Το όνομα του μάλλον δεν το ξέρεις. Κι αυτό γιατί το επέλεξε ο ίδιος. Επέλεξε να μη μοιραστεί με πολύ κόσμο το ταλέντο του και όσα ήταν ικανός να κάνει, παρά μόνο με τους συμπατριώτες του και ιδίως τους κατοίκους του αγαπημένου του Ροσάριο.
Ο Τόμας Κάρλοβιτς, έμεινε γνωστός στη χώρα του ως «Ελ Τριντσε», δηλαδή το πιρούνι. Είχε καταγωγή από τη Σερβία, αλλά γεννήθηκε στην Αργεντινή και το Ροσάριο. Μια πόλη που αγάπησε όσο τίποτα άλλο και δεν την άφησε ποτέ.
Ψηλός για μέσος με σπουδαία τεχνική κατάρτιση, οι φήμες που τον ακολουθούν, αν και ο ίδιος δεν το παραδέχεται, ήταν ότι έκανε όpγια μέσα στον αγωνιστικό χώρο. Υπάρχουν αρκετές εκδοχές ως προς γιατί του έδωσαν το παρατσούκλι «πιρούνι». H πιο διαδεδομένη είναι ότι συνήθιζε να «τρυπάει» τους αντιπάλους του κάνοντας τους «ποδιές». Μια ιστορία λέει πως κάποτε ένας οπαδός του ζήτησε να κάνει διπλή ποδιά. Και όταν την έκανε επικράτησε πανζουρλισμός στο στάδιο.
Έπαιξε μόλις δυο παιχνίδια στην Α΄ Εθνική της χώρας. Δεν κέρδισε ποτέ κανέναν τίτλο. Δεν έπαιξε ποτέ με τα χρώματα της Εθνικής Αργεντινής. Μόνο μια φορά εναντίον της. Και όλοι ζαλίστηκαν.
Πριν το Μουντιάλ του 1974, η Αργεντινή πήγε στο Ροσάριο για να αντιμετωπίσει μια ομάδα επιλέκτων της πόλης. Μεταξύ τους ήταν και ο Κάρλοβιτς. Στο πρώτο ημίχρονο έκανε όpγια και η ομάδα του Ροσάριο ήταν μπροστά στο σκορ με 3-0. Τόσο καλά έπαιζε που ο προπονητής της εθνικής Αργεντινής, Βλαντισλάο Κάπ, παρακάλεσε τον αντίπαλο προπονητή να τον βγάλει. Τελικά, το ματς έληξε 3-1.
Το πιο μεγάλο παράσημο του ήταν πως ήταν ο μοναδικός παίκτης που ο Μαραντόνα είπε ότι ήταν καλύτερος από εκείνον. Όταν το 1993 πήρε μεταγραφή για την Νιόυελς Όλντ Μπόις, του είπαν πως είναι ο μεγαλύτερος παίκτης που έχει παίξει στο Ροσάριο. Ο Μαραντόνα όμως ήταν κατηγορηματικός. «Ο καλύτερος παίκτης που έπαιξε στο Ροσάριο είναι ο ‘Τρίντσε’ Κάρλοβιτς».
Δεν είναι ο μόνος που τον έχει υμνήσει. Μεγάλοι αστέρες του αργεντίνικου ποδοσφαίρου έχουν βάλει και αυτοί ένα λιθαράκι στον μύθο του. Που είναι μεγαλύτερος βέβαια από την καριέρα του, αλλά για να υπάρχει θα πρέπει να βασίζεται σε πολλές αλήθειες.
Ειδικά για τους κατοίκους του Ροσάριο, το οποίο ποτέ δεν εγκατέλειψε. Μόνο για λίγο, αφού και όταν βρέθηκε στην πόλη Μεντόσα για έναν χρόνο και άλλον έναν στη Σάντα Φε, πάντα επέστρεφε γρήγορα στην πόλη του. Λες και έχανε τη δύναμή του αν απομακρυνόταν από αυτήν. Πάντως, ποδοσφαιρικά δεν την έχανε μάλλον. Όσο αγωνιζόταν στην Ιντεπεντιέντε Ριβαντάβια, η ομάδα του αντιμετώπισε τη μεγάλη Ίντερ της εποχής σε φιλικό. Μαντέψτε ποιος έπαιζε στο κέντρο και ποιος κέρδισε.
Ο κόσμος τον λάτρεψε (και ο Μαραντόνα) γιατί αντιπροσώπευε ένα άλλο ποδόσφαιρο, πιο ρομαντικό, ένα ποδόσφαιρο άναρχο χωρίς πειθαρχία, που χαιρόσουν να το παίζεις και να το βλέπεις. Ένα ποδόσφαιρο με το οποίο μάθαμε τους Λατινοαμερικάνους ως μάγους της μπάλας. Ένα ποδόσφαιρο που αγάπησε η Αργεντινή και ο Μαραντόνα όσο μεγάλωνε.
Ο θάνατός του παντελώς άδοξος. Τον Μάιο του 2020, ενώ έκανε ποδήλατο ένας νεαρός τον σταμάτησε, τον χτύπησε στο κεφάλι και τον σκότωσε, για να του πάρει το ποδήλατο. Όσοι στο Ροσάριο τον είχαν δει να παίζει, πικράθηκαν. Αλλά μάλλον υποσχέθηκαν να κρατήσουν τον μύθο του ζωντανό για πολλά χρόνια ακόμα. Γιατί όπως είπε και ο πρώην προπονητής της εθνικής ομάδας της χώρας, Χοσέ Πέκερμαν, «ο Κάρλοβιτς είναι ο καλύτερο μέσος που έχω δει ποτέ».