H βρετανική GSK είναι η δεύτερη εταιρεία, μετά την αμερικανική Moderna, που δημοσιεύει θετικά αποτελέσματα από τις κλινικές δοκιμές φάσης 3 για το mRNA εμβόλιό της κατά της γρίπης, συμφωνα με το
Η κούρσα για τα νέα εμβόλια mRNA κατά του ιού της γρίπης συνεχίζεται, με τις τελευταίες εξελίξεις να έρχονται από τη βρετανική GSK (GlaxoSmithKline) και τα θετικά αποτελέσματα της κλινικής δοκιμής φάσης 2 (NCT06431607) για το εμβόλιο κατά της εποχικής γρίπης που αναπτύσσει σε συνεργασία με την γερμανική CureVac.
Όπως ανακοίνωσε η εταιρεία, ετοιμάζεται πλέον να περάσει στην επόμενη φάση δοκιμών, μετά τα δεδομένα που έδειξαν ότι το εμβόλιο παρήγαγε θετικές ανοσολογικές αποκρίσεις έναντι των στελεχών του ιού της γρίπης Α και Β σε νεότερους και μεγαλύτερους ηλικιακά συμμετέχοντες, συγκρίσιμες με τις τρέχουσες συνήθεις θεραπείες.
Το υποψήφιο τροποποιημένο, πολυδύναμο εμβόλιο, κωδικοποιεί αντιγόνα που αντιστοιχούν στα τρία στελέχη του ιού της γρίπης που συστήνει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) για την παρασκευή αντιγριπικών εμβολίων. Η κλινική δοκιμή αξιολόγησε την αντιδραστικότητα, την ασφάλεια και την ανοσογονικότητα του εμβολίου σε 250 υγιείς ενήλικες 18 έως 64 ετών και 250 υγιείς ενήλικες 65 έως 85 ετών. Σε κάθε ηλικιακή ομάδα δοκιμάστηκαν διαφορετικές δόσεις εμβολίου και συγκρίθηκαν με ένα κατάλληλο για την ηλικία, εγκεκριμένο εμβόλιο σύγκρισης.
«Εν τέλει, στόχος μας είναι να αναπτύξουμε ένα νέο εμβόλιο που θα είναι το καλύτερο στην κατηγορία του και θα προσφέρει μεγαλύτερη προστασία στους ανθρώπους κατά τη διάρκεια της περιόδου γρίπης» δήλωσε ο Επικεφαλής Επιστημονικός Διευθυντής, Tony Wood, σε δελτίο τύπου. Τον περασμένο Ιούλιο, η GSK αγόρασε από την CurreVac τα δικαιώματα για τα mRNA εμβόλια γρίπης και κορωνοϊού COVID-19.
Η κούρσα των αντιγριπικών εμβολίων
Η επιτυχία των εμβολίων mRNA έναντι του κορωνοϊού SARS-CoV-2 άνοιξε τον δρόμο για την ανάπτυξη εμβολίων αντίστοιχης τεχνολογίας και για άλλους αναπνευστικούς ιούς, όπως ο αναπνευστικός συγκυτιακός ιός (RSV) και της γρίπης. Χάρη σε πλεονεκτήματα όπως ταχύτερη ανάπτυξη, άμεση ανοσολογική απόκριση και δυνατότητα στόχευσης πολλών στελεχών του ιού γρίπης σε μία δόση, η mRNA τεχνολογία κερδίζει έδαφος έναντι της παραδοσιακής μεθόδου ανάπτυξης αντιγριπικών εμβολίων, που βασίζεται κυρίως στην καλλιέργεια ιών σε αβγά κότας.
Ανάμεσα στις εταιρείες φαρμακευτικής βιοτεχνολογίας που τρέχουν στην κούρσα των αντιγριπικών εμβολίων, η αμερικανική Moderna έχει το προβάδισμα και, μετά τα θετικά αποτελέσματα της δοκιμής φάσης 3 που ανακοίνωσε το καλοκαίρι -πυροδότησε ανοσολογικές αποκρίσεις παρόμοιες με τα τυπικά εμβόλια γρίπης-, έρχεται κοντά στην πολυπόθητη έγκριση από τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA). Το τετραδύναμο υποψήφιο αντιγριπικό εμβόλιο «mRNA-1010» (H1N1, H3N2 και τη γενεαλογία B-Victoria) είχε τεθεί στη φάση 1 των κλινικών δοκιμών τον Ιούλιο του 2021.
Η αμερικανική Pfizer, σε συνεργασία με τη γερμανική BioNTech, αξιοποιεί την επιτυχημένη πλατφόρμα τους από το εμβόλιο mRNA για τον COVID-19. Τον Σεπτέμβριο του 2022, ξεκίνησε τις κλινικές δοκιμές φάσης 3 για το συνδυασμένο υποψήφιο εμβόλιο mRNA κατά της γρίπης (τέσσερα στελέχη) και της COVID-19. Τον Αύγουστο, η Pfizer ανακοίνωσε ότι τα αποτελέσματα έδειξαν υψηλές ανοσολογικές αποκρίσεις έναντι του ιού της γρίπης Α και συγκρίσιμων αποκρίσεων στην COVID-19 σε σχέση με τα παλαιότερα εγκεκριμένα εμβόλια, δεν πέτυχε ωστόσο ισχυρά αποτελέσματα έναντι του ιού της γρίπης Β.
Τον περασμένο Μάιο, η γαλλική Sanofi ανακοίνωσε συνεργασία με την αμερικανική Novavax για συνεκμετάλλευση του εμβολίου κατά της COVID-19 και ανάπτυξη συνδυασμένων πρωτεϊνικών εμβολίων γρίπης-κορωνοϊού, με βάση εγκεκριμένα εμβόλια με αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα και ανεκτικότητα.
Υπέρ και κατά mRNA εμβολίων
Τα αντιγριπικά εμβόλια με βάση την τεχνολογία mRNA παρουσιάζουν πλεονεκτήματα και προκλήσεις. Ένα βασικό πλεονέκτημα είναι η δυνατότητα καλύτερης στόχευσης σε κυκλοφορούντα στελέχη του ιού γρίπης. Τα παραδοσιακά εμβόλια απαιτούν μήνες για να παραχθούν, πράγμα που σημαίνει ότι τα βασίζονται ουσιαστικά σε εκτιμήσεις, αρκετά πρώιμες συχνά. Η τεχνολογία mRNA, ωστόσο, επιτρέπει την ταχύτερη παραγωγή, επιτρέποντας στις εταιρίες να στοχεύουν σε στελέχη πιο κοντά στην εποχή της γρίπης, μειώνοντας τον κίνδυνο αναντιστοιχιών και αυξάνοντας την αποτελεσματικότητα των εμβολιασμών.
Ένα άλλο πλεονέκτημα, σύμφωνα με τον Scott Hensley, καθηγητή μικροβιολογίας στην Ιατρική Σχολή Perelman του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια, τα εμβόλια mRNA μπορούν να υπερβούν τον κίνδυνο μεταλλάξεων του ιού που ενέχει η διαδικασία καλλιέργειας σε αβγά. Τέλος, σημειώνει ο Barney Graham, Καθηγητής Ανοσολογίας και Ιολογίας στην Ιατρική Σχολή Morehouse, σε περίπτωση μιας πανδημίας γρίπης, η τεχνολογία mRNA θα μπορούσε να εξασφαλίσει ταχεία παραγωγή εμβολίων κόντρα στην περιορισμένη παραγωγική ικανότητα που παρατηρείται παγκοσμίως με τις παραδοσιακές μεθόδους.
Ωστόσο, οι προκλήσεις παραμένουν. Ειδικοί, όπως ο Michael Osterholm, διευθυντής του Κέντρου Έρευνας και Πολιτικής για τις Μολυσματικές Ασθένειες του Πανεπιστημίου της Μινεσότα, στέκεται στον σκεπτικισμό του κόσμου απέναντι στα εμβόλια mRNA, εν μέρει λόγω των παρενεργειών που σχετίζονται με τα εμβόλια της COVID-19. Το υψηλό κόστος των εμβολίων mRNA σε σύγκριση με τα παραδοσιακά εμβόλια γρίπης έπειτα αποτελεί επίσης εμπόδιο, ιδίως σε μια αγορά όπου τα παραδοσιακά και διαθέσιμα εμβόλια είναι φθηνότερα. Τέλος, οι πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες των εμβολίων γρίπης mRNA, όπως ο πυρετός και οι πόνοι, μπορεί να αποτρέψουν τους ανθρώπους από το να τα προκρίνουν έναντι των συμβατικών εμβολίων, τα οποία έχουν γενικά λιγότερες παρενέργειες.