Η κυβέρνηση δεν είδε με καλό μάτι τις δηλώσεις της εκπροσώπου του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών, με τις οποίες επανέφερε τη θέση ότι θα ολοκληρωθεί πρώτα το τρίτο μνημόνιο και μετά θα γίνει η οποιαδήποτε συζήτηση για το ελληνικό χρέος – πρόκειται για την πάγια άποψη του κ. Σόιμπλε από την αρχή που τέθηκε το θέμα.
Στο Μαξίμου θεωρούν ότι η πρόσφατη σύγκλιση με τους δανειστές επιτεύχθηκε ακριβώς στη βάση της αλλαγής, της συγκεκριμένης θέσης: ότι όλοι αποδέχθηκαν πως ναι μεν τα όποια μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους θα εφαρμοστούν μετά το τρέχον πρόγραμμα, από το καλοκαίρι του 2018, αλλά ο προσδιορισμός τους θα γίνει από τώρα. Γι’ αυτό και οι δηλώσεις της εκπροσώπου του κ. Σόιμπλε προκάλεσαν ανησυχία και συναγερμό στην κυβέρνηση, η οποία έσπευσε να διευκρινίσει τα της Μάλτας.
Σύμφωνα με την κυβερνητική ανακοίνωση, μόλις ολοκληρωθεί η τεχνική συμφωνία (SLA), θα υπάρξει συγκεκριμενοποίηση σε προσεχές Eurogroup των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, που θα εφαρμοστούν μετά το τέλος του προγράμματος (Σεπτέμβριος 2018).
«Η συγκεκριμενοποίηση των μέτρων για το χρέος τώρα είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα καθώς πρέπει να ληφθούν υπόψη ώστε να υπάρξει θετική μελέτη βιωσιμότητας του χρέους από τις τεχνικές ομάδες του ΔΝΤ. Η θετική μελέτη βιωσιμότητας του χρέους είναι απαραίτητη ώστε να μπορεί το ΔΣ του Ταμείου να εγκρίνει συμμετοχή στο ελληνικό πρόγραμμα» τονίζει η κυβέρνηση, σημειώνοντας ότι «μετά την εφαρμογή των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος (Σεπτέμβρης 2018) θα εφαρμοστούν και τα μέτρα και τα αντίμετρα που προβλέπει η συμφωνία της Μάλτας (01.01.2019)».
Στην πραγματικότητα η κυβέρνηση εναποθέτει τώρα τις ελπίδες της στην πίεση που ασκεί το ΔΝΤ προς το Βερολίνο, ζητώντας να προσδιοριστούν τα μέτρα για το ελληνικό χρέος. Η Αθήνα εκτιμά ότι το Ταμείο δεν θα κάνει πίσω, καθώς έχει πολλάκις διαμηνύσει ότι θα τηρήσει τις καταστατικές του δεσμεύσεις για συμμετοχή σε προγράμματος χωρών, που έχουν όμως βιώσιμο χρέος. Αυτή την ώρα το ΔΝΤ δεν θεωρεί το ελληνικό χρέος βιώσιμο. Τουναντίον, με την έκθεσή του, που δημοσιεύτηκε στις 6 Φεβρουαρίου το χαρακτηρίζει «εξαιρετικά μη βιώσιμο» και προφανώς αναμένει από τους ευρωπαίους πιστωτές να αποφασίσουν μέτρα – με εφαρμογή πάντα από το 2018 – που θα το κάνουν βιώσιμο και άρα θα μπορεί να συμμετάσχει και το ίδιο στο πρόγραμμα. Το Βερολίνο ή τουλάχιστον ο κ. Σόιμπλε έχει διαφορετική άποψη: θεωρεί ότι τα νέα δημοσιονομικά μέτρα και οι διάφορες μεταρρυθμίσεις, που αποφασίστηκαν στη Μάλτα, εφόσον υλοποιηθούν σωστά καθιστούν από μόνες τους το ελληνικό χρέος βιώσιμο και πάντως δεν χρειάζεται σε αυτή τη φάση καμία συζήτηση για ελάφρυνση, διότι οποιαδήποτε ρύθμιση αποφασιστεί μπορεί να λειτουργήσει αντίθετα και να αποδυναμώσει τις προσπάθειες για τις μεταρρυθμίσεις!
Η Αθήνα πιστεύει ότι δεν θα επικρατήσει αυτή η προσέγγιση του κ. Σόιμπλε και γι’ αυτό έσπευσε να διαμηνύσει ότι περιμένει πρώτα να προχωρήσει η συζήτηση για το χρέος και αφού υπάρξει ένα πλαίσιο, τότε να προχωρήσει στην ψήφιση των δημοσιονομικών μέτρων (και των αντιμέτρων).
Προς την κατεύθυνση αυτή επιχειρεί να διαμορφώσει συμμαχίες, όπως με τους ηγέτες του νότου – ο Ολάντ ήδη εξέφρασε ολόθερμη στήριξη στις ελληνικές προσπάθειες.
Ωστόσο δείχνει να προβληματίζεται από τις κινήσεις του κ. Σόιμπλε, θεωρώντας ότι ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών μπορεί να επιλέγει μία παρελκυστική τακτική, ώστε να προκαλέσει τουλάχιστον νέες καθυστερήσεις και να εξωθήσει τα πράγματα στα άκρα και την ελληνική πλευρά να βρεθεί με την πλάτη στον τοίχο τον Ιούνιο, λίγο πριν την υποχρέωσή της να πληρώσει τα ομόλογα του Ιουλίου ύψους περίπου 7 δισ. ευρώ.
Μία τέτοια τακτική πιθανόν να κρύβει και νέες απαιτήσεις, εκτιμούν στην Αθήνα και προετοιμάζονται για νέο γύρο σύγκρουσης με τους ακραίους κύκλους των δανειστών, αντιλαμβανόμενοι ότι η απόφαση της Μάλτας δεν είναι αρκετή για να λυθεί το ελληνικό δράμα.