Η Ιερά Εξέταση έμεινε στην ιστορία σαν το πιο απεχθές συλλογικό όργανο ψυχικής και σωματικής εξουθένωσης του ανθρώπου.
Είναι η ελληνική απόδοση του λατινικού όρου Inquisitio (αγγλ. Inquisition).
Ο όρος αναφέρεται σε Ρωμαιοκαθολικό εκκλησιαστικό δικαστήριο ή άλλο θεσμό με σκοπό την καταπολέμηση και καταστολή των αιρέσεων, σε έναν αριθμό ιστορικών κινημάτων κάθαρσης κατά των αιρέσεων ή στη δίκη συγκεκριμένων ατόμων με την κατηγορία της αίρεσης, όπως αναφέρει το
15 Ιουλίου 1834: Η Ισπανική Ιερά Εξέταση διαλύεται επίσημα μετά από σχεδόν 356 χρόνια
Η δημιουργία της Ιεράς Εξέτασης
Το 1231 ο Πάπας Γρηγόριος Στ’, ίδρυσε την Ιερά Εξέταση στη Ρώμη, για να ξεκαθαρίσει τους πραγματικούς πιστούς, απ’ τους αμαρτωλούς αιρετικούς.
Ο Πάπας, μάλιστα, δεν ξέχασε να συμπληρώσει στην παπική βούλα, ότι όποιος ιεροεξεταστής αναγκαστεί να βασανίσει τον αιρετικό, για να αποσπάσει την ομολογία του, είναι αυτομάτως συγχωρεμένος απ’ τον Θεό και την εκκλησία.
Τα βασανιστήρια ήταν άμεσα συνδεδεμένα με την όλη διαδικασία, γιατί κανείς δεν μπορούσε να καταδικαστεί, αν δεν είχε ομολογήσει. Γι’ αυτό, οι ιεροεξεταστές έδιναν μία «ώθηση» παραπάνω στον κατηγορούμενο, για να τον αναγκάσουν να ομολογήσει ότι ήταν αιρετικός.
Τα βασανιστήρια που εφαρμόζονταν από την Ιερά Εξέταση, ήταν μερικά από τα πιο άγρια και σαδιστικά που υπήρξαν ποτέ.
Για αυτό και έμεινε η φράση «μεσαιωνικά βασανιστήρια», ως ένδειξη ακραίας κακομεταχείρισης. Πολλοί κατηγορούμενοι τρομοκρατούνταν τόσο, βλέποντας κάποιον άλλον να βασανίζεται, που ομολογούσαν αμέσως, χωρίς να υποστούν τα μαρτύρια.
Η Ισπανική Ιερά Εξέταση
Η Ιερά Εξέταση σταδιακά επεκτάθηκε στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης και διατηρήθηκε μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα οπότε καταργήθηκε οριστικά.
Το φρικτό δικαστήριο της Ιεράς Εξέτασης παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην Ισπανία γύρω στο 1231 και ήταν αρκετά ενεργό και αδίστακτο στη χώρα αυτή μέχρι το 1481, όταν ο Φερδινάνδος Β’ και ο Πάπας Σέξτος IV καθιέρωσαν αυτό που ονομάζεται σύγχρονη Ιερά Εξέταση, υπό την καθοδήγηση του Γενικού Ιεροεξεταστή με τη συμβολή πληθώρας υφισταμένων αξιωματικών.
Το Σεπτέμβριο του 1480 η Ιερά Εξέταση έκανε και πάλι την εμφάνισή της στην Ισπανία, αλλά αυτή τη φορά βρισκόταν κάτω από τα ηνία του Κράτους. Σκοπός της ήταν «ο εξαγνισμός του έθνους και η ενότητα της πίστης».
Οι καθολικοί ηγεμόνες της Ισπανίας έπεισαν τον Πάπα Σίξτο Δ΄ να εκδώσει μια βούλα που έδινε σ’ αυτούς την εξουσιοδότηση να διορίζουν ιεροεξεταστές, με σκοπό την ανακάλυψη και την τιμωρία των αιρετικών.
Από τότε κι έπειτα το Κράτος χρηματοδοτούσε την Ιερά Εξέταση και καθιέρωνε τη μορφή της λειτουργίας της. Είχε γίνει η έναρξη μιας σταυροφορίας για την επιβολή αυστηρής θρησκευτικής ομοιομορφίας στο έθνος. Η εφαρμογή του θεσμού γινόταν κυρίως από Δομινικανούς και Φραντζισκανούς μοναχούς αλλά την γενική επίβλεψή του την είχαν οι μονάρχες.
Αυτό το ζευγάρωμα αποδείχτηκε βολικό και για την Εκκλησία και για το Κράτος. Η εκκλησία επιθυμούσε να εκμηδενίσει την απειλή που ένιωθε από τους χιλιάδες Ισπανούς Εβραίους και Μαυριτανούς, οι οποίοι είχαν προσηλυτιστεί δια της βίας στον καθολικισμό αλλά που υπήρχε η υποψία ότι διατηρούσαν τα προηγούμενα πιστεύω τους. Αργότερα θα χρησιμοποιούσε αυτόν τον ίδιο μηχανισμό για να καταπνίξει τις προτεσταντικές ομάδες που εμφανίστηκαν τον επόμενο αιώνα.
Η Ιερά Εξέταση επίσης αποδείχτηκε ένα ισχυρό όπλο για το Κράτος. Χρησιμοποιήθηκε για την καταστολή της αντίστασης, για τη δημιουργία αξιόλογων εσόδων τα οποία προέρχονταν από τις περιουσίες που δημεύονταν από τα θύματά της και για τη συγκέντρωση εξουσίας στα χέρια της μοναρχίας. Επί αιώνες και πλέον αυτός ο φριχτός θεσμός επέβαλε στον Ισπανικό λαό τη θέληση των μοναρχών.
Τομάς Δε Τορκεμάδα: Ο πιο τρομακτικός Ιεροεξεταστής στην Ισπανία
Το 1483, τρία χρόνια μετά την επανεμφάνιση της Ιεράς Εξέτασης στην Ισπανία, ο Δομινικανός μοναχός Τομάς Δε Τορκεμάδα—η ειρωνεία είναι ότι ο ίδιος είχε εβραϊκή καταγωγή—διορίστηκε ως μέγας ιεροεξεταστής.
Ο κτηνώδης τρόπος με τον οποίο μεταχειριζόταν τους ύποπτους αιρετικούς δεν είχε όμοιό του. Ο Πάπας Σίξτος Δ΄ τον εξύμνησε επειδή «διοχέτευε το ζήλο (του) σε υποθέσεις που συμβάλλουν στη δόξα του Θεού».
Όμως, αργότερα ο Πάπας Αλέξανδρος ΣΤ΄, ταραγμένος από τις υπερβάσεις του Τορκουεμάδα, προσπάθησε να μειώσει την εξουσία του με το να διορίσει δυο ακόμα μεγάλους ιεροεξεταστές.
Αυτό δεν ωφέλησε και πολύ. Ο Τορκουεμάδας συνέχισε να έχει το γενικό πρόσταγμα και στη διάρκεια της εξουσίας του έκαψε στον πάσσαλο τουλάχιστον 2.000 ανθρώπους—«ένα φρικαλέο ολοκαύτωμα στο όνομα της μισαλλοδοξίας», σύμφωνα με την The Encyclopædia Britannica (Βρετανική Εγκυκλοπαίδεια).
Χιλιάδες κατάφυγαν στο εξωτερικό, ενώ αμέτρητοι άλλοι υπόφεραν φυλάκιση, βασανιστήρια και έχασαν την περιουσία τους εξαιτίας δήμευσης.
Νοσηρή ψυχοπαθολογία
Οργανωμένοι σε ομάδες, οι ισπανοί Ιεροεξεταστές ταξίδευαν από χωριό σε χωριό, παραμένοντας για όσο χρονικό διάστημα θεωρούσαν απαραίτητο προκειμένου να καθαρίσουν τον τόπο από τους αιρετικούς.
Έχοντας την κυβερνητική έγκριση να χρησιμοποιούν εκκλησιαστικούς και κοσμικούς βοηθούς ως ανακριτές και εκτελεστικά όργανα, οι ιεροεξεταστές συνέτασσαν μόνοι τους, τους νόμους και τον δικονομικό τους κώδικα, γνωστά ως «Διατάγματα Πίστεως», τα οποία ενθάρρυναν καθέναν να γίνει καταδότης.
Οι πληροφοριοδότες είχαν μάλιστα την υπόσχεση ότι θα τους εξασφαλισθεί πλήρης μυστικότητα και προστασία. Ο βασανισμός υπόπτων και ενόχων διεξαγόταν από τρία πρόσωπα: Τον ανακριτή, τον δήμιο ή βασανιστή (executor) και τον γραμματικό (escribano). Από τα πρακτικά που γράφτηκαν στις αίθουσες βασανιστηρίων (και γράφονταν με την παραμικρή λεπτομέρεια μεταφέροντας ως και τα βογκητά και τις κραυγές του θύματος) προκύπτει πως οι ιεροεξεταστές μάλλον διακατέχονταν από νοσηρή ψυχοπαθολογία, καθώς ο σαδισμός τους δεν γνώριζε όρια. Οι οδηγίες αναφέρουν με κάθε λεπτομέρεια πώς θα προκληθεί στο θύμα ο χειρότερος πόνος. Συμπεριλαμβάνονται εργαλεία τα οποία δημιουργούν κλιμάκωση του πόνου και οι πρακτικές έχουν λεπτομερείς περιγραφές.
Οι πλέον διαδεδομένες μορφές βασανιστηρίων ήταν το μαστίγωμα, το κάψιμο με πυρωμένο σίδερο σε διάφορα σημεία του σώματος, ο τροχός, το κάψιμο των ποδιών με κάρβουνα και το κρέμασμα από τους καρπούς με τα χέρια δεμένα πίσω από την πλάτη.
Τα βασανιστήρια συνεχίζονταν, μέχρι ο κατηγορούμενος να ομολογήσει ή να πεθάνει. Δούλοι μπορούσαν να βασανιστούν για να καταθέσουν εναντίον των κυρίων των. Κανένα όριο ηλικίας δεν μπορούσε να σώσει τα θύματα· νέες δεκατριών ετών και γριές ογδοντάχρονες υποβάλλονταν σε βασανιστήρια.
Μυστικές δίκες, βασιζόμενες στο περιβόητο Εγκόλπιο του καλού Ιεροεξεταστή το οποίο όριζε επακριβώς πως θα μιλούσε ο δικαστής (με βαρύ αυστηρό, αργό τόνο), που θα καθόταν (σε υψηλό, μεγαλειώδες βήμα), πως θα κοίταγε τον κατηγορούμενο (βλέμμα απλανές και αυστηρό), και ανέφερε ρητά ότι «αποκλειόταν η κατ’ αντιπαράθεση εξέταση των μαρτύρων, διότι όταν υπάρχει αντιπαράθεση δεν υπάρχει μυστικότητα και όταν δεν υπάρχει μυστικότητα δεν προκαλείται τρόμος και όταν δεν προκαλείται τρόμος δεν παραδειγματίζεται αποτελεσματικά ο λαός»!
Ιερά Εξέταση: Ορισμένα όργανα βασανισμού
Η γκαρούτσα
Έδεναν τα χέρια του θύματος πίσω από την πλάτη και τον κρεμούσαν ψηλά με ένα ειδικό σκοινί, βάζοντας του μάλιστα στα πόδια πρόσθετο βάρος. Έμενε κρεμασμένος για αρκετές ώρες και ανά διαστήματα μπορούσαν με διάφορους τρόπους να σκληρύνουν τον βασανισμό του.
Το πότρο
Το θύμα ήταν ξαπλωμένο σε μια ξύλινη βάση και οι βασανιστές έδεναν τα χέρια και τα πόδια του, τα οποία τα τραβούσαν με δύναμη έτσι ώστε να εξαρθώνονται τα άκρα του.
Τεχνητός πνιγμός
Ακινητοποιούσαν το θύμα και το υποχρέωναν να καταπίνει μεγάλες ποσότητες νερού. Περίπου 10 λίτρα. Ο βασανιστής τον δυσκόλευε ταυτόχρονα να αναπνεύσει. Σε πολλές περιπτώσεις το στομάχι δεν άντεχε άλλο και το θύμα πέθαινε.
Η ρόδα
Έδεναν πάνω σε μια ξύλινη ρόδα γυμνό τον κατηγορούμενο και στη συνέχεια τον γυρνούσαν και ταυτόχρονα τον χτυπούσαν και τον βασάνιζαν. Από κάτω υπήρχε μια φωτιά που άναβε όση ώρα συνεχιζόταν ο βασανισμός του.
Η σαρκοφάγος
Το θύμα υποχρεωνόταν να μπει μέσα σε σαρκοφάγο, στην οποία υπήρχαν μεταλλικά καρφιά. Όταν οι βασανιστές την έκλειναν, τα καρφιά έμπαιναν στο σώμα, προκαλώντας στο θύμα αργό και βασανιστικό θάνατο.
Ιερά Εξέταση: Διώξεις, βασανιστήρια, θάνατος
Ως θεσμός, η Ιερά Εξέταση ένωνε τις κρατικές και τις εκκλησιαστικές αρχές και απασχολούσε τόσο ιερείς όσο και νομικούς, δικαστικούς ή τοπικούς φορείς, που διορίζοντας και επιφορτίζονταν με τις ανάλογες αρμοδιότητες, τόσο από τον πάπα όσο και από τις πολιτικές αρχές.
Το ίδιο συνέβαινε και με τις δικαιοδοσίες της που μπορεί να έχουν τον γενικό τίτλο της αντιμετώπισης των αιρέσεων και των αιρετικών, αλλά στην πράξη διευρύνονταν και σε κοινωνικά ζητήματα (π.χ. ηθικά και σεξουαλικά εγκλήματα) ή και ζητήματα πολιτικών σκοπιμοτήτων (π.χ. στην εδραίωση του στέμματος κατά την ένωση της Ισπανίας).
Η καταδίκη σε θάνατο ή οι διώξεις -ακόμα κι αλλόθρησκων- δεν ήταν αποκλειστικά προνόμια της Ιεράς Εξέτασης, τα ίδια μπορούσαν να επιβληθούν από τα κοσμικά δικαστήρια.
Ο ορθός λόγος εναντιώθηκε στον θεσμό της Ιεράς Εξέτασης και υπερασπίστηκε την ελευθερία του ανθρώπου και το δικαίωμά του να πιστεύει ό,τι θέλει, εναντιώθηκε επίσης σε κάθε είδους προκαταλήψεις και πρόβαλε ως αξίωση την αναζήτηση της αλήθειας, κάτι που δεν πρέπει να παραβλέπουμε ούτε και σήμερα.