Η Zivasart Gallery παρουσιάζει την διαδικτυακή έκθεση με τίτλο «Ο Ραφαήλ στην Αθήνα». Περιηγηθείτε στην έκθεση πατώντας . Την επιμέλεια υπογράφει ο Μάνος Σ. Στεφανίδης.
Ο Μίλο Μανάρα και ο Νίκος Zήβας τιμούν μια μεγάλη επέτειο
Ο Ραφαήλ δεν υπήρξε ποτέ ούτε Michelangelo ούτε Leonardo. Ήταν ένας απλός επαρχιώτης από το Urbino που όμως κατάφερε, κατακτώντας με την τέχνη του μητροπολιτικά κέντρα όπως η Ρώμη ή η Φλωρεντία, να γοητεύσει, όσο ποτέ κανείς άλλος, την εξουσία. Ταυτίστηκε μαζί της και να την εξέφρασε αισθητικά, αλλά και ιδεολογικά.
Παραμένοντας ο ιδιοφυέστερος και πιο ταλαντούχος «κλέφτης» στην ιστορία της τέχνης, απέσπασε από τον δάσκαλό του Perugino την αινιγματική γλυκύτητα των προσώπων, από τον Leonardo το μυστηριώδες sfumato και από τον Michelangelo την teribilità των σωμάτων. Ο ίδιος υπήρξε ο εγκυρότερος εισηγητής της αισθητικής του κλασικού κόσμου στην νεότερη εποχή αλλά και το σημείο αναφοράς έκτοτε κάθε Ακαδημίας και κάθε ακαδημαϊκού δασκάλου.
Ο Ραφαήλ επαναπρότεινε το σώμα ως το τελειότερο όπλο για την εκπόρθηση του Παραδείσου και της αθανασίας μοιράζοντας, μέσα από τα έργα του, το κάλλος με την απλοχεριά ενός θεού και τοποθετώντας εκ νέου την Ψυχή στον ίδιο θρόνο με τον Έρωτα. Δηλαδή αδελφώνοντας τον παγανισμό με τον χριστιανισμό. Κανένας νεοπλατωνικός φιλόσοφος δεν τα κατάφερε καλύτερα, ούτε καν κι αυτός ο ίδιος ο Marcilio Ficino ή ο μαθητής του, Pico della Mirandola…
Όταν όλοι οι άλλοι πάλευαν τις ιδέες με κορμιά στερημένα, εκείνος αγκάλιαζε τα σώματα, χάιδευε τα τρυφερά στήθη των κοριτσιών και κέρδιζε και στα νοήματα και στην ομορφιά! Η τέχνη του εικονοποιεί ένα αρμονικό σύμπαν θεμελιωμένο τόσο στην αρχαία φιλοσοφία όσο και στο καθολικό Δόγμα.
Ίσως γι’ αυτό διαδόθηκε σ’ όλη την Ευρώπη χάρη στις χαλκογραφίες που φιλοτέχνησε ο βοηθός του Marcantonio Raimondi και οι οποίες έφτασαν μέχρι το Άγιον Όρος, τα Επτάνησα και την Κρήτη επηρεάζοντας τη μεταβυζαντινή ενετοκρητική σχολή της αγιογραφίας. Ο Ραφαήλ επιτυγχάνει τον απόλυτο συγκερασμό της pulchritudo (ομορφιά) και της similitudo (ομοιότητα), τη σχεδόν αρχετυπική εικόνα της ευταξίας και του ωραίου.
Οι νωπογραφίες του στις stanze, τα παπικά δώματα του Ιουλίου Β! della Rovere, στον τρίτο όροφο του Βατικανού που ολοκληρώνονται ανάμεσα στα 1509 και 1511, φέρουν μεν στοιχεία από τη μιχαηλαγγελική αίσθηση του μνημειώδους αλλά οι μορφές, παρά την ένταση τους, εμφανίζονται ισορροπημένες, φωτισμένες από ένα υπερκόσμιο μεγαλείο.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Στο εικονογραφικό πρόγραμμα της Stanza della Segnatura για παράδειγμα αντιλαμβανόμαστε ένα speculum doctrinale πλατωνοχριστιανικής έμπνευσης. Στην τόσο εμπνευσμένα γεωμετρημένη επίσης» Σχολή των Αθηνών», το στρογγυλό κτίσμα παραπέμπει στα πρώτα σχέδια του Bramante για τον Άγιο Πέτρο ενώ στο κέντρο της σύνθεσης ο Πλάτωνας – Ντα Βίντσι (ο δάσκαλος) και ο Αριστοτέλης – Μπραμάντε (ο φίλος) βαδίζουν δυναμικά προς τον θεατή σαν σε μίαν υπέργεια σκηνή ενός θαυμαστού θεάτρου.
Ο ένας δείχνει τον ουρανό ο άλλος τη γη μεταφυσική και φυσικός κόσμος σε μίαν έξοχη, διαλεκτική ενότητα. Γύρω τους το Πάνθεον των Ελλήνων φιλοσόφων και κάτω αριστερά μόνος και βυθισμένος σε μελαγχολικές σκέψεις ο σκοτεινός Ηράκλειτος – Μιχαήλ Άγγελος.
Συμπάθειες και αντιπάθειες, καλλιτεχνικοί ανταγωνισμοί και bella maniera, ίντριγκες και συμφέροντα, φιλοσοφικές σχολές και ιδεολογικές διαμάχες μπορούν εδώ να συνυπάρχουν με τόσο ιδιοφυή και εντέλει καθαρτήριο τρόπο! Με τον Poussin και τον lngres να κατασκοπεύουν αυτόν τον ευνοημένο της Φύσης και ευνοούμενο της εξουσίας από το μέλλον. Η μαγεία αλλά και η τρομακτική δύναμη της ζωγραφισμένης εικόνας….
Η Zivasart Gallery και ο ζωγράφος Νίκος Ζήβας τιμώντας τα 500 χρόνια από τον θάνατο του Ραφαήλ (1483 – 1520) φέρνουν τον μεγάλο δημιουργό στην Αθήνα οργανώνοντας μία πρωτότυπη, διαδικτυακή παρουσίαση. Μία έκθεση με επιβλητικά όσο και πολυεπίπεδα δύο έργα τα οποία μεταφέρουν στο σήμερα τους χώρους και τους χρόνους στους οποίους έζησε ο αναγεννησιακός καλλιτέχνης.
Πρόκειται για την εντυπωσιακή ακουαρέλα του ανεξάντλητου εικονογράφου της ιστορίας Milo Manara «Fornarina» (από την σειρά έργων του από το 2002 » Il pittore e la modella») με διαστάσεις 70Χ50 εκ.
Ο Μανάρα από το 1969 ασχολείται με την εικονογράφηση ιστορικών θεμάτων εμπνεόμενος κυρίως στην Αναγέννηση και το μπαρόκ. Και βέβαια από εκείνους τους δημιουργούς οι οποίοι συνδυάζουν ερωτισμό αλλά και ριζοσπαστική, καλλιτεχνική έκφραση όπως είναι ο Καραβάτζιο, ο Ραφαήλ, ο Πιρανέζι ή ο κύκλος των δημιουργών που κινούνται γύρω από τους Βοργίες.
Οι αξεπέραστες ζωγραφικές του Μανάρα, σφιχταγκαλιασμένες με τα κείμενα, ερωτοτροπούν με πάθος ώστε να αναστήσουν μπροστά στα μάτια του, κακομαθημένου από την τηλεόραση και τον κινηματογράφο, θεατή όλον τον πολύχρωμο πλούτο αλλά και την υπόγεια γοητεία της ιστορίας. Την ιστορία που εικονογραφείται σαν το διαρκές δράμα σωμάτων, επιθυμιών, εξάρσεων και πτώσεων. Συχνά σε αυτό το ταξίδι τον συνοδεύουν δημιουργοί του επιπέδου ενός Federico Fellini, ενός Pedro Almodóvar, ενός Hugo Pratt.
Με την συγκεκριμένη ακουαρέλα μεταφερόμαστε στο παπικό ανάκτορο όπου ανάμεσα σε γραμματείς και ερωμένες εικονίζεται να πρωταγωνιστεί η κόρη του φούρναρη, η Fornarina, η Margherita Luti, αλλιώς γνωστή και ως la Velata. Έχω θαυμάσει το ημίγυμνο κορίτσι, μόνο του στο κέντρο της μεγάλης σάλας του Palazzo Barberini, να φυλάσσεται από δύο αγριωπούς φρουρούς. Είναι η ημίγυμνη έμπνευση που καθοδηγεί τον ζωγράφο, κρατημένο σκόπιμα στη σκιά όπως ο Γκόγια στο περίφημο πορτρέτο της οικογένειας του Καρόλου Δ. Στο βάθος ο Πάπας Λέων Ι των Μεδίκων στο θρόνο του ενώ στο πρώτο επίπεδο οι ανιψιοί του, ο καρδινάλιος Giulio di Giuliano de’ Medici, ο μετέπειτα καταστροφικός Πάπας Κλήμης Ζ και ο καρδινάλιος Luigi de’ Rossi. Καμία, ενδελεχής, θεωρητική ανάλυση δεν θα μπορούσε να αποδώσει καλύτερα όχι το δέρμα αλλά το σώμα, όχι την πληροφορία αλλά την ατμόσφαιρα της ιστορίας…
Το δεύτερο έργο του Νίκου Ζήβα ονομάζεται «Η άλλη Σχολή των Αθηνών» με διαστάσεις 47 Χ 34 εκ. και μεικτή τεχνική: ( σχέδιο με μολύβι και κολλάζ σε ψηφιακά επεξεργασμένη εικόνα σε χαρτί) 2020.
Ο Νίκος Ζήβας επιστρέφει στη Σχολή των Αθηνών της Stanza della Segnatura, αποστερημένης όμως από τα διάσημα πρόσωπα της, με τους κίονες και τις ορθομαρμαρώσεις, με τα δάπεδα και τις κόγχες των γλυπτών, ερημωμένες, χορταριαριασμένες. Πρόκειται για ένα πνεύμα ρομαντισμού και της ρητορικής των ερειπίων όπως συμβαίνει λ.χ με τον Robert Hubert και τον Piranesi, ή μήπως αυτή η ερήμωση αναφέρεται σε κάτι ουσιαστικότερο ή πιο σύγχρονο; Μήπως αφορά στην στερημένη ουμανιστικών ιδεωδών και ίσως γι’ αυτό και μεγάλης τέχνης εποχή μας; Ως συνήθως η λύση των προβλημάτων βρίσκεται κάπου στο τέλος.
Αν κοιτάξουμε το βάθος της συγκεκριμένης σύνθεσης θα δούμε να αχνοφαίνεται μία σύγχρονη μεγαλούπολη κι ένα αεροπλάνο να σκίζει τον αιθέρα. Δηλαδή βρισκόμαστε στο σήμερα με την τεχνολογία να κυριαρχεί και τις εφαρμογές της να έχουν καταλάβει τον πλανήτη. Για το καλό όμως, για το κακό; Ποιος θα μπορούσε να απαντήσει με εγκυρότητα; Από τα βάθη του χρόνου οι καλλιτέχνες μας προειδοποιούν: Όσο καθιστούμε την τέχνη μηχανική, αυτιστική και διακοσμητική, τόσο χάνουμε όχι μόνο πνευματικά αλλά και από πλευράς ποιότητας ζωής. Από πλευράς οράματος. Και χωρίς όραμα η ζωή καταντά καταδίκη.