Στην περιοχή του Αμβούργου της Γερμανίας βρίσκονται οι εγκαταστάσεις του European XFEL, του μεγαλύτερου λέιζερ ακτίνων-Χ στον κόσμο, το οποίο, όπως ανακοινώθηκε, μόλις «γέννησε» το πρώτο φως του.
Το λέιζερ έχει μήκος 3,4 χιλιομέτρων και το μεγαλύτερο μέρος του (2,1 χλμ.) βρίσκεται σε υπόγειο τούνελ. Ουσιαστικά πρόκειται για τον πιο ισχυρό και πιο εξελιγμένο γραμμικό επιταχυντή παγκοσμίως. Το φως του είναι ένα δισεκατομμύριο φορές πιο έντονο από το φως που παράγουν οι παραδοσιακές πηγές φωτός (επιταχυντές-σύγχροτρα).
Το φως ακτίνων-Χ έχει μήκος κύματος 0,8 νανομέτρων (δισεκατομμυριοστών του μέτρου), που είναι περίπου 600 φορές πιο βραχύ από το μήκος κύματος του ορατου φωτός. Το πρώτο δοκιμαστικό φως παρήχθη στο European XFEL από λέιζερ με συχνότητα μόνο ένα παλμό ανά δευτερόλεπτο, που θα αυξηθούν στους 27.000 παλμούς ανά δευτερόλεπτο, όταν το λέιζερ λειτουργήσει κανονικά φέτος το Σεπτέμβριο.
Η πρώτη εκπομπή δέσμης λέιζερ ήταν το τελικό τεστ πριν το επίσημο άνοιγμα του European XFEL, στο οποίο -όπως και στο CERN- αρκετές χώρες έχουν συνεισφέρει την τεχνογνωσία τους και εξοπλισμό.
Το νέο πανίσχυρο λέιζερ ακτίνων-Χ θα επιτρέψει στους επιστήμονες να δουν πιο λεπτομερείς από κάθε άλλη φορά εικόνες της μοριακής δομής νέων υλικών και φαρμάκων, καθώς και διαφόρων χημικών και βιοχημικών αντιδράσεων. Χάρη στο νέο λέιζερ, θα καταστεί εφικτή η δημιουργία εικόνων και φιλμ του νανόκοσμου με ανάλυση σε επίπεδο ατόμων της ύλης.
Κεντρικό ρόλο στη δημιουργία του European XFEL έχει το γερμανικό κέντρο DESY (Deutsches Elektronen-Synchrotron), που είναι και ο μεγαλύτερος μέτοχος του λέιζερ. Το European XFEL είναι το μεγαλύτερο και ισχυρότερο από τα πέντε παρόμοια λέιζερ ακτίνων-Χ που υπάρχουν στον κόσμο.
Η ζήτηση εκ μέρους διαφόρων ερευνητών είναι μεγάλη για να διεξάγουν μελέτες και πειράματα σε τέτοιες εγκαταστάσεις. Όταν το European XFEL λειτουργήσει επίσημα το φθινόπωρο, οι εξωτερικοί χρήστες, δηλαδή οι ενδιαφερόμενοι επιστήμονες διαφόρων ερευνητικών πεδίων (και από την Ελλάδα), θα μπορούν να υποβάλουν πλέον τα αιτήματά τους για να πραγματοποιήσουν βιολογικά, χημικά και φυσικά πειράματα στα πρώτα δύο από τα συνολικά έξι επιστημονικά όργανα που θα λειτουργήσουν τελικά.