κυοφορηθέν υπό ολεθρίας μοίρας”.
Τα στοιχεία έγιναν στάχτη!
Όλα τα έγγραφα τα σχετικά με τη δολοφονία του βασιλιά και το προανακριτικό υλικό δόθηκαν στον πρίγκιπα Νικόλαο. Εκείνος τα έστειλε στην Αθήνα με το ατμόπλοιο «Ελευθερία», αλλά το πλοίο έπιασε φωτιά κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες και κάηκαν όλα τα έγγραφα της δικογραφίας! Ο (μαρξιστής) ιστορικός Γιάννης Κορδάτος υποστηρίζει πως ο Σχινάς δεν ήταν σχιζοφρενής, δεν αυτοκτόνησε και ότι η δολοφονία του Γεωργίου Α’ είχε οργανωθεί από το Βερολίνο ή τη Βιέννη. Ο Αλέξανδρος Μαζαράκης, υπασπιστής του πρίγκιπα Νικολάου, στα απομνημονεύματά του θεωρεί παράδοξο το γεγονός ότι η βασίλισσα Όλγα (σύζυγος του Γεωργίου Α’) επανειλημμένως είχε επισκεφθεί τον Σχινά στη φυλακή και μιλούσε με τις ώρες μαζί του.
Ο τότε Νομάρχης Θεσσαλονίκης Περικλής Αργυρόπουλος διατύπωσε την άποψη ότι η Γερμανία και Αυστρία είχαν προγράψει τον βασιλιά! Το Βερολίνο, με ψυχρό υπολογισμό, επιθυμούσε να εκλείψει ο αγγλόφιλος Γεώργιος και να ανέβει στον ελληνικό θρόνο ο Κωνσταντίνος, ο γαμπρός του κάιζερ Γουλιέλμου. Επίσης προξενεί εντύπωση το γεγονός ότι ο υπασπιστής του βασιλιά Γεώργιος Φραγκούδης, μπροστά στα μάτια του οποίου έγινε η δολοφονία και ο οποίος με τα ίδια του τα χέρια συνέλαβε τον δολοφόνο, δεν κλήθηκε ποτέ από τον ανακριτή για να καταθέσει, ενώ εξετάστηκαν οι χωροφύλακες συνοδοί του!
«Η δική σας πατρίδα»
Ο βασιλιάς Γεώργιος Α’, ουσιαστικά δεν είχε ούτε φανατικούς εχθρούς, ούτε και φανατικούς υποστηρικτές, σε αντίθεση με τον προκάτοχό του Όθωνα ή τον γιο του και διάδοχο Κωνσταντίνο.
Ο βασιλιάς Γεώργιος, που εκτός από την απειρία του (δεν ήταν 18 χρονών όταν ανέβηκε στο θρόνο), ήταν και αρνητικά δασκαλεμένος για τα εθνικά μας θέματα. Δεν μπορούσε και δεν ήθελε να δημιουργήσει κλίμα πολιτικής σταθερότητας και προϋποθέσεις χάραξης δημιουργικής πορείας ενός κράτους όπου κυριαρχούσαν τα πολιτικά πάθη, 42 χρόνια μετά του αιματηρού αγώνα της Εθνικής μας Παλιγγενεσίας. Η Ελλάδα ζητούσε τότε έναν ηγέτη.
Από τον πρώτο καιρό της βασιλείας του, ο Γεώργιος, παρουσίαζε φαινόμενα υποβάθμισης του ελληνικού λαού. Πολύ συχνά έλεγε στη μητρική του γλώσσα (γιατί ελληνικά επί πολλά χρόνια δεν γνώριζε) τη φράση: «Η δική σας πατρίδα»! Και ας ήταν εκείνος ο βασιλιάς των Ελλήνων, ο χρυσωμένος από το υστέρημά του λαού της! Πενήντα χρόνια μέσα σε αυτό το πολιτικό εκκλησίασμα που λέγεται Ελλάδα, έμεινε προκλητικά ανέγγιχτος από το μεγαλείο του χώρου. Ήταν επικίνδυνος γιατί κατάφερε να σκεπάσει την κενότητα και τον ανθελληνισμό του, με την εμφάνιση και το μειλίχιο ύφος του.
Το πλήρες όνομά του ήταν Πρίγκιπας Χριστιανός Γουλιέλμος Φερδινάνδος Αδόλφος Γεώργιος του Σλέσβιχ – Χόλσταϊν -Σόνντερμπουρκ - Γκλίξμπουργκ. Γεννήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου του 1845 στην Κοπεγχάγη και ήταν ο δεύτερος γιος του πρίγκιπα Χριστιανού του Γκλίξμπουργκ, και αργότερα βασιλιά της Δανίας, και της Λουίζας της Έσσης-Κάσσελ. Στην Ελλάδα, ήδη από το 1859 με την εκλογή του βουλευτή Επαμεινώνδα Δεληγιώργη, είχε αρχίσει το επαναστατικό ρεύμα εναντίον του βασιλιά Όθωνα. Μια σημαντική μερίδα πολιτών και κυβερνητικών παραγόντων κατηγορούσε το Στέμμα για όλα τα κακώς κείμενα στη χώρα και ζητούσε την έξωση του βασιλιά. Ο Όθωνας και η Αμαλία έφυγαν από την Ελλάδα και άρχισαν άμεσα οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Ελλάδας και Ευρωπαϊκών δυνάμεων για την εκλογή του νέου διαδόχου.
Στην Εθνοσυνέλευση του 1863 επικυρώθηκε η επιλογή ο πρίγκιπας Γουλιέλμος Γεώργιος της Δανίας του Οίκου των Γκλίξμπουργκ. Η ελληνική κυβέρνηση τον ανακήρυξε αρχικά ενήλικο μερικούς μήνες πριν την ενηλικίωση του και τον έστεψε βασιλιά στις 30 Οκτωβρίου του 1863 δίνοντάς του τον τίτλο «Βασιλεύς των Ελλήνων». Η αλλαγή του τίτλου από «Βασιλεύς της Ελλάδος» έγινε μετά από απαίτηση του ίδιου του Γεωργίου. Στα γαλλικά ο τίτλος ήταν «Roi des Grecs», όμως η λέξη «grec» σήμαινε χαρτοπαίκτης κι έτσι προτίμησε να μετατραπεί σε «Roi des Hellenes»...
Μια αμφιλεγόμενη απόπειρα δολοφονίας
Ο βασιλιάς Γεώργιος είχε επιζήσει δολοφονικής απόπειρας 15 χρόνια πριν από τον θάνατό του: Στις 14 Φεβρουαρίου του 1898 ο βασιλιάς βγήκε για μια βόλτα στο Φάληρο με την άμαξα και την κόρη του πριγκίπισσα Μαρία. Βρισκόταν στην σημερινή οδό Συγγρού, που τότε ήταν περιφερειακός δρόμος, όταν άρχισαν να δέχονται πυροβολισμούς από δύο αγνώστους. Οι σφαίρες δεν βρήκαν τον στόχο τους και τραυμάτισαν μόνο τον κυνηγό του βασιλιά, Περικλή Νέρη.
Οι δράστες, Γεώργιος Καρδίτσης και Ιωάννης Γεωργίου, συνελήφθησαν άμεσα και καταδικάστηκαν σε θάνατο, ποινή που εκτελέστηκε (αν και αυστηρή) στο κάστρο του Παλαμηδίου, στο Ναύπλιο (στη λαιμητόμο). Μετά το συμβάν η δημοτικότητα του βασιλιά Γεωργίου ανέβηκε κατακόρυφα, γεγονός που έκανε πολλούς να θεωρήσουν ότι η απόπειρα εναντίον του ήταν σκηνοθετημένη γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο. Στο σημείο αναγέρθηκε η εκκλησία Άγιος Σώστης.
Στις 12 Μαρτίου τελέσθηκε η εξόδιος ακολουθία. Το φέρετρο του βασιλιά, αφού πέρασε από τις κεντρικές οδούς της Θεσσαλονίκης, έφτασε στο λιμάνι, όπου τοποθετήθηκε στην βασιλική θαλαμηγό «Αμφιτρίτη» και μεταφέρθηκε στην Αθήνα, όπου την Τετάρτη 20 Μαρτίου του 1913 ετάφη στο βασιλικό κοιμητήριο του Τατοΐου.