
Σημαντικές περικοπές στη δημόσια ραδιοτηλεόραση των ΗΠΑ ενέκρινε το Κογκρέσο, με βασικό πρωταγωνιστή τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ. Πρόκειται για μια απόφαση που θέτει εν αμφιβόλω το μέλλον των δικτύων PBS και NPR, προκαλώντας ανησυχία στους υποστηρικτές της ελεύθερης, δημόσιας ενημέρωσης.
Η απαξίωση της αμερικανικής δημόσιας ραδιοτηλεόρασης δεν έρχεται χωρίς ιστορικό. Όπως υπενθυμίζει το CNN, «ο Ρίτσαρντ Νίξον το προσπάθησε, ο Ρόναλντ Ρέιγκαν το προσπάθησε, ο Ντόναλντ Τραμπ το είχε επιχειρήσει στην προηγούμενη θητεία του». Η επιστροφή Τραμπ στον Λευκό Οίκο συνοδεύτηκε από σαφή στόχευση: να περιορίσει ό,τι αποκαλεί «ακροαριστερό τέρας» στον χώρο της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης.
Αμφιλεγόμενη νομοθετική παρέμβαση και πολιτικές αντιδράσεις
Με ισχνή πλειοψηφία, 216 υπέρ έναντι 213 κατά, η Βουλή των Αντιπροσώπων ενέκρινε μετά τη Γερουσία την περικοπή 9 δισεκατομμυρίων δολαρίων από δημόσιους πόρους — περιλαμβανομένου ποσού 1,1 δισ. που αφορούσε την Εταιρεία Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης (CPB), η οποία χρηματοδοτεί τα NPR, PBS και χίλιους πεντακόσιους τοπικούς τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς. Η απόφαση αυτή έρχεται λίγο μετά την αναστολή χρηματοδότησης της Φωνής της Αμερικής (VOA) από τον Τραμπ.
«Είναι μία σκοτεινή μέρα για την Αμερική», τόνισε ο επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Γερουσία, Τσακ Σούμερ. Πολλοί Ρεπουμπλικανοί είχαν δηλώσει την αντίθεσή τους, ωστόσο ο Τραμπ δήλωσε πως δεν στήριξε «οποιονδήποτε Ρεπουμπλικανό» ψήφιζε υπέρ της συνέχισης λειτουργίας αυτού που χαρακτήρισε «τέρας».
Σημαντικό πλήγμα στους τοπικούς σταθμούς και το ενημερωτικό πλουραλισμό
Αυτές οι περικοπές σηματοδοτούν το πρώτο ουσιαστικό «στέγνωμα» του προϋπολογισμού δημόσιας ραδιοτηλεόρασης από το 1967, με ιδιαίτερα βαρύ αντίκτυπο σε μικρούς τοπικούς σταθμούς που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τη δημόσια χρηματοδότηση. Όπως υπογραμμίζει η επικεφαλής του PBS, Πόλα Κέργκερ, το μέτρο «θα έχει συνέπειες για όλους, αλλά ιδιαίτερα για τους μικρότερους τηλεοπτικούς σταθμούς στην επαρχία», καθώς συχνά αδυνατούν να καλύψουν τις απώλειες εσόδων με ιδιωτικά κεφάλαια.
Στις ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες που καλύπτουν το 99,7% της επικράτειας, η διευθύνουσα σύμβουλος του NPR, Κάτριν Μάιρ, σημειώνει πως «τα ιδιωτικά δίκτυα δεν μπορούν να προσφέρουν το ίδιο», εφόσον το κόστος συντήρησης είναι υψηλό και οικονομικά απαγορευτικό για μη κρατικούς φορείς.
Αναζήτηση εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης
Παρά τις περικοπές, η Πόλα Κέργκερ διαβεβαίωσε πως το PBS θα συνεχίσει να αγωνίζεται για τη λειτουργία του, τονίζοντας πως «δεν υπάρχει τίποτα πιο αμερικανικό από το PBS». Τα δημόσια ΜΜΕ, αν και ήδη ενισχύονται από ιδιωτικές χορηγίες, δωρεές και συμμετοχές ιδρυμάτων, παραμένουν ιδιαίτερα ευάλωτα, ειδικά για τους μικρότερους σταθμούς για τους οποίους τα κρατικά έσοδα αντιπροσωπεύουν πάνω από το 50% της χρηματοδότησής τους.
Η βιωσιμότητα της δημόσιας ενημέρωσης στις ΗΠΑ δοκιμάζεται, με τις επιπτώσεις να αναμένεται να φανούν άμεσα στο πλουραλιστικό τοπίο της χώρας.