Μελέτη που παρουσιάστηκε σε συνέδριο του Βρετανικού Ινστιτούτου για τη μελέτη του καρκίνου δείχνει πως η μακροχρόνια μεγάλη αύξηση του σωματικού βάρους σχετίζεται με σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου.
Για τους σκοπούς της μελέτης, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν δεδομένα από περίπου 300.000 γυναίκες και άνδρες, τους οποίους χώρισαν σε πέντε ομάδες, ανάλογα με τη μεταβολή που είχαν στο σωματικό βάρος τους, μεταξύ 18 και 65 ετών. Στη συνέχεια, παρακολούθησαν τους εθελοντές για 15 χρόνια, καταγράφοντας τα περιστατικά εμφάνισης καρκίνων που σχετίζονται με το αυξημένο σωματικό βάρος.
Συνολικά, παρατηρήθηκε πως οι άνδρες των οποίων ο δείκτης μάζας σώματος αυξήθηκε από το 22 στο 27 είχαν 50% υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου, συγκριτικά με όσους διατήρησαν ένα φυσιολογικό σωματικό βάρος. Αντίστοιχα, η αύξηση της πιθανότητας εμφάνισης της νόσου για γυναίκες, των οποίων ο δείκτης μάζας σώματος μεταβλήθηκε από το 23 στο 32 ήταν 17%.
Όπως αναφέρει η επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας, η παρούσα μελέτη δείχνει πόσο σημαντικό είναι να αξιολογείται η συνολική πορεία του σωματικού βάρους σε βάθος χρόνου, καθώς μπορεί να προσφέρει μια πιο ξεκάθαρη εικόνα για την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου.
Κλείνοντας, σχολιάζει πως είναι χρήσιμο για τον πληθυσμό να γνωρίζει με ποιους τρόπους μπορεί να μειωθεί ο κίνδυνος εμφάνισης της νόσου. Σε κάθε περίπτωση, αν και κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί την αποφυγή της, η προσπάθεια διατήρησης ενός υγιούς σωματικού βάρους φαίνεται ότι αυξάνει τις πιθανότητες, καθώς και ότι προσφέρει πολλά οφέλη ακόμη και για την υγεία.
Για τον καρκίνο του μαστού
Το υψηλό σωματικό βάρος και η παχυσαρκία μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο επανεμφάνισης καρκίνου σε γυναίκες με ιστορικό καρκίνου του μαστού, όπως αναφέρουν σε νέα μελέτη Αυστραλοί ερευνητές.
Για τους σκοπούς της μελέτης, που παρουσιάστηκε στο ετήσιο συνέδριο της Αυστραλιανής Εταιρείας Κλινικής Ογκολογίας, οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από 110 γυναίκες που είχαν αντιμετωπίσει επιτυχώς τον καρκίνο του μαστού. Μεταξύ, των εθελοντριών, περίπου δύο στις τρεις ήταν υπέρβαρες ή παχύσαρκες και μόνο μία στις τρεις βρέθηκε να καλύπτει τις συστάσεις για τη σωματική δραστηριότητα,.
Τα αποτελέσματα των αναλύσεων έδειξαν πως η απώλεια βάρους μπορεί να οδηγήσει σε βελτίωση των βιοχημικών δεικτών στο αίμα και στον ιστό του μαστού, συμβάλλοντας έτσι στη μείωση της πιθανότητας επανεμφάνισης της νόσου. Ειδικότερα, τα επίπεδα C αντιδρώσας πρωτεΐνης, που αποτελεί δείκτη φλεγμονής και έχει συσχετιστεί με τη θνησιμότητα της νόσου, φάνηκε να μειώνονται κατά 30%, έπειτα από απώλεια βάρους της τάξης του 5%.
Πηγή: Espresso