Ἡ 1η Μαϊου δὲν ἑορταζόταν πάντοτε ὡς ἐργατικὴ Πρωτομαγιὰ ἀλλὰ ἦταν μιὰ γιορτὴ φυσιολατρική. Οἱ ἄνθρωποι, ἀντικρύζοντας τὸν καθαρὸ οὐρανό, τὸν ὁλόλαμπρο ἥλιο καὶ τὴν ὁλάνθιστη φύση, τὴν πληθώρα τῶν ῥόδων καὶ μάλιστα τοῦ ἰδιαιτέρου «ἄνθους τοῦ Μαγιοῦ», ξεχύνονταν μὲ ζωντάνια καὶ ἐνθουσιασμὸ στὴν ὕπαιθρο, γιὰ νὰ λατρεύσουν τὶς τότε θεότητες τῆς φύσεως.
Ἀργότερα, βεβαίως, μὲ τὴν ἐπικράτηση τοῦ Χριστιανισμοῦ ἡ ἑορτὴ αὐτὴ παρέμεινε ὡς λαϊκὴ ἐκδήλωση, ἄν καὶ τὰ παλαιὰ ἔθιμα δὲν ἔπαψαν ποτὲ νὰ ὑπάρχουν, στὶς μέρες μας δὲ γίνονται προσπάθειες ἀπὸ τοὺς γνωστοὺς παγανιστικοὺς κύκλους γιὰ ἀναβίωσή των.
Ἀπὸ πλευρᾶς Χριστιανῶν προτάθηκε τὰ τελευταῖα χρόνια ἡ καθιέρωση τῆς 1ης Μαΐου ὡς ἑορτῆς τοῦ ἐργάτου Χριστοῦ. Ὀρθότερο ὅμως θὰ ἦταν νὰ καθιερωνόταν ἡ ἡμέρα αὐτὴ πρὸς τιμὴ τοῦ Δημιουργοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, ποὺ ὄχι μόνον ἐνήργησε γιὰ τὴν δημιουργία τοῦ κόσμου ἀλλὰ διαρκῶς ἐργάζεται καὶ προνοεῖ γιὰ τὴν συντήρηση καὶ τὴν ἀναδημιουργία του. Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ἡ Πρωτομαγιὰ ὡς ἡμέρα ἢ ἑορτὴ ἐργασίας δὲν θὰ θύμιζε πλέον τὰ αἱματηρὰ γεγονότα καὶ τὶς συγκρούσεις τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ θὰ ὑπενθύμιζε σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους τὴν φύση καὶ τὸν σκοπὸ τῆς ἐργασίας, ὥστε νὰ ἀποφεύγωνται στὸ μέλλον ἀνάλογες ὀδυνηρὲς περιπέτειες γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος.
Αναδρομή στη Πρωτομαγιά του 1944- Άρρηκτη η σύνδεσή της με το κόκκινο χρώμα
Ὁ σκοπὸς βεβαίως τῆς ἀνανοηματοδοτήσεως τῆς ἑορτῆς αὐτῆς δὲν θὰ εἶναι νὰ λησμονηθοῦν οἱ ἀγῶνες τῶν ἐργατῶν γιὰ τὴν διεκδίκηση τῶν δικαίων κοινωνικῶν των αἰτημάτων, ἀλλὰ νὰ ὑπομνησθῆ σ’ αὐτοὺς ὅτι παραλλήλως μὲ τὶς διεκδικήσεις δικαιωμάτων χρειάζεται νὰ ἐπιδίδωνται καὶ στὴν ἐπιτέλεση τῶν ἠθικοκοινωνικῶν καθηκόντων, ἐξ αἰτίας τῆς παραλείψεως τῶν ὁποίων ἀλλὰ καὶ τῆς ἀδικίας καὶ τῆς ἐκμεταλλεύσεως δημιουργοῦνται τὰ κοινωνικὰ προβλήματα.
Ἐξ ἄλλου πόσο ὄμορφο θὰ ἦταν ἐάν, κατὰ τὸν ἑορτασμὸ τῆς ἡμέρας αὐτῆς, στὸν ἑσπερινὸ τῆς ἑορτῆς ἀκουγόταν καὶ ἑρμηνευόταν ὁ Προοιμιακὸς ψαλμός, ποὺ ἀποτελεῖ ὕμνο στὴν δημιουργία, μὲ τὴν ὑπέροχη φράση «ὡς ἐμεγαλύνθη τὰ ἔργα σου, Κύριε. πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας», ἐὰν, ἐπίσης, ἀνήμερα τῆς ἑορτῆς διαβαζόταν λ.χ. ἡ περικοπὴ ἐκ τοῦ ἀποστόλου Παύλου «εἴ τις οὐ θέλει ἐργάζεσθαι μηδὲ ἐσθιέτω» (Β’ Θεσσαλ., γ’ 10) καὶ ἀκουγόταν ἡ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ἐκ τοῦ Ματθαίου «ἐμβλέψατε εἰς τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, ὅτι οὐ σπείρουσιν οὐδὲ θερίζουσιν…καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος τρέφει αὐτά· οὐχ ὑμεῖς μᾶλλον διαφέρετε αὐτῶν;» (Ματθ., στ’ 26-8), ποὺ ὑπογραμμίζει τὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ γιὰ ὅλη τὴν φύση καὶ μάλιστα γιὰ τὸν ἄνθρωπο!
Ὡς γνωστόν, ἡ περιπέτεια τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ξεκίνησε μὲ τὴν πτώση τῶν πρωτοπλάστων. Ἔκτοτε οἱ ἄνθρωποι ἀντὶ νὰ ἐργάζωνται καὶ νὰ συνεργάζωνται, γιὰ νὰ προάγωνται ὡς ψυχοσωματικὲς ὀντότητες καὶ νὰ ἀπολαμβάνουν τὰ ἀγαθὰ καὶ τοὺς καρποὺς τῆς ἐργασίας των, ἐκεῖνοι ἐξέκλιναν ἀπὸ τὴν ὀρθή των πορεία, «ἁμάρτησαν», ἔπαψαν νὰ σέβωνται τὸν Θεὸ καὶ ἐκμεταλλεύονταν τὸν συνάνθρωπο, μὲ τὶς γνωστὲς τραγικὲς συνέπειες.
Πρωτομαγιά 2022: Το Doodle της Google για τους αγώνες του εργάτη
Ἔτσι καὶ ἡ ἐργασία ἀπὸ μέσο προαγωγῆς τοῦ ἀνθρώπου καὶ παραγωγῆς εὐχαρίστησης ἔγινε μόχθος, δουλεία καὶ μέσο ἀδικίας καὶ ἀλληλοεκμεταλλεύσεως. Οἱ ἰσχυρότεροι καὶ οἱ πλέον ἐπιτήδειοι καταδυνάστευαν τοὺς ἀσθενέστερους, μὲ ἀποτέλεσμα τὴν ἐξέγερση τῶν τελευταίων καὶ τὴν δημιουργία ὀργανωμένων κινημάτων γιὰ τὴν διεκδίκηση τῶν δικαιωμάτων των. Ἄλλωστε καὶ τὰ κοινωνικὰ συστήματα ποὺ δημιουργοῦνταν γιὰ τὴν ἐπίλυση τῶν κοινωνικῶν προβλημάτων, ἐπειδὴ δὲν προσέφεραν συνολικὲς λύσεις καὶ ἐξυπηρετοῦσαν ἀτομικὲς φιλοδοξίες ἢ συμφέροντα, ὄχι μόνον δὲν κατάφερναν νὰ ἐξομαλύνουν τὰ προβλήματα ἀλλὰ τὰ ὄξυναν ἀκόμη περισσότερο.
Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ καθιερωθῆ καὶ πάλι ἡ ἐργασία ὡς δημιουργικὴ ἐνέργεια τοῦ ὅλου ἀνθρώπου πρὸς τὸ ζῆν, τὸ εὖ ζῆν καὶ ἐν τέλει τὸ ἀεὶ ζῆν, ὅπως τὴν ὥρισε ὁ Θεός; Πῶς μπορεῖ νὰ κατορθωθῆ ἡ συνεργασία ἀλληλοσυγκρουόμενων δυνάμεων καὶ νὰ σταματήσῃ ἡ ἀδικία καὶ ἡ ἐκμετάλλευση;
Ὅσο παραμένει τὸ σύστημα ἐργοδότου καὶ ἐργάτου, οἱ διαμάχες θὰ συνεχίζωνται. Εἶναι φανερὸ ὅτι κάποιο ἄλλο σύστημα χρειάζεται νὰ βρεθῆ, ὥστε ὁ δημιουργὸς ἐργάτης νὰ ἀπολαμβάνῃ τὸν καρπὸ τῶν μόχθων του, χωρὶς ἄλλος νὰ τοῦ τὸν ἀφαιρῆ ἀλλὰ καὶ χωρὶς ὁ ἴδιος νὰ τὸν στερῆ ἀπὸ ἄλλον. Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἐὰν ὁ ἐργοδότης δὲν εἶναι παράλληλα ἐργάτης, δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ ἀντιληφθῆ τὸν μόχθο ἀλλὰ καὶ νὰ ἐκτιμήσῃ τὴν ἀξία τῆς ἐργασίας.
Κι ὅμως ἕνα τέτοιο σύστημα συνεργασίας ὑπῆρχε στὴν ἀρχαιότητα μὲ τὶς πόλεις-κράτη καὶ υἱοθετήθηκε καὶ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Οἱ πρώην ἁλιεῖς μαθητὲς τοῦ Κυρίου ἐφήρμοζαν στὴν ἐργασία των τὸ κοινοτικὸ σύστημα. Ὁ Πέτρος καὶ οἱ υἱοὶ τοῦ Ζεβεδαίου, Ἰάκωβος καὶ Ἰωάννης, ἦσαν συνέταιροι καὶ συμμέτοχοι, κοινωνοὶ στὴν ἄγρα τῶν ἰχθύων. Ὅποιος ἔπιανε περισσότερα ψάρια, «κατένευε τοῖς μετόχοις τοῖς ἐν τῶ ἑτέρω πλοίῳ τοῦ ἐλθόντας συλλαβέσθαι αὐτοῖς» (Λουκ. ε’ 7, 10). Ἑπομένως οἱ ἁλιεῖς δὲν ἀπολάμβαναν τὰ ἀγαθά των κατὰ μόνας· εἶχαν συνεταιρισμὸ καὶ συνεργασία. Δὲν ἦταν ἐργοδότες, ὥστε νὰ ἐκμεταλλεύωνται τοὺς ἐργάτες, οὔτε ἐργάτες, ὥστε νὰ τοὺς ἐκμεταλλεύωνται. Ἦταν δημιουργοί-συνδημιουργοί, συμμέτοχοι στὰ κέρδη καὶ στὶς ζημίες, ὥστε καὶ τὰ προβλήματά των νὰ ἐπιλύωνται εὐκολώτερα καὶ νὰ ἐκλείπουν οἱ αἰτίες γιὰ διαμάχες καὶ συγκρούσεις.
Χρειάζεται ἀσφαλῶς νὰ μελετηθῆ περαιτέρω καὶ νὰ ἐρευνηθῆ σὲ βάθος κατὰ πόσο τὸ σύστημα αὐτὸ κοινωνικῆς συνεργασίας καὶ ἀλληλεγγύης, ποὺ ἐφαρμόστηκε καὶ σὲ ἄλλες ἱστορικὲς περιόδους μὲ ἐπιτυχία, μπορεῖ νὰ ἔχῃ ἐφαρμογὴ καὶ ἀποτέλεσμα καὶ στὶς δύσκολες σημερινὲς συγκυρίες. Ἕνα εἶναι βέβαιο, ὅτι μόνον διὰ τοῦ σεβασμοῦ πρὸς τὸν δημιουργὸ Θεὸ καὶ τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν πλησίον μπορεῖ νὰ ἐπέλθῃ καὶ πάλι ἡ δικαιοσύνη, ἡ ἀλληλεγγύη, ἡ συνεργασία.
Ἐργαζώμεθα λοιπὸν καὶ συνεργαζώμεθα, ὥστε νὰ ὁμοιάζωμε στὸ πρότυπό μας, στὸν Τριαδικὸ Θεὸ τῆς ἀγάπης καὶ τῆς συνεργασίας, καὶ Ἐκεῖνος γνωρίζει πότε καὶ πῶς θὰ ἀξιοποιήσῃ τὰ ἀποτελέσματα τῶν καλῶν μας ἔργων πρὸς ὄφελος πάντων τῶν ἀνθρώπων. Ἄς τὸν ἐμπιστευώμαστε!