Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο αφού δεν του αναγνώρισε ελαφρυντικά του επέβαλλε την ποινή της ισόβιας κάθειρξης και επιπλέον 2 χρόνια φυλάκιση, κρίνοντας πως τη στιγμή της δολοφονίας βρισκόταν σε ήρεμη ψυχική κατάσταση.
Αιτία του φονικού όπως όλα δείχνουν το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος δεν άντεχε την επαγγελματική ανέλιξη του θύματος και την ταυτόχρονη δική του οικονομική πτώση.
Η προσπάθεια που κατέβαλε η υπεράσπιση του κατηγορουμένου να πείσει πως αντιμετωπίζει σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα και άρα έχει μειωμένο καταλογισμό, δεν καρποφόρησε, καθώς μόνο ένας ένορκος πείστηκε από τον ισχυρισμό αυτό και μειοψήφησε.
Σύμφωνα με την εισαγγελέα της έδρας, ο Δημήτρης Αργυρίου υλοποίησε τη μοιραία εκείνη ημέρα, κάτι που είχε προαναγγείλει. «Ο κατηγορούμενος έχει αποδεχθεί την πράξη του, έχει ομολόγησε ότι σκότωσε τη σύζυγό του Σοφία Ανθόπουλου. Θα εστιάσω λοιπόν στα ζητήματα του καταλογισμού. Πρέπει να ερευνήσουμε την ψυχική του κατάσταση κατά τον χρόνο τέλεσης της πράξης. Ο δράστης είχε πρόθεση να σκοτώσει το θύμα, είχε τον απαιτούμενο δόλο και αυτό προκύπτει. Την ημέρα της πράξης πήγε στο Αττικό, έβαλε το θύμα στο αμάξι και έκλεισε τις κλειδαριές, γεγονός που αποδεικνύει το δόλο του. Από τα πραγματικά περιστατικά δεν υφίσταται το ζήτημα της πλήρης διατάραξης των πνευματικών λειτουργιών. Πρέπει να εξετάσουμε αν είχε ελαττωμένη ικανότητα. Όπως προκύπτει είχε γενικά μια καλή ζωή με τη σύζυγο του. Όταν ήρθε σε κατάσταση οικονομικής αδυναμίας δεν ήθελε να τον ζει η σύζυγος του. Αποδεδείχθηκε όμως ότι είχε και εξωσυζυγικές σχέσεις. Καταλήγω ότι ο κατηγορούμενος ήταν ένας άνθρωπος με οικονομική επιφάνεια, η αιφνίδια οικονομική του πτώση αλλά και η ταυτόχρονη απεξάρτηση του θύματος από αυτόν, καθώς ήθελε να αρχίσει να συνεισφέρει στην οικογένεια, η κοινωνική και επιστημονική της εξέλιξη του δημιούργησε την αίσθηση της απώλειας. Εκπλήρωσε εκείνη την χρονική στιγμή αυτό που κατά καιρούς είχε πει »θα σε σκοτώσω και θα σκοτωθώ». Πιστεύω ότι κατά τον χρόνο τέλεσης της πράξης δεν βρισκόταν σε κατάσταση βρασμού, ούτε ήταν σε κατάσταση για μειωμένο καταλογισμό. Επίσης προτείνω να μην του αναγνωριστεί κανένα ελαφρυντικό», κατέληξε.
Εκτός όμως από τα ψυχολογικά αλλά και οικονομικά προβλήματα του κατηγορουμένου, καταλυτικό ρόλο σε όσα έγιναν, έπαιξε και η εξωσυζυγική σχέση που εκείνος δημιούργησε, όπως κατέθεσε στενή φίλη του θύματος. «Η φίλη μου αποφάσισε να πάει στο νυχτερινό σχολείο αγαπούσε τη γνώση, δεν ήθελε να μείνει στάσιμη. Ο δράστης ήταν ένας άνθρωπος που του άρεσε να ζει πλουσιοπάροχα δεν υπολόγιζε τι θα χαλάσει. Μου είχε πει ότι είχαν προβλήματα και μια φορά τον είχε πιάσει με μια άλλη γυναίκα. Ήξερα ότι είχε δεσμό με μια μικρότερη του. Εγώ πάντως, δεν είχα αντιληφθεί να έχει ο δράστης ψυχολογικά προβλήματα. Αυτός προσπάθησε να γυρίσει πίσω μετά το χωρισμό διότι ήθελε και πίτα ολάκερη και στο σκύλο χορτάτο. Η Σοφία δεν ήθελε να γυρίσει πίσω. Εγώ πιστεύω ότι όσο έβλεπε αυτός την Σοφία να προοδεύει, να σπουδάζει, να ανεβαίνει κοινωνικά και αυτός να πέφτει οικονομικά, δεν το άντεχε. Ξέρω ότι τον τελευταίο καιρό της είχε πει στο τηλέφωνο »θα σε σκοτώσω και θα σκοτωθώ»», είπε η μάρτυρας.
Σύμφωνα πάντως με τον ψυχίατρο που είχε διοριστεί από τον ανακριτή «ο κατηγορούμενος έπαιρνε φάρμακα κατά βούληση. Από το 2004 ήταν σε παρακολούθηση και δεν ακολουθούσε την αγωγή. Τον συνέλαβαν την επομένη μέρα και είχε μεγάλη επιληπτική κρίση, που για να καταφέρει να αναπνεύσει του έβγαλαν δυο δόντια. Μόλις γύρισε από το νοσοκομείο στο αστυνομικό τμήμα έκανε απόπειρα αυτοκτονίας και όταν οδηγήθηκε στο ψυχιατρείο Κορυδαλλού έκανε πάλι απόπειρα. Σήμερα, αν και παίρνει πολλά φάρμακα, δεν είναι καλύτερα. Την περίοδο του περιστατικού ήταν σε κρίση. Πάσχει από ένα μείγμα σχιζοφρένειας και βαριάς κατάθλιψης».
Ο ίδιος ο κατηγορούμενος δεν εμφανίστηκε πάντως στο δικαστήριο αλλά εκπροσωπήθηκε από το συνήγορό του.