Σε αυτή τονίζεται:
«Η δήλωση, για ακόμη μια φορά, αποδεικνύει την έλλειψη σεβασμού από μέρους της Τουρκίας στο συμβατικό και εθιμικό διεθνές δίκαιο, όπως προκύπτει από τη Συνθήκη των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982, και την περιφρόνηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας στην υφαλοκρηπίδα και την Αποκλειστική Οικονομική της Ζώνη.
Το Διεθνές Δίκαιο προνοεί ότι ο φυσικός πλούτος μιας χώρας ανήκει στο κράτος και η ευθύνη διαχείρισής του έγκειται στην Κυβέρνησή του προς όφελος όλων των πολιτών. Συνεπώς, πράξεις που αμφισβητούν τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας, όχι μόνο αντιτίθενται στο Διεθνές Δίκαιο, αλλά είναι εντελώς ανεδαφικές.
Είναι λυπηρό το γεγονός ότι η Τουρκία, για ακόμη μια φορά, καταφεύγει σε απειλές, έτσι ώστε να προωθήσει τα συμφέροντά της υπό το πρόσχημα των «ανησυχιών» για τα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων.
Η Κυπριακή Δημοκρατία θα συνεχίσει με αποφασιστικότητα την πολιτική της στον τομέα των υδρογονανθράκων, με πλήρη σεβασμό στο Διεθνές και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας έχει ξεκάθαρα διατυπώσει τη θέση ότι οι Τουρκοκύπριοι θα επωφεληθούν από την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων, στο πλαίσιο μιας συμφωνημένης διευθέτησης του Κυπριακού. Στις δικοινοτικές διαπραγματεύσεις, συμφωνήθηκε ότι οι φυσικοί πόροι θα εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της ομόσπονδης κυβέρνησης.
Για τον σκοπό αυτό, καλείται η Τουρκία να συμβάλει με συγκεκριμένες ενέργειες στην επανέναρξη της διαδικασίας των διαπραγματεύσεων και την επίτευξη γρήγορης επανένωσης της Κύπρου, μέσω μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης του Κυπριακού, που θα επιτρέψει σε όλους τους Κύπριους να απολαμβάνουν τα δικαιώματά τους ελεύθερα και ειρηνικά».
(Πηγή: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΚΥΠΡΟΥ)