Χάρη στην αναθεώρηση των κανόνων για τις επιχειρήσεις επενδύσεων, οι κεφαλαιαγορές της Ευρώπης θα καταστούν πιο αποδοτικές και η εποπτεία τους θα βελτιωθεί.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε στις 20/12 μια αναμόρφωση με δύο κύριους άξονες για να απλουστευθεί η ζωή των μικρότερων επιχειρήσεων επενδύσεων, ενώ οι μεγαλύτερες, συστημικές επιχειρήσεις θα υπαχθούν στο ίδιο καθεστώς με τις ευρωπαϊκές τράπεζες. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων και οι υπηρεσίες που παρέχουν είναι ζωτικής σημασίας για την εύρυθμη λειτουργία της Ένωσης Κεφαλαιαγορών (CMU).
Παράλληλα με τις τράπεζες, οι κεφαλαιαγορές της ΕΕ βασίζονται σε πολλές χιλιάδες μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων επενδύσεων οι οποίες παρέχουν συμβουλές σε πελάτες, βοηθούν τις επιχειρήσεις να αξιοποιήσουν τις κεφαλαιαγορές, διαχειρίζονται περιουσιακά στοιχεία και παρέχουν ρευστότητα στην αγορά, διευκολύνοντας με τον τρόπο αυτό τις επενδύσεις σε ολόκληρη την ΕΕ. Η ΕΕ χρειάζεται ισχυρότερες κεφαλαιαγορές για την προώθηση των επενδύσεων, την αποδέσμευση νέων πηγών χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις, την προσφορά καλύτερων ευκαιριών στα νοικοκυριά και την ενίσχυση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης.
Σύμφωνα με τις προτάσεις, η μεγάλη πλειονότητα των επιχειρήσεων επενδύσεων δεν θα υπόκειται πλέον σε κανόνες που είχαν αρχικά σχεδιαστεί για τις τράπεζες. Με τον τρόπο αυτό θα μειωθεί ο διοικητικός φόρτος, θα τονωθεί ο ανταγωνισμός και θα αυξηθούν οι επενδυτικές ροές, στόχοι που αποτελούν προτεραιότητες της Ένωσης Κεφαλαιαγορών, χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο η χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Ταυτόχρονα, οι μεγαλύτερες και πιο συστημικές επιχειρήσεις επενδύσεων θα υπόκεινται στους ίδιους κανόνες και την ίδια εποπτεία όπως οι τράπεζες.
Ο Αντιπρόεδρος Valdis Dombrovskis, αρμόδιος για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και την ένωση κεφαλαιαγορών, δήλωσε τα εξής: «Οι κανόνες μας πρέπει να είναι αναλογικοί και ευαίσθητοι σε θέματα κινδύνων. Οι μικρότερες επιχειρήσεις επενδύσεων θα ωφεληθούν από απλούστερες απαιτήσεις, περισσότερο προσαρμοσμένες στο προφίλ κινδύνου τους.
Ταυτόχρονα, οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις που ενέχουν παρόμοιους κινδύνους με τις τράπεζες θα πρέπει να ρυθμίζονται και να εποπτεύονται όπως οι τράπεζες. Αυτή η αναμόρφωση θα συμβάλει ώστε όλες οι επιχειρήσεις επενδύσεων να διοχετεύουν τις αποταμιεύσεις των καταναλωτών και των επενδυτών προς τις επιχειρήσεις. Οι νέοι κανόνες θα υποστηρίζουν την εύρυθμη λειτουργία των κεφαλαιαγορών, διασφαλίζοντας παράλληλα τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.»
Ο Αντιπρόεδρος Jyrki Katainen, αρμόδιος για την απασχόληση, την ανάπτυξη, τις επενδύσεις και την ανταγωνιστικότητα, δήλωσε τα εξής: «Στόχος μας είναι να μειωθεί το κόστος συμμόρφωσης με τη νομοθεσία της ΕΕ. Η σημερινή πρόταση για την απλούστευση και τον εξορθολογισμό των κανόνων προληπτικής εποπτείας για τις επιχειρήσεις επενδύσεων εντάσσεται στην προσπάθεια αυτή.
Το εγχειρίδιο κανόνων μας πρέπει να υποστηρίζει τον κεντρικό ρόλο που διαδραματίζουν οι επιχειρήσεις αυτές στη διοχέτευση των επενδυτικών ροών στις κεφαλαιαγορές και, παράλληλα, να διασφαλίζει ότι καλύπτονται επαρκώς οι κίνδυνοι που ενέχουν οι δραστηριότητές τους. Η αύξηση του ανταγωνισμού και η προστασία των επενδυτών είναι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος· τονώνουν την εμπιστοσύνη της αγοράς και υποστηρίζουν την ανάπτυξη.»
Βασικά χαρακτηριστικά της πρότασης
Οι επιχειρήσεις επενδύσεων διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη διευκόλυνση των αποταμιευτικών και των επενδυτικών ροών σε όλη την ΕΕ. Παρέχουν ένα φάσμα υπηρεσιών που προσφέρουν στους επενδυτές πρόσβαση σε αγορές κινητών αξιών και παραγώγων. Στις υπηρεσίες αυτές περιλαμβάνονται οι επενδυτικές συμβουλές, η διαχείριση χαρτοφυλακίου, η εκτέλεση εντολών για πελάτες, οι συναλλαγές σε χρηματοπιστωτικά μέσα και η παροχή βοήθειας σε επιχειρήσεις για την άντληση κεφαλαίων στις κεφαλαιαγορές.
Η πρόταση περιλαμβάνει τα εξής:
νέους και απλούστερους κανόνες προληπτικής εποπτείας για τη μεγάλη πλειονότητα των επιχειρήσεων επενδύσεων που δεν είναι συστημικές, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η χρηματοπιστωτική σταθερότητα· και
τροποποιημένους κανόνες για να διασφαλιστεί ότι οι μεγάλες και συστημικές επιχειρήσεις επενδύσεων που ασκούν δραστηριότητες τραπεζικής υφής και ενέχουν παρόμοιους κινδύνους με τις τράπεζες ρυθμίζονται και εποπτεύονται όπως οι τράπεζες. Κατά συνέπεια, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, υπό την ιδιότητά της ως εποπτικής αρχής (ενιαίος εποπτικός μηχανισμός), θα εποπτεύει τις εν λόγω συστημικές επιχειρήσεις επενδύσεων στην Τραπεζική Ένωση. Με τον τρόπο αυτό θα διασφαλιστούν ίσοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ των μεγάλων συστημικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
Οι νέοι κανόνες χωρίζουν τις μη συστημικές επιχειρήσεις επενδύσεων σε δύο ομάδες. Οι κεφαλαιακές απαιτήσεις για τις μικρότερες και λιγότερο επισφαλείς επιχειρήσεις επενδύσεων θα καθοριστούν με πιο απλό τρόπο. Οι κανόνες θα είναι επαρκώς πλήρεις και ισχυροί ώστε να αποτυπώνουν τους κινδύνους των επιχειρήσεων επενδύσεων, αλλά και επαρκώς ευέλικτοι ώστε να καλύπτουν τα διάφορα επιχειρηματικά μοντέλα και να εξασφαλίζουν ότι οι εν λόγω επιχειρήσεις μπορούν να παραμείνουν εμπορικά βιώσιμες.
Οι εν λόγω επιχειρήσεις δεν θα υπόκεινται σε πρόσθετες απαιτήσεις σχετικά με την εταιρική διακυβέρνηση ή τις αποδοχές. Για τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις, οι κανόνες θεσπίζουν έναν νέο τρόπο μέτρησης των κινδύνων με βάση τα επιχειρηματικά τους μοντέλα. Για τις επιχειρήσεις που διαπραγματεύονται χρηματοπιστωτικά μέσα, οι κανόνες αυτοί θα συνδυαστούν με μια απλουστευμένη μορφή των υφιστάμενων κανόνων.
Η πρόταση ορίζει περαιτέρω ως πιστωτικά ιδρύματα τις συστημικές επιχειρήσεις επενδύσεων που ασκούν δραστηριότητες τραπεζικής υφής (όπως εκτίμηση της ασφαλισιμότητας και των όρων κάλυψης ενός κινδύνου (underwriting) και διενέργεια συναλλαγών για ίδιο λογαριασμό) και διαθέτουν περιουσιακά στοιχεία άνω των 30 δισ. ευρώ. Οι συστημικές αυτές επιχειρήσεις θα υπόκεινται πλήρως στην ίδια μεταχείριση με τις τράπεζες.
Όπως ανακοινώθηκε στην επανεξέταση των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών (ΕΕΑ) από την Επιτροπή, αυτό σημαίνει ότι οι δραστηριότητές τους στα κράτη μέλη που συμμετέχουν στην Τραπεζική Ένωση τελούν υπό την άμεση εποπτεία της ΕΚΤ στο πλαίσιο του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού.
Ιστορικό
Στο πλαίσιο των εργασιών της για την ενίσχυση των κεφαλαιαγορών, η Επιτροπή ανακοίνωσε στηνενδιάμεση επανεξέταση του σχεδίου δράσης για την Ένωση Κεφαλαιαγορών ότι θα προτείνει ένα αποτελεσματικότερο πλαίσιο προληπτικής εποπτείας και εποπτικό πλαίσιο για τις επιχειρήσεις επένδυσης.
Υπάρχουν πολλές χιλιάδες επιχειρήσεις επενδύσεων σε όλα τα κράτη μέλη του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ). Οι εν λόγω επιχειρήσεις είναι ως επί το πλείστον μικρομεσαίες επιχειρήσεις και επικεντρώνονται στην παροχή επενδυτικών συμβουλών, τη λήψη, διαβίβαση και εκτέλεση εντολών, και τη διαχείριση χαρτοφυλακίων.
Σε αντίθεση με τα πιστωτικά ιδρύματα, οι επιχειρήσεις επενδύσεων δεν δέχονται καταθέσεις ούτε χορηγούν δάνεια. Αυτό σημαίνει ότι είναι πολύ λιγότερο εκτεθειμένες σε πιστωτικό κίνδυνο και στον κίνδυνο να αποσύρουν οι καταθέτες τα χρήματά τους σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Η επανεξέταση εντάσσεται στο πρόγραμμα REFIT της Επιτροπής και προβλεπόταν στον κανονισμό για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (ΚΚΑ). Σκοπός της είναι να διασφαλιστεί ότι οι κεφαλαιακές απαιτήσεις, οι απαιτήσεις ρευστότητας και άλλες βασικές απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα καθορίζονται με κατάλληλο τρόπο.
Οι απαιτήσεις του ΚΚΑ επικεντρώνονται σε μεγάλο βαθμό στις τράπεζες και δεν είναι απόλυτα κατάλληλες για όλες τις επιχειρήσεις επενδύσεων.
Η επανεξέταση βασίζεται στη συμβουλή πολιτικής που διατύπωσε η ΕΑΤ τον Σεπτέμβριο του 2017 και αναγγέλθηκε επίσης στην ανακοίνωση του Οκτωβρίου 2017 σχετικά με την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης.