
Επίσης, το F-22 δεν διαθέτει πλαϊνά ραντάρ, τα οποία επιτρέπουν σε ένα αεροσκάφος να ρίχνει βλήματα. Αυτό δεν βοηθά το μαχητικό να κάνει τη σωστή εστίαση που θα έπρεπε να κάνει κόντρα με ένα εχθρικό αεροσκάφος που μπορεί να το πλησιάζει.
Σε αυτήν την αδυναμία του φαίνεται να επένδυσε η Ρωσική Αεροπορία καθώς επικέντρωσε το ενδιαφέρον της στην ανάπτυξη των λεγόμενων ηλεκτρο-οπτικών αισθητήρων.
Μάλιστα, οι αισθητήρες αυτοί χρησιμοποιήθηκαν εντατικά τα τελευταία δύο χρόνια στους ουρανούς της Συρίας καταγράφοντας το θερμικό ίχνος των Αμερικανικών και συμμαχικών αεροσκαφών συμπεριλαμβανομένων και των F-22 με τα οποία τα ρωσικά μαχητικά ήρθαν αρκετές φορές σε αντιπαράθεση.
Ο στρατιωτικός αναλυτής Justin Bronk του βρετανικού κέντρου ερευνών Royal United Services Institute, είχε υπογραμμίσει παλαιότερα ότι πιστεύει ότι οι Ρώσοι μελέτησαν και αφομοίωσαν τις τεχνικές τακτικές και διαδικασίες υλοποίησης αποστολών των δυτικών πιλότων και ειδικότερα των F-22 σε κλειστές αερομαχίες, όπου οι δυνατότητες stealth του αεροσκάφους δεν προσδίδουν στο αεροσκάφος σημαντικό πλεονέκτημα έναντι των ρωσικών αεροσκαφών που είναι εξοπλισμένα με θερμικό ηλεκτρο-οπτικό αισθητήρα.
Για την ιστορία αξίζει να αναφερθεί ότι το F-22 ξεκίνησε να κατασκευάζεται το 1981. Η Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ επέλεξε την General Dynamics και την McDonnell Douglas για τον αρχικό σχεδιασμό ενός “μαχητή”, ο οποίος στην ουσία θα μπορούσε να μεταφέρει όπλα με τα οποία θα κατέστρεφε τεθωρακισμένα και άλλους στόχους εδάφους. Τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν ακριβώς έτσι, ωστόσο το μαχητικό F-22 παραμένει ακόμα ένα από τα καλύτερα μαχητικά στον κόσμο.