Η πολυδιαφημισμένη «πράσινη αναβάθμιση» των ελληνικών σπιτιών σκοντάφτει τελικά στα ίδια της τα θεμέλια.
Στην πράξη, το φιλόδοξο σχέδιο του «Εξοικονομώ» έχει βαλτώσει σε έναν λαβύρινθο γραφειοκρατίας, καθυστερήσεων και τεχνικών εμποδίων αναγκάζοντας το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας να ψαλιδίσει τον στόχο κατά 15.000 κατοικίες για τα προγράμματα που προκηρύχθηκαν από το 2021 έως το 2023, σύμφωνα με το
Από τις 105.000 κατοικίες που είχαν υπολογιστεί να αναβαθμιστούν ενεργειακά, μόλις 90.000 θεωρούνται πλέον ρεαλιστικές να προχωρήσουν, και αυτές με το ζόρι. Σαφές δείγμα της δυσκολίας υλοποίησης είναι ότι το ΥΠΕΝ έχει ξεχειλώσει το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης για το «Εξοικονομώ» του 2021 έως τον επόμενο Φεβρουάριο, αυτό του 2023 έως τον Απρίλιο και το τρέχον «Εξοικονομώ» (2025) έως τον Μάιο.
Η απόφαση αυτή, αν και αναμενόμενη για όσους γνωρίζουν εκ των έσω την κατάσταση, είναι ηχηρό καμπανάκι για την αποτελεσματικότητα του πιο δημοφιλούς προγράμματος εξοικονόμησης ενέργειας της τελευταίας δεκαετίας.
Πίσω από τα χαρτιά, τους αριθμούς και τις κυβερνητικές ανακοινώσεις, κρύβεται μια αγορά που ασφυκτιά: μηχανικοί που παλεύουν με δυσλειτουργικά συστήματα υποδοχής δηλώσεων, έργα που δεν προχωρούν και νοικοκυριά που μένουν με τις σκαλωσιές μισοστημένες.
Αργές διαδικασίες και έργα που σέρνονται
Παρά την τεράστια ζήτηση, η υλοποίηση κινείται με ρυθμούς χελώνας. Από τη στιγμή που εγκρίνεται μια αίτηση μέχρι να ολοκληρωθεί το έργο, μεσολαβούν συχνά πάνω από 18 μήνες. Οι μηχανικοί περιγράφουν μια εξαντλητική διαδικασία που απαιτεί αλλεπάλληλες εγκρίσεις, τεχνικές εκθέσεις και ελέγχους. Πολλοί ωφελούμενοι, κουρασμένοι από τις καθυστερήσεις, εγκαταλείπουν τη διαδικασία αφήνοντας δεσμευμένα κεφάλαια που δεν απορροφώνται.
Το πρόβλημα αποτυπώνεται ξεκάθαρα στους αριθμούς. Το «Εξοικονομώ» του 2023 έχει ποσοστό ολοκλήρωσης κάτω από 10%, ενώ το πρόγραμμα «Ανακαινίζω για τους νέους» κινείται ακόμη χαμηλότερα. Το «Εξοικονομώ» του 2021, με προϋπολογισμό σχεδόν 1 δισ. ευρώ, συνεχίζει να δέχεται παρατάσεις, καθώς χιλιάδες έργα δεν έχουν ακόμα υλοποιηθεί. Αντίθετα, τα παλαιότερα προγράμματα όπως το «Εξοικονομώ – Αυτονομώ» έχουν σχεδόν ολοκληρωθεί, αλλά με περιορισμένο αποτύπωμα. Στο μεταξύ, οι καθυστερήσεις στα νέα προγράμματα παγώνουν και την αγορά, καθώς μηχανικοί και κατασκευαστές περιμένουν τις εγκρίσεις για να προχωρήσουν σε παραγγελίες και εργασίες.
Αρμόδιες πηγές του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας αναφέρουν ότι η επιλογή της μείωσης του στόχου δεν έγινε ελαφρά τη καρδία. «Υπάρχουν έργα που έχουν εγκριθεί, αλλά δεν προχωρούν. Τα κεφάλαια είναι δεσμευμένα, χωρίς να αποδίδουν. Πρέπει να γίνει εκκαθάριση για να μην κινδυνεύσουμε να χαθούν πόροι», σημειώνουν. Η κυβέρνηση επιχειρεί έτσι να επικεντρωθεί στα έργα που είναι ρεαλιστικό να ολοκληρωθούν έως το επόμενο καλοκαίρι, οπότε λήγουν οι προθεσμίες του Ταμείου Ανάκαμψης.
Ο κίνδυνος απώλειας ευρωπαϊκών κονδυλίων είναι υπαρκτός. Οι καθυστερήσεις στην αξιολόγηση φακέλων, στην εκταμίευση κονδυλίων και τους τεχνικούς ελέγχους έχουν δημιουργήσει συμφόρηση σε όλα τα στάδια. Η κατάργηση της κρατικής εγγυοδοσίας για τα δάνεια των ευάλωτων νοικοκυριών επιδείνωσε την κατάσταση αφήνοντας εκτός χιλιάδες οικογένειες που δεν έχουν πρόσβαση σε τραπεζικό δανεισμό.
Παράλληλα, ο τεχνικός κόσμος βιώνει έναν πρωτοφανή κορεσμό. Οι μηχανικοί και τα συνεργεία διαχειρίζονται ταυτόχρονα δεκάδες έργα, ενώ οι ελλείψεις σε υλικά και εξοπλισμό, όπως αντλίες θερμότητας και μονωτικά, προκαλούν νέες καθυστερήσεις. Οι αυξήσεις τιμών επιβαρύνουν τους προϋπολογισμούς και καθιστούν δύσκολη την τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων. Οταν όλα τα έργα βγαίνουν ταυτόχρονα στην αγορά, οι προμηθευτές δεν προλαβαίνουν και οι καθυστερήσεις πολλαπλασιάζονται.
Το νέο «Εξοικονομώ» και οι αλλαγές που έρχονται
Μέσα σε αυτό το ασφυκτικό πλαίσιο, το ΥΠΕΝ προσπαθεί να επανασχεδιάσει το μοντέλο διαχείρισης των προγραμμάτων. Το «Εξοικονομώ» του 2025, που προκηρύχθηκε στις αρχές του έτους με ισχυρό ενδιαφέρον και πάνω από 55.000 αιτήσεις, φιλοδοξεί να ενσωματώσει το νέο πλαίσιο που επιδιώκει να αποτελέσει τομή στη διαδικασία. Ο στόχος είναι η μείωση των δικαιολογητικών κατά 20%, οι αυστηρότερες προθεσμίες ελέγχου και ο περιορισμός του χρόνου υλοποίησης από 14-17 μήνες σε μόλις οκτώ. Ο σχεδιασμός του υπουργείου είναι να επιταχυνθεί η αξιολόγηση και να ξεκινήσουν γρήγορα οι εκταμιεύσεις, ώστε οι ωφελούμενοι να προχωρήσουν στις εργασίες.
Ωστόσο, η στρατηγική του υπουργείου δεν σταματά εκεί. Με δεδομένο ότι τα επόμενα χρόνια τα κονδύλια θα προέρχονται κυρίως από το Κοινωνικό Κλιματικό Ταμείο της Ε.Ε., το οποίο απευθύνεται σε ενεργειακά ευάλωτα νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις, η κυβέρνηση στρέφεται σε ένα νέο, υβριδικό μοντέλο. Για πρώτη φορά επιχειρείται η εμπλοκή των προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου στην υλοποίηση παρεμβάσεων, μέσω του μηχανισμού on-bill financing.
Στο πλαίσιο αυτό, οι προμηθευτές θα χρηματοδοτούν τις παρεμβάσεις και θα αποπληρώνονται σταδιακά μέσω των λογαριασμών ρεύματος ή φυσικού αερίου των πελατών τους. Πρόκειται ουσιαστικά για ένα νέο είδος έμμεσου δανεισμού, χωρίς κρατική επιδότηση, που στοχεύει να κινητοποιήσει επενδύσεις και να μειώσει τη γραφειοκρατία.
Το υπουργείο ευελπιστεί ότι το μοντέλο αυτό θα δημιουργήσει μια νέα αγορά για μηχανικούς και τεχνικές εταιρείες, απαλλαγμένη από τις καθυστερήσεις των δημόσιων προγραμμάτων. Παράλληλα, σχεδιάζεται η δημιουργία Μητρώου Ενεργειακά Ευάλωτων, ώστε οι δικαιούχοι των επιδοτούμενων προγραμμάτων να ταυτοποιούνται αυτόματα και να μειωθεί δραστικά ο όγκος των απαιτούμενων δικαιολογητικών. Το πρώτο πιστοποιητικό ενεργειακής απόδοσης θα επιδοτείται δίνοντας στους πολίτες τη δυνατότητα να γνωρίζουν ποιες παρεμβάσεις αποδίδουν καλύτερα, ακόμη κι αν αποφασίσουν να τις υλοποιήσουν με ίδια κεφάλαια.
Η μεγάλη εικόνα: καθυστερήσεις, επενδύσεις και χαμένες ευκαιρίες
Παρά τις προσπάθειες, η εικόνα παραμένει σύνθετη. Το «Εξοικονομώ – Αυτονομώ» υπήρξε η απαρχή της πολιτικής εξοικονόμησης ενέργειας, με προϋπολογισμό 199,6 εκατ. ευρώ και 9.500 ωφελούμενα νοικοκυριά. Ακολούθησε το «Εξοικονομώ» του 2021, ύψους σχεδόν 1 δισ. ευρώ με περίπου 70.000 υπαγωγές και πάνω από 45.000 ολοκληρωμένες ανακαινίσεις, ενώ το «Εξοικονομώ» του 2023, με προϋπολογισμό 585,3 εκατ. ευρώ, έως σήμερα έχει περίπου 23.000 υπαγωγές και ελάχιστα ολοκληρωμένα έργα. Το νεότερο «Εξοικονομώ» (2025), με πάνω από 55.000 αιτήσεις ύψους 396,1 εκατ. ευρώ, αναμένεται να αποτελέσει αναμφίβολα το μεγάλο τεστ της επόμενης περιόδου. Παράλληλα, τρέχουν και συμπληρωματικά προγράμματα όπως το «Αλλάζω σύστημα θέρμανσης και θερμοσίφωνα», τα έργα «Φοίβος» και «Αθηνά» για την αναβάθμιση σχολικών κτιρίων, καθώς και δράσεις ενεργειακής βελτίωσης των Δημοτικών Επιχειρήσεων Υδρευσης και Αποχέτευσης. Στον ιδιωτικό τομέα προχωρούν τα προγράμματα για φωτοβολταϊκά και μπαταρίες, καθώς και το «Εξοικονομώ – Επιχειρώ», που μειώνεται πλέον στα 130 εκατ. ευρώ και αφορά 2.600 επιχειρήσεις.
Η μείωση κατά 15.000 κατοικιών στο «Εξοικονομώ» είναι περισσότερο σύμπτωμα παρά αιτία και πιθανολογείται ότι ο αριθμός θα μεγαλώσει. Σύμφωνα με τους μηχανικούς, αντικατοπτρίζει τα βαθιά προβλήματα συντονισμού, την υπερβολική γραφειοκρατία και την έλλειψη ευελιξίας που χαρακτηρίζουν τις δημόσιες ενεργειακές δράσεις.
Αν δεν επιτευχθεί πραγματική απλοποίηση των διαδικασιών και δεν δοθεί χώρος στην αγορά να λειτουργήσει με ταχύτητα και διαφάνεια, η ενεργειακή αναβάθμιση των ελληνικών κατοικιών κινδυνεύει να μείνει στα χαρτιά, με τις 15.000 χαμένες κατοικίες να συνιστούν απλώς την πρώτη ένδειξη ενός ευρύτερου προβληματικού σχεδιασμού.