
Ο Διάκος με περίπου 500 άνδρες ανέλαβε να υπερασπιστεί τη γέφυρα της Αλαμάνας και τα Πουριά, από όπου περνούσε ο δρόμος που οδηγούσε στις Θερμοπύλες. Στους έμπιστούς του Καλύβα και Μπακογιάννη ανέθεσε τη φύλαξη της γέφυρας με λίγους άνδρες, ενώ ο ίδιος οχυρώθηκε στη Δαμάστα που δέσποζε στη ράχη για να ελέγχει το δρόμο. Μετά τη σφοδρή επίθεση που δέχτηκαν οι Έλληνες από τον Ομέρ Βρυώνη το σώμα του Δυοβουνιώτη μπροστά στην τεράστια δύναμη του εχθρικού πεζικού και ιππικού υποχώρησε, ενώ το σώμα του Πανουργιά αναγκάστηκε μετά από αρκετή αντίσταση να καμφθεί και να υποχωρήσει ιδίως μετά τον σοβαρό τραυματισμό του ίδιου του Πανουργιά που μαχόταν στη πρώτη γραμμή.
Η αντίσταση στην Αλαμάνα
Η αντίσταση στην Αλαμάνα, εναντίον των ανδρών του Κιοσέ-Μεχμέτ, όμως εξακολουθούσε. Ο Διάκος βλέποντας ότι λιγόστευε η δύναμη των μαχητών πάνω στη γέφυρα έτρεξε σε βοήθεια. Οι ηρωικοί Καλύβας και Μπακογιάννης κλείστηκαν σε ένα χάνι κοντά στη γέφυρα για να απασχολήσουν τους εχθρούς. Βλέποντας οι άνδρες του Διάκου, που ήταν πια λιγότεροι από 50, ότι δεν ωφελούσε η παραπέρα αντίσταση, προσπάθησαν να τον πείσουν υποχωρήσουν. Αυτός όμως συνέχισε απτόητος και τελικά τραυματίστηκε και συνελήφθη από πέντε Αλβανούς.
«Εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός θε να πεθάνω!»
Ο Αθανάσιος Διάκος είχε πληγωθεί στον ώμο[5] και το γιαταγάνι του είχε σπάσει στην μάχη. Στη Λαμία όπου μεταφέρθηκε εξέπληξε τους πασάδες με το θάρρος του, μάλιστα ο Ομέρ Βρυώνης εντυπωσιάστηκε τόσο που θέλησε να τον προσλάβει στην υπηρεσία του και του έταξε να τον κάνει αξιωματικό στον στρατό του. Ο Διάκος αρνήθηκε απαντώντας «Ούτε σε δουλεύω πασά, ούτε σ’ ωφελώ κι αν σε δουλεύσω», ή κατά τη λαϊκή μούσα:
«Εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός θε να πεθάνω!»
Τότε ο Βρυώνης διέταξε να τον παλουκώσουν (να τον σουβλίσουν ζωντανό). Η απάντηση του Διάκου ήταν:
«Για δες μωρέ καιρό που διάλεξε, ο Χάρος να με πάρει, τώρα π’ ανθίζουν τα κλαριά και βγάζει η γης χορτάρι»
sansimera, thessnews.gr