Σε ένα έργο τέχνης που δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις, μιας και αποτελεί μια από τις γνωστότερες ζωγραφικές αναπαραστάσεις των μοντέρνων καιρών, ο νορβηγός ζωγράφος Έντβαρ Μουνκ παρουσιάζει το 1893 μια αποτροπιασμένη μορφή με φόντο έναν τρικυμιώδη ουρανό.
Αποκαλεί το έργο «Η κραυγή», αυτό λογίζεται ως εξπρεσιονιστικό αριστούργημα και ζει τη δική του ζωή στον κόσμο της τέχνης. Το έργο γεννά δυνατά συναισθήματα στον θεατή και μια μακρά σειρά από θεωρίες προσπάθησαν να εξηγήσουν την ιδιαίτερη σαγήνη και το δέος που προκαλεί.
Συμβολίζει πράγματι το ανθρώπινο είδος κάτω από τη συντριβή του υπαρξιακού τρόμου; Θέλει να μας κάνει να συμπάσχουμε με το δράμα του άντρα; Λειτουργεί ως αλληγορία για την περιβαλλοντική μόλυνση; Μιλάει για μια αγχώδη παραίσθηση; Ή μήπως κάτι άλλο συμβαίνει; Όπως υποθέτει η μετεωρολόγος Helene Muri του Πανεπιστημίου του Όσλο, η απάντηση βρίσκεται στο τι είναι αυτό που φοβάται τόσο πολύ ο άντρας.
Η μετεωρολόγος και η ομάδα της παρουσίασαν τη θεωρία τους σε ένα συνέδριο της Ευρωπαϊκής Γεωεπιστημονικής Ένωσης στη Βιέννη, κατηγορώντας για τη φρίκη που νιώθει ο άντρας του Μουνκ τα… σύννεφα. Ο ζωγράφος είχε γράψει στο ημερολόγιό του για τη μέρα που ενέπνευσε τον πίνακα περί ενός «φλεγόμενου ουρανού» που «ξαφνικά έγινε κατακόκκινος» και «κρεμόταν σαν αίμα και ξίφος πάνω από την πόλη» (Όσλο).
Για να καταλήξει πως «καθόμουν εκεί τρέμοντας από άγχος». Οι περιγραφές του Μουνκ θύμισαν πολύ στη μετεωρολόγο τα μαργαρώδη νέφη, τα πολύχρωμα πολικά (στρατοσφαιρικά) σύννεφα που μοιάζουν να ιριδίζουν δηλαδή και δεν είναι καθόλου ασυνήθιστα στις παγωμένες θερμοκρασίες της Νορβηγίας.
Παρά το γεγονός ότι η μετεωρολόγος επιμένει στην υπόθεσή της, κρατά μικρό καλάθι, μιλώντας απλώς για «μεγάλη πιθανότητα να υπήρχαν μαργαρώδη σύννεφα στο φόντο της εμπειρίας του Μουνκ στη φύση και της θρυλικής ‘‘Κραυγής’’»…